Ο νέος νόμος για το ξέπλυμα χρήματος: Περιορισμός της ανωνυμίας και ενίσχυση της διαφάνειας

Της Αλεξιάννας Τσότσου

Με στόχο την αυστηροποίηση του ρυθμιστικού πλαισίου και τη διεύρυνση των δικλείδων ασφαλείας ενάντια στη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, ο νέος νόμος τροποποιεί τον προϋφιστάμενο του 2018 και ενσωματώνει την ευρωπαϊκή νομοθεσία, η οποία με επάλληλες επικαιροποιήσεις προσπαθεί να θωρακίσει την ενιαία αγορά από αυτή τη μορφή οικονομικού εγκλήματος που μεταλλάσσεται συνεχώς.

Το 2018, αφού η Ελλάδα είχε τιμωρηθεί με πρόστιμο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για μη ενσωμάτωση της Οδηγίας 2015/849 (4η Οδηγία για το ξέπλυμα χρήματος), δημοσιεύθηκε τελικά ο νόμος 4557/2018 για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η πρώτη νομοθετική ρύθμιση στην Ελλάδα για το ξέπλυμα του μαύρου χρήματος ήταν γεγονός.

Επειδή, όμως, πρόκειται για ένα πεδίο, το οποίο εξελίσσεται συνεχώς και απαιτεί προσαρμοστικότητα και αυξανόμενη αυστηροποίηση, για να είναι επίκαιρο, νομοθετήθηκε η 5η Οδηγία για το ξέπλυμα χρήματος (2018/843). Η Οδηγία αυτή ενσωματώθηκε στην ελληνική έννομη τάξη με τον ν. 4734/2020, ο οποίος ψηφίστηκε πριν λίγους μήνες και τροποποιεί τον υπάρχοντα νόμο 4557/2018, ο οποίος αποτελεί και τη βάση του ισχύοντος ελληνικού θεσμικού πλαισίου.

Το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, στο οποίο στηρίζεται το ελληνικό, είναι εναρμονισμένο με τις «Σαράντα (40) Συστάσεις για την καταπολέμηση του Ξεπλύματος Χρήματος, της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και της Διασποράς Όπλων Μαζικής Καταστροφής (ΟΜΚ)», όπως υιοθετήθηκα​ν το Φεβρουάριο του 2012 από την Ομάδα Χρηματοπιστωτικής Δράσης (Financial Action Task Force-FATF) ως διεθνή φορέα θέσπισης των σχετικών προτύπων και οδηγιών.

Οι κυριότερες αλλαγές του νέου νόμου σε σχέση με τον ν. 4557/2018

  • Ενίσχυση της διαφάνειας των εταιρικών δομών μέσω της δημόσιας πρόσβασης στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων, ώστε πλέον να μπορούν και απλοί πολίτες να πληροφορηθούν την ταυτότητα του πραγματικού δικαιούχου μιας εταιρίας.
  • Ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Υπουργείου Οικονομικών καταλόγουπου καθορίζει τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των προσώπων που ασκούν ή άσκησαν σημαντικό δημόσιο λειτούργημα.
  • Πρώτη νομοθετική ρύθμιση σε επίπεδο ΕΕ για τα ψηφιακά νομίσματα.
  • Περιορισμός της ανωνυμίας στα κρυπτονομίσματα και τις προπληρωμένες κάρτες.
  • Θέσπιση κεντρικού αυτοματοποιημένου μηχανισμού ανάκτησης δεδομένων (Σύστημα Μητρώων Τραπεζικών Λογαριασμών και Λογαριασμών Πληρωμών) για την έγκαιρη πρόσβαση των αρχών σε πληροφορίες σχετικά με τηνταυτότητα των κατόχων τραπεζικών λογαριασμών και λογαριασμών πληρωμών.
  • Πρόσβαση σε μεγαλύτερο εύρος πληροφοριών για την εθνική Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών (Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες).
  • Ειδικές ρυθμίσεις για τη στενότερη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρχών προληπτικής εποπτείας και των αρμόδιων αρχών για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος.
  • Καθορισμός κριτηρίων και δικλείδων ασφαλείας για τις συναλλαγές από και προςτρίτες χώρες υψηλού κινδύνου.
  • Πρόβλεψη μέτρων νομικής προστασίας για τα πρόσωπα που προβαίνουν σε καλόπιστη γνωστοποίηση πληροφοριών προς την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες από την έκθεσή τους σε απειλές, αντίποινα ή εχθρικές ενέργειες.

Πρόσβαση στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων

Κεντρικό θέμα στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες αποτελεί η περίπτωση της άσκησης ελέγχου μιας εταιρείας από άτομο, το οποίο δεν συνιστά επισήμως βασικό μέτοχό της. Ο νόμος 4557/2018 θέσπισε Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων με πληροφορίες, οι οποίες ήταν προσβάσιμες στις αρμόδιες αρχές και τα υπόχρεα πρόσωπα, με στόχο να διευκολυνθεί η υποχρέωση της δέουσας επιμέλειας και διερεύνησης υπόπτων συναλλαγών.

Με αυτόν τον τρόπο, οι αρχές και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μπορούν να προβαίνουν στην ακριβή ταυτοποίηση του πελάτη τους βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστες και ανεξάρτητες πηγές. Τέτοιες πληροφορίες ήταν το ονοματεπώνυμο, η ημερομηνία γέννησης, η υπηκοότητα και η χώρα διαμονής των πραγματικών δικαιούχων, καθώς επίσης και το είδος και η έκταση των δικαιωμάτων που κατέχουν.

Ο νέος νόμος παρέχει στο κοινό πρόσβαση σε πληροφορίες του πραγματικού δικαιούχου, προκειμένου να υπάρχει άμεση και ευρύτερη διαθεσιμότητα των απαραίτητων πληροφοριών

Ο νέος νόμος παρέχει στο κοινό πρόσβαση σε πληροφορίες που αφορούν τουλάχιστον στο όνομα, τον μήνα και το έτος γέννησης, τη χώρα διαμονής και την υπηκοότητα του πραγματικού δικαιούχου, καθώς επίσης και στο είδος και την έκταση των δικαιωμάτων του, προκειμένου να υπάρχει άμεση και ευρύτερη διαθεσιμότητα των απαραίτητων πληροφοριών.

Καθώς τα παραπάνω στοιχεία αφορούν την οικονομική δραστηριότητα του πραγματικού δικαιούχου, δεν εμπίπτουν στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Για πρόσβαση σε επιπρόσθετες πληροφορίες, όμως, απαιτείται απόδειξη ειδικού εννόμου συμφέροντος, που διαπιστώνεται κατόπιν εισαγγελικής παραγγελίας.

Επιπλέον, για την προώθηση της διαφάνειας και την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, που συνιστά ένα από τα βασικά αδικήματα που στοιχειοθετεί ξέπλυμα χρήματος, οι πληροφορίες του Κεντρικού Μητρώου Πραγματικών Δικαιούχων καθίστανται διαθέσιμες στις φορολογικές αρχές για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων τους.

Η ρύθμιση για τα κρυπτονομίσματα

Ενώ τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και τα ιδρύματα πληρωμών ενέπιπταν ήδη στο πεδίο εφαρμογής του νόμου 4557/2018 και συνεπώς είχαν την υποχρέωση επαλήθευσης της ταυτότητας των πελατών τους και παρακολούθησης των χρηματοοικονομικών συναλλαγών τους, οι πάροχοι εικονικών νομισμάτων (κρυπτονομισμάτων) δεν υπάγονταν σε καμία νομική υποχρέωση.

Ωστόσο, τα ψηφιακά νομίσματα, των οποίων βασικά χαρακτηριστικά είναι η ανωνυμία και η τεχνολογική ευελιξία για χρήση σε διάφορα περιβάλλοντα, έχουν μεγάλο ρόλο στη διοχέτευση μαύρου χρήματος στην αγορά και στη χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων. Συνεπώς, η νομοθετική τους ρύθμιση, έτσι ώστε να παύσει η παράκαμψη του συμβατικού χρηματοπιστωτικού συστήματος μέσω αυτών, κατέστη γρήγορα κομβικής σημασίας ζήτημα στο πλαίσιο για την πρόληψη του ξεπλύματος μαύρου χρήματος.

Γι’ αυτό το λόγο, με τη νέα Οδηγία και τον νέο νόμο, εισάγονται πλέον υποχρεώσεις εφαρμογής μέτρων δέουσας επιμέλειας τόσο για τους παρόχους ανταλλαγής μεταξύ εικονικών και παραστατικών νομισμάτων, όσο και για τους παρόχους θεματοφυλακής ψηφιακών πορτοφολιών, προκειμένου να μπορούν να εντοπίζονται οι χρήστες εικονικών νομισμάτων.

Οι πάροχοι κρυπτονομισμάτων καθίστανται και αυτοί δρώντες στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων, υπαγόμενοι σε αυστηρές διατάξεις, ώστε να μην είναι εφικτό να απέχουν από την υποχρέωση εποπτείας

Με αυτόν τον τρόπο, οι εν λόγω πάροχοι καθίστανται και αυτοί δρώντες στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, υπαγόμενοι σε αυστηρές διατάξεις, ώστε να μην είναι εφικτό να απέχουν από την υποχρέωση εποπτείας. Έτσι, αναμένεται ότι σε μεγάλο βαθμό θα μειωθεί η αξιοποίηση των κρυπτονομισμάτων ως μέσου παράνομων δραστηριοτήτων.

Ελαχιστοποίηση της ανωνυμίας στις προπληρωμένες κάρτες

Η ενίσχυση της διαφάνειας μέσω της ελαχιστοποίησης της ανωνυμίας είναι ο άξονας, ο οποίος διατρέχει όλο το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο. Αυτό γίνεται σαφές, πέρα από τις ρυθμίσεις για την πρόσβαση στο Κεντρικό Μητρώο Πραγματικών Δικαιούχων και τα κρυπτονομίσματα, και στις προπληρωμένες κάρτες.

Τα προπληρωμένα μέσα πληρωμής συνδέονται με συγκεκριμένους κινδύνους λόγω της ανώνυμης χρήσης τους, όπως έχει επισημάνει η Έκθεση Εκτίμησης Υπερεθνικού Κινδύνου της Ε.Ε. Ο νόμος 4557/2018 είχε ρυθμίσει το εν λόγω ζήτημα με θέσπιση ορίων συναλλαγών μέσω προπληρωμένων καρτών και απαιτήσεων για την επαλήθευση της ταυτότητας των πελατών. Ο νέος νόμος μειώνει αυτά τα όρια από 250€ σε 150€ και αυξάνει αυτές τις απαιτήσεις.

Μάλιστα, ο ελληνικός νόμος είναι αυστηρότερος από τους ευρωπαϊκούς κανόνες, καθώς προβλέπει ότι τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας επιτρέπεται να δέχονται πληρωμές που πραγματοποιούνται με ανώνυμες προπληρωμένες κάρτες, μόνο εφόσον αυτές έχουν εκδοθεί από υπόχρεα πρόσωπα με εγκατάσταση στην Ε.Ε.

Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών

Καθοριστικό ρόλο στον εντοπισμό συναλλαγών και δραστηριοτήτων που ενδεχομένως συνδέονται με νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες διαδραματίζουν σε κάθε κράτος οι Μονάδες Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών. Αυτές είναι αρμόδιες για τη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών για τυχόν ύποπτες συναλλαγές.

Εάν, από την ανάλυση που διενεργείται, προκύπτουν ανησυχίες σχετικά με πιθανή εγκληματική δραστηριότητα, η υπόθεση προωθείται στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Στην Ελλάδα, η εθνική Μονάδα Χρηματοοικονομικών Πληροφοριών, της οποίας ο ρόλος ενισχύεται, είναι η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.

Σημαντικό ρόλο στην όλη διαδικασία επιτελεί η εποπτική αρχή, η οποία ελέγχει τη συμμόρφωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων ως προς την υποχρέωση δέουσας επιμέλειας και αναφοράς των υπόπτων συναλλαγών. Στην Ελλάδα, αρμόδια εποπτική αρχή των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων είναι η Τράπεζα της Ελλάδος.

Διαμορφώνεται έτσι ένα πλέγμα από διάφορες αρμόδιες αρχές, οι οποίες αποτελούν διαφορετικό κρίκο στην αλυσίδα της καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος. Κεντρική θέση κατέχει η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες, της οποίας ο ρόλος ενισχύεται σημαντικά με τον νέο νόμο, καθώς της παρέχεται άμεση πρόσβαση σε περισσότερες πληροφορίες.

Στόχος είναι σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, όλες οι αρχές και τα αρμόδια όργανα να προωθούν άμεσα πιθανές χρήσιμες πληροφορίες που θα συμβάλλουν στη συστηματική καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος

Για να μπορέσει η συνεργασία μεταξύ των ελεγκτικών και των διωκτικών αρχών τόσο μεταξύ τους όσο και με τις αρμόδιες αρχές σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ να είναι στενή και εποικοδομητική, προβλέπονται κανόνες καλύτερου συντονισμού όλων των αρχών. Στόχος είναι τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όλες οι αρχές και τα αρμόδια όργανα της ΕΕ (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών και Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) να προωθούν άμεσα πιθανές χρήσιμες πληροφορίες που θα συμβάλλουν στη συστηματική καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος.

Συναλλαγές με τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου

Τον Μάιο του 2019, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε αναλυτική μεθοδολογία για τον εντοπισμό τρίτων χωρών, οι οποίες παρουσιάζουν ανεπάρκειες στην καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αποτελώντας απειλή για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της ΕΕ. Στόχος αυτής της πρωτοβουλίας είναι να γίνεται αποτελεσματικότερη εποπτεία των κεφαλαίων που εισέρχονται ή εξέρχονται από την ΕΕ και να αποτραπεί η διοχέτευση παράνομων χρηματικών ποσών εκτός ευρωπαϊκού χώρου με ενιαίο τρόπο σε όλα τα κράτη-μέλη.

Για οποιαδήποτε συναλλαγή από ή προς χώρες υψηλού κινδύνου, δεν αρκεί το υπόχρεο πρόσωπο να επιδείξει τη συνήθη δέουσα επιμέλεια, αλλά απαιτείται αυξημένη επιμέλεια

Υπό αυτό το πρίσμα, ο νέος νόμος επιβάλλει στα υπόχρεα πρόσωπα (κατά βάση τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα) αυξημένη δέουσα επιμέλεια κατά τη συναλλαγή με φυσικά ή νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα σε τρίτες χώρες υψηλού κινδύνου. Για οποιαδήποτε, δηλαδή, συναλλαγή από ή προς χώρες υψηλού κινδύνου, δεν αρκεί το υπόχρεο πρόσωπο να επιδείξει τη συνήθη δέουσα επιμέλεια, αλλά απαιτείται αυξημένη επιμέλεια με εξέταση περισσότερων πληροφοριών, ώστε να αποσοβείται ο κίνδυνος διαρροής κεφαλαίων σε χώρες, οι οποίες δεν καταπολεμούν αποτελεσματικά τη νομιμοποίηση εσόδων και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας.

Τα επόμενα βήματα σε ευρωπαϊκό επίπεδο

Η 5η Οδηγία για το ξέπλυμα χρήματος και η ενσωμάτωσή της στις έννομες τάξεις των κρατών-μελών αποτελεί ένα σημαντικό βήμα στον αγώνα κατά της νομιμοποίησης εσόδων και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Ωστόσο, η διασυνοριακή φύση του οικονομικού εγκλήματος και η συνεχής εξέλιξη της τεχνολογίας δεν επιτρέπουν τον εφησυχασμό στο πεδίο αυτό, αλλά απαιτούν την επικαιροποίηση του νομοθετικού πλαισίου στα τρέχοντα δεδομένα που αλλάζουν ραγδαία.

Έχοντας αυτό κατά νου, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ξεκινήσει διαπραγματεύσεις για τη διαμόρφωση ενός ευρωπαϊκού Κανονισμού για την καταπολέμηση του ξεπλύματος χρήματος, ο οποίος δεν θα έχει την ανάγκη ενσωμάτωσης και θα εγγυάται την αποφυγή παρεκκλίσεων μέσα στην ενιαία αγορά. Η νέα νομοθετική πρόταση που αναμένεται να ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσα στο 2021 θα θωρακίζει αποτελεσματικότερα τον ευρωπαϊκό χώρο έναντι παράνομων δραστηριοτήτων οικονομικού εγκλήματος. Παράλληλα, εξετάζεται το ενδεχόμενο για θέσπιση κεντρικής εποπτικής αρχής για το ξέπλυμα χρήματος σε επίπεδο ΕΕ.

Εφόσον οι διαπραγματεύσεις ευοδωθούν και μπορέσει τελικά να υλοποιηθεί η ιδέα ενός τόσο συνεκτικού πλαισίου, θα πρόκειται για μια σημαντική νίκη στον αγώνα της καταπολέμησης του μαύρου χρήματος.