Το ξέπλυμα «βρώμικου χρήματος» στο χώρο του Online Gambling

Της Λυδίας Βενέρη

 Υφίστανται κίνδυνοι στο χώρο του Online Gambling αναφορικά με το ξέπλυμα «βρώμικου» χρήματος? Ποιες είναι οι κατευθυντήριες γραμμές της νομοθεσίας? Μια σύντομη επισκόπηση.

Με την αξία του online gambling (διαδικτυακό στοίχημα) να αναμένεται να ξεπεράσει τα 160 δις. δολλάρια έως το 2026, και την αύξηση των χρηστών να είναι ραγδαία ειδικά λόγω της επίδρασης της πανδημίας του Covid-19, αυξάνονται αυτομάτως οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις για την αγορά διαδικτυακού στοιχήματος, που καλείται να προσαρμοστεί ταχύτατα στα νέα δεδομένα για να μπορέσει να προλάβει τυχόν οικονομικά εγκλήματα.

Από τους βασικούς κινδύνους που καλείται να αντιμετωπίσει η βιομηχανία είναι αυτοί του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος (Money Laundering/AML) και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (TerrorismFinancing/FT)

Βασική μέθοδος για την αντιμετώπιση των ως άνω αδικημάτων είναι η εφαρμογή πολιτικών από τους παρόχους που περιλαμβάνουν έλεγχο Εξακρίβωσης Ταυτότητας Πελάτη (Know YourCustomer/KYC) και Μέτρα Δέουσας Επιμέλειας (Customer Due diligence/CDD), στοιχεία που οφείλουν να ελέγχονται και να ανανεώνονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα.

Ο πάροχος οφείλει να συγκεντρώνει και να ελέγχει στοιχεία που αφορούν τον χρήστη, όπως την ταυτότητα ή το διαβατήριό του, αν κατά ποσόν αποτελεί άτομο PEP (Politically Exposed Person), αν προέρχεται από Υψηλού Κινδύνου Τρίτη Χώρα, αν έχει υφιστάμενη σχέση με γνωστό ανταγωνιστή ή, αν υπάρχει αρνητική πληροφόρηση για το πρόσωπό του. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρηστών, οι οποίοι θεωρούνται ως «υψηλού κινδύνου», οι έλεγχοι είναι αυξημένοι, ενώ ενδέχεται να τους απαγορευτεί και η πρόσβαση στις υπηρεσίες, καθώς οι συναλλαγές με τέτοιους πελάτες μπορούν να αποβούν πολύ επιζήμιες για τις εταιρίες.

Κάθε εταιρία οφείλει να αποδεικνύει τη συμμόρφωσή της με τις ως άνω προϋποθέσεις τηρώντας εκτενές αρχείο των στοιχείων των πελατών τους, συμπεριλαμβανομένων του τύπου και του αριθμού των συναλλαγών, αλλά και πληροφορίες που αφορούν τους διευθυντές ή τους μετόχους τους. Βασικοί πυλώνες των κανόνων του KYC τους όποιους κάθε πάροχος οφείλει να τηρεί είναι: ταυτοποίηση του πελάτη, επαλήθευση της ταυτότητας, κατανόηση των δραστηριοτήτων του, επαλήθευση της προέλευσης των πόρων του και παρακολούθηση των τρεχουσών δραστηριοτήτων του.

Ειδικά αναφορικά με την τελευταία προϋπόθεση, ο πάροχος οφείλει να παρακολουθεί διαρκώς τυχόν ύποπτες δραστηριότητες, όπως για παράδειγμα μεταφορές άνω συγκεκριμένου ποσού που μπορούν να αποτελούν κόκκινη σημαία για απόπειρα ξεπλύματος βρώμικου χρήματος. Ταυτόχρονα, κόκκινη σημαία αποτελούν και οι πρακτικές μεταφοράς ποσού σε λογαριασμό χρήστη που ακολουθούνται από χαμηλού ποσού στοιχήματα και στη συνέχεια ακολουθεί απόσυρση του εναπομείναντος ποσού από τον λογαριασμό. Άλλη συνήθης πρακτική που μπορεί να ενεργοποιήσει τις διαδικασίες ελέγχου είναι η δημιουργία διαφορετικών λογαριασμών με τη χρήση πλαστών ταυτοτήτων, μέσω των οποίων ο χρήστης ποντάρει ισόποσα στοιχήματα στη ρουλέτα, δηλαδή αντίστοιχο ποσό στα κόκκινα, τα μαύρα και το μηδέν. Στη συνέχεια, αποσύρει τα κέρδη από τον νικητήριο λογαριασμό και ζητά βεβαίωση από τον πάροχο που να αποδεικνύει το νόμιμο των κερδών.

Για την παρακολούθηση των διαδικασιών και την συμμόρφωση με τους επιμέρους κανονισμούς, οι εταιρίες επιβάλλεται να έχουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα πολιτικής της εταιρίας, αλλά και εξειδικευμένο προσωπικό, κάτι που ειδικά για τις νεοφυείς ή τις μικρότερες επιχειρήσεις ενσαρκώνει ένα δυσβάσταχτο κόστος συμμόρφωσης, ενώ τυχόν αποτυχία συμμόρφωσης μπορεί να οδηγήσει σε πολύ σοβαρές επιπτώσεις για την επιχείρηση και τους ιδιοκτήτες.  Σημαντική δραστηριότητα προς αυτήν την κατεύθυνση έχει ο οργανισμός eCOGRA (eCommerce Online Gaming Regulation and Assurance), ένας πιστοποιημένος οργανισμός αξιολογήσεων που λειτουργεί κατέχοντας τις πιστοποιήσεις ISO/IEC17025:2005, ISO/IEC17020:2012, ISO/IEC17065:2012, ISO/IEC 17021-1:2015.

Με την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τις ψηφιακές πιστωτικές κάρτες ή τις προπληρωμένες πιστωτικές στις κινητές συσκευές και τις πληρωμές μέσω PayPal, καθίσταται πιο εύκολο και το “micro-laundering” με τη μεταφορά μικρότερων ποσών σε online λογαριασμούς στοιχήματος ή ακόμη και του gaming, όπου για παράδειγμα κλεμμένες πιστωτικές κάρτες χρησιμοποιούνται για την αγορά του «νομίσματος» που χρησιμοποιεί το εκάστοτε παιχνίδι, το οποίο στη συνέχεια μεταπωλείται, χωρίς οι χρήστες να μπορούν να γνωρίζουν το παράνομο της όλης συναλλαγής, για αυτό και πολλές εταιρίες απαγορεύουν τις οικονομικές συναλλαγές εντός των παιχνιδιών.  Η τεχνολογία του RegTech αναμένεται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο προς την πρόληψη του micro-laundering, για παράδειγμα βοηθώντας στην ταυτοποίηση των χρηστών.

Καθίσταται, συνεπώς, σαφές πως η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας και η διαρκώς αυξανόμενη χρήση του online gambling ή gaming μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση των παραβατικών συμπεριφορών των χρηστών, που εκμεταλλευόμενοι την ανωνυμία του διαδικτύου ή τη δυσκολία εντοπισμού τους αποπειρώνται τη νομιμοποίηση παράνομων εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες. Επιβάλλεται, επομένως, η νομοθεσία να προσαρμόζεται στις εκάστοτε εξελίξεις, ώστε να μπορεί να προλαμβάνει τα σχετικά αδικήματα. Με την έκρηξη των online χρηστών που σημειώθηκε το 2020 λόγω των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, είναι εμφανές ότι επιβάλλεται η αύξηση του ελέγχου των σχετικών δραστηριοτήτων και η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για την πρόληψη των σχετικών εγκλημάτων.