Η εξέλιξη του Αθλητικού Δικαίου
Η ευρεία αναγνώριση του αθλητισμού, τις τελευταίες δεκαετίες, ως μεγάλης βιομηχανίας της παγκόσμιας αγοράς, καθώς επίσης και τα μεγάλα ποσά που αναγράφονται στα συμβόλαια των επαγγελματιών αθλητών, έθεσαν επιτακτικά στο επίκεντρο την ανάγκη θέσπισης νομικών κανόνων, οι οποίοι να ρυθμίζουν όλο το σύμπλεγμα των σχέσεων στον χώρο του αθλητισμού, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Το αθλητικό δίκαιο αντιμετωπίζεται πλέον ως ξεχωριστός κλάδος δικαίου ανά τις χώρες του κόσμου, με τους δικούς του κανόνες και τα δικά του σώματα επίλυσης διαφορών
Μετά από χρόνια διαφωνιών και αντεπιχειρηματολογιών στους νομικούς κύκλους, το αθλητικό δίκαιο αντιμετωπίζεται, πλέον, ως ξεχωριστός κλάδος δικαίου ανά τις χώρες του κόσμου, με τους δικούς του κανόνες και τα δικά του σώματα επίλυσης διαφορών. Αν και οι ορισμοί δεν είναι ιδιαίτερα σαφείς και δεν είναι εύκολο να εξαχθούν και να ενοποιηθούν, εντούτοις μεγάλη μερίδα της θεωρίας αναγνωρίζει την ύπαρξη μιας γενικής lex sportiva που εμπεριέχει όλα τα διαφορετικά και επιμέρους στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον χώρο και συμβάλλουν στην ποικιλομορφία του. Η πολυδιάσπαση αυτή οδήγησε την παγκόσμια κοινότητα στη θέσπιση ενός ενιαίου σώματος διαιτητικής επίλυσης των διαφορών (Court ofArbitration for Sport – CAS), του οποίου η νομολογία συμβάλλει στην περαιτέρω εξέλιξη των σχετικών κανόνων δικαίου.
Η μετάβαση από τον κλασικό αθλητισμό στα “esports”
Στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη και ψηφιοποιημένη εποχή, με την τεχνολογική επανάσταση να εξελίσσεται με φρενήρεις ρυθμούς, οι συνθήκες ζωής και οι νέοι τρόποι αλληλεπίδρασης εντός της παγκόσμιας κοινότητας έχουν αναδείξει την αδήριτη ανάγκη προσαρμογής του αθλητισμού στις νέες τεχνολογικές εξελίξεις. Η εκμετάλλευση των νέων μεθόδων και καινοτομιών οδήγησε στην ανάδειξη μιας νέας κατηγορίας αθλητισμού, του διαδικτυακού/ηλεκτρονικού αθλητισμού (esports) που φαίνεται να κερδίζει διαρκώς αναγνώριση και να εξελίσσεται σε μία πολλά υποσχόμενη και ιδιαιτέρως κερδοφόρα βιομηχανία. Στην έννοια των ηλεκτρονικών αθλημάτων εντάσσονται, κατά κύριο λόγο, τα βιντεοπαιχνίδια στα οποία ανταγωνίζονται επαγγελματίες και μη αθλητές, ως μεμονωμένα άτομα, ή σε ομάδες.
Ο ηλεκτρονικός αθλητισμός βασίζεται σε έναν μεγάλο βαθμό στην τεχνολογία και, συγκεκριμένα, στις υπηρεσίες streaming και live μετάδοσης και, για τον λόγο αυτόν, αναμένεται να εξελιχθεί περαιτέρω στο προσεχές διάστημα, ειδικά λόγω των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης που έχει επιβάλλει η πανδημία του COVID-19. Με την πλειονότητα των (παραδοσιακών) αθλητικών εκδηλώσεων να ακυρώνονται, ή να αναβάλλονται, τα τουρνουά ηλεκτρονικού αθλητισμού φαίνονται ως η πιο σίγουρη και επικερδής λύση, για την αύξηση της κινητικότητας στη συγκεκριμένη αγορά.
Ένα ενδιαφέρον ερώτημα που ανακύπτει στον νέο αυτό «κόσμο» του ηλεκτρονικού αθλητισμού, είναι ποιοι είναι εκείνοι οι παράγοντες που καθιστούν ένα ηλεκτρονικό άθλημα πιο δημοφιλές από ένα άλλο. Μεταξύ των στοιχείων που επηρεάζουν τη δημοφιλία ενός esport, συγκαταλέγονται το ύψος του χρηματικού επάθλου, η απήχηση και ο αριθμός των παικτών που συγκεντρώνουν και, βεβαίως, ο αριθμός των θεατών.
Αντλώντας κάποια συμπεράσματα από τα τουρνουά esports που διεξήχθησαν το 2019, καθώς και εκείνα που βρίσκονται εν εξελίξει, διαπιστώνεται ότι στην κορυφή της λίστας βρίσκεται το League ofLegends με σχεδόν 4 εκατομμύρια θεατές κατά τη διάρκεια του τουρνουά “League of Legends Worlds” και χρηματικό έπαθλο ύψους 2,2 εκατομμυρίων δολαρίων. Ακολουθούν το Fortnite με 2,3 εκατομμύρια θεατές κατά το “Fortnite World Cup” και 100 εκατομμύρια δολάρια χρηματικό έπαθλο, καθώς και το Dota 2 με 2 εκατομμύρια θεατές κατά το “International tournament” και χρηματικό έπαθλο 34,3 εκατομμύρια δολάρια.
Η άνοδος και επικράτηση των esports αλλά και, κυρίως, οι ιδιαιτερότητες στα επιχειρηματικά μοντέλα των ηλεκτρονικών αθλημάτων, έχουν αναδείξει την ανάγκη ενός εξειδικευμένου ρυθμιστικού πλέγματος
Η άνοδος και επικράτηση των esports αλλά και, κυρίως, οι ιδιαιτερότητες στα επιχειρηματικά μοντέλα των ηλεκτρονικών αθλημάτων, έχουν αναδείξει την ανάγκη ενός εξειδικευμένου ρυθμιστικού πλέγματος, γεγονός το οποίο έχει οδηγήσει πολλές χώρες στην υιοθέτηση μεταρρυθμιστικών κανόνων του ήδη υπάρχοντος νομικού πλαισίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλία, η οποία έχει προσδώσει τον χαρακτηρισμό του «αθλητή» στους παίκτες των ηλεκτρονικών αθλημάτων, προκειμένου να μπορούν να επωφεληθούν από φορολογικά και κοινωνικά προνόμια. Στον αντίποδα, η Γερμανία έχει αποφασίσει τη μη ένταξη των ηλεκτρονικών αθλημάτων στην κατηγορία του αθλητισμού.
Το σύμπλεγμα των συμβάσεων στον αθλητισμό: συμβάσεις χορηγίας και τηλεοπτικά δικαιώματα
Ο χώρος του αθλητισμού, όπως συμβαίνει σε όλους τους κλάδους της αγοράς, διέπεται από ένα σύμπλεγμα συμβάσεων, οι οποίες ρυθμίζουν τις σχέσεις όλων των εμπλεκομένων μερών – από τις συμβάσεις εργασίας των επαγγελματιών αθλητών, μέχρι τις συμβάσεις χορηγίας και τηλεοπτικών δικαιωμάτων.
Αξίζει να αναφερθούμε ειδικότερα στις συμβάσεις χορηγίας στον χώρο του αθλητισμού και του διαδικτυακού αθλητισμού, οι οποίες συνιστούν μια βασική πηγή εσόδων των brands, αποτελώντας, μάλιστα, και τον πρώτο βασικό πυλώνα του sports marketing. Στη βάση της σύμβασης χορηγίας βρίσκεται η παροχή άδειας χρήσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και ο συσχετισμός του χορηγού με συγκεκριμένο αθλητή ή/και ομάδα.
Η σύνδεση του brand με τον αθλητή ή την ομάδα αποτελεί ένα εργαλείο marketing που αποτιμάται σε πολλά εκατομμύρια ευρώ. Οι σχετικές συμβάσεις συνήθως περιέχουν προβλέψεις που αφορούν την αναγνωρισιμότητα της ομάδας ή του αθλητή, τον τρόπο προβολής του χορηγού, καθώς επίσης και όρους σχετικά με την επιτρεπόμενη χρήση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που αποτελούν το αντικείμενο της χορηγίας, αλλά και την αποκλειστικότητα ή μη του χορηγού, σε σχέση με συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων.
Μάλιστα, η αποκλειστικότητα του χορηγού συνιστά ένα από τα βασικότερα σημεία που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στις σχετικές συμβάσεις, αφού αυξάνει την προβολή του χορηγού και τη διείσδυσή του στη σχετική αγορά. Συνοπτικά, από την πλευρά του χορηγού, έμφαση δίδεται μεταξύ άλλων στον τρόπο με τον οποίο δύναται να προβάλει τον συσχετισμό του με τον συγκεκριμένο αθλητή ή ομάδα, ενώ από τη σκοπιά του δικαιούχου των δικαιωμάτων, επί των οποίων παραχωρείται άδεια χρήσης δυνάμει της σύμβασης χορηγίας (ήτοι του αθλητή ή της ομάδας/συλλόγου/διοργάνωσης) είναι ιδιαίτερα κρίσιμη η διασφάλιση της προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.
Η επιτυχία των συμβάσεων χορηγίας στον αθλητισμό εξαρτάται από ένα σύνολο νομικών και επιχειρηματικών παραγόντων, που λαμβάνουν υπόψιν τις εμπορικές ανάγκες κάθε συμβαλλόμενου μέρους, αλλά και διασφαλίζουν την ίδια στιγμή την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας και τα οικονομικά συμφέροντα των μερών, όπως αυτά προκύπτουν από τις πωλήσεις και την προώθηση προϊόντων.
Οι σχετικές καμπάνιες λαμβάνουν χώρα τόσο εντός των σταδίων και των γηπέδων, όσο και μέσω της τηλεόρασης αλλά και των διαδικτυακών σελίδων των ομάδων. Μάλιστα, οι χορηγίες σε ψηφιακό περιβάλλον γνωρίζουν αλματώδη ανάπτυξη, καθώς επιτρέπουν στους χορηγούς να ενσωματωθούν στην αφήγηση (storytelling) των ομάδων και των διοργανώσεων, εστιάζοντας περισσότερο στο κοινό στο οποίο αποκτούν πρόσβαση και λιγότερο στην άμεση, καθ’ αυτή προώθηση των προϊόντων τους.
Άλλωστε, η ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα νέα εργαλεία για τη συλλογή και επεξεργασία προσωπικών δεδομένων, αλλά και οι τεχνικές marketing (με κυριότερο το performance marketing) επιτρέπουν στις εταιρείες να ορίσουν το κοινό που επιθυμούν να προσεγγίσουν, τα δημογραφικά χαρακτηριστικά στα οποία θέλουν να εστιάσουν και, βεβαίως, να επιτύχουν μετρήσιμα αποτελέσματα, τα οποία να δικαιολογούν και το ύψος της εκάστοτε χορηγίας.
Με την οικονομική αποτίμηση των χορηγιών τα προηγούμενα χρόνια να αγγίζει, ενδεικτικά, τα 45 δις δολάρια παγκοσμίως, δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς την οικονομική αξία των σχετικών συμβάσεων και την ανάγκη αυστηρών ρητρών και ρυθμίσεων που να εξασφαλίζουν αμφότερα τα συμβαλλόμενα μέρη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ακύρωση πολλών αθλητικών εκδηλώσεων λόγω της πανδημίας, η οποία έχει αλλάξει σημαντικά τον τρόπο λειτουργίας του αθλητισμού, έχει επιφέρει μεγάλες απώλειες κερδών και σε επίπεδο χορηγιών και έχει εγείρει ζητήματα απαλλαγής από τις συμβατικές υποχρεώσεις και εκ νέου διαπραγμάτευσης των προβλεπομένων, όπως θα αναλυθεί και κατωτέρω. Δεν μένει παρά να δούμε πώς θα προσαρμοστεί η αγορά των χορηγιών στις νέες συνθήκες, καθώς και σε τι βαθμό και με τι τρόπο θα επιτευχθεί η υιοθέτηση των νέων τεχνολογιών προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο δεύτερος πυλώνας του sports marketing είναι τα τηλεοπτικά δικαιωμάτων για τη μετάδοση των αθλητικών εκδηλώσεων και διοργανώσεων ηλεκτρονικών αθλημάτων. Οι τηλεοπτικοί οργανισμοί και τα media εν γένει, πληρώνουν πολύ μεγάλα ποσά για να εξασφαλίσουν την αποκλειστικότητα μετάδοσης μεγάλων αθλητικών γεγονότων. Η σημασία της ύπαρξης δικαιωμάτων τηλεοπτικής μετάδοσης γίνεται εμφανής αν αναλογιστεί κανείς την απήχηση και τον όγκο των θεατών, που επιθυμούν να παρακολουθήσουν την εκάστοτε εκδήλωση σε live μετάδοση και την αξία που έχει η δυνατότητα αυτή για την προώθηση του αθλητισμού, ως κοινωνικού και πολιτισμικού στοιχείου της παγκόσμιας κοινότητας.
Αν και τα δικαιώματα των broadcasters προστατεύονται βάσει της Σύμβασης της Ρώμης του 1961 (Rome Convention for the Protection of Performers, Producers of Phonograms and Broadcasting Organisations), η ψηφιοποίηση και η άνοδος του ηλεκτρονικού αθλητισμού αναδεικνύουν την ανάγκη περαιτέρω προστασίας.
Μεταξύ άλλων, μια απειλή που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι οι σελίδες που μεταδίδουν παράνομα αθλητικό περιεχόμενο, θέτοντας σε κίνδυνο τα έσοδα από τις διαφημίσεις ή τις πωλήσεις περιεχομένου των παρόχων υπηρεσιών μετάδοσης, που έχουν εξασφαλίσει την αποκλειστικότητα μετάδοσης και κάλυψης ενός αθλητικού γεγονότος. Αν και οι κατά τόπους εθνικές νομοθεσίες μπορούν να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο επίπεδο προστασίας μέσω εντοπισμού και κλεισίματος (take-down) παράνομων, πειρατικών σελίδων, οι οργανισμοί πιέζουν και προωθούν την θεσμοθέτηση επαρκέστερης προστασίας σε διεθνές επίπεδο.
Εργασιακές σχέσεις στον αθλητισμό
Ένα μεγάλο μέρος της ύλης του αθλητικού δικαίου αφορά τις εργασιακές σχέσεις στον χώρο του αθλητισμού. Για τους εργαζόμενους στον τομέα του αθλητισμού ισχύει το εθνικό, κατά περίπτωση, δίκαιο, το οποίο εξασφαλίζει την προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων κάθε εργαζομένου. Οι σχετικές συμβάσεις αφορούν όχι μόνον τους αθλητές, αλλά και τους managers, όσο και τους agents των παικτών, οι οποίοι λειτουργούν ανεξάρτητα.
Οι συμβάσεις των διεθνών αθλητών είναι, κατά κανόνα, αποκλειστικές και εξασφαλίζουν ότι ο αθλητής συνδέεται πλήρως και αποκλειστικά με την εκάστοτε ομάδα. Μια άλλη σημαντική κατηγορία συμβάσεων, ειδικά στον χώρο του ποδοσφαίρου, είναι αυτή της μεταφοράς ενός παίκτη από μια ομάδα σε μια άλλη. Στην πράξη, ακυρώνεται το υφιστάμενο συμβόλαιο και ο παίκτης διαπραγματεύεται ένα νέο, με την ομάδα στην οποία θα μεταφερθεί. Στην Αμερική, τον Καναδά και την Αυστραλία είναι, αντιθέτως, συνήθης η ανταλλαγή παικτών με τη διατήρηση των ήδη υφισταμένων συμβάσεων.
Τα σχετικά συμβόλαια που αφορούν την εξαγορά ή μεταγραφή παίκτη, ιδίως στο πεδίο του ποδοσφαίρου, χαρακτηρίζονται από ιδιαιτερότητες που προκύπτουν από το οικονομικό ύψος που ενσωματώνουν, αλλά και από τα ιδιαίτερα δικαιώματα των παικτών που σχετίζονται με την αξία του ονόματος και της εικόνας τους.
Στην πράξη, τις περισσότερες φορές, τα συμβόλαια δεν συνάπτονται απευθείας μεταξύ των αθλητών και των συλλόγων, αλλά μεσολαβεί η παρέμβαση του ατζέντη του αθλητή. Οι σχετικές συμβάσεις πρέπει να περιέχουν όλες τις απαραίτητες προβλέψεις και ρήτρες που καθορίζουν το είδος και τους όρους της παρεχόμενης υπηρεσίας, το ύψος της αμοιβής και τα δικαιώματα που απορρέουν από την εικόνα του παίκτη και που μπορούν να αποφέρουν τεράστια έσοδα στον ίδιο, ή στην ομάδα, ανάλογα με το είδος της συμφωνίας που έχει προηγηθεί.
Χαρακτηριστική, σε αυτό το σημείο, είναι η συμφωνία της Ρεάλ Μαδρίτης με τον David Beckham το 2000, σύμφωνα με την οποία η αμοιβή του David Beckham αποτελούνταν από τα έσοδα της εμπορικής εκμετάλλευσης της εικόνας του. Πιο συγκεκριμένα, το 50% των εσόδων από την εκμετάλλευση της εικόνας του εν λόγω παίκτη ανήκε στον ίδιο και κάλυπτε επί της ουσίας την αμοιβή που ελάμβανε από την Ρεάλ Μαδρίτης.
Τα συμβόλαια στο πεδίο του αθλητισμού πέραν των κλασικών συμβατικών ρητρών που περιέχουν, προβλέπουν όρους απόδοσης και φυσικής κατάστασης, πειθαρχία, αποκλειστικότητα και υποχρεωτική συμμετοχή σε συγκεκριμένο αριθμό αγώνων. Η μη τήρηση των συμβατικών υποχρεώσεων των μερών μπορεί να οδηγήσει σε επιδίκαση ιδιαίτερα υψηλών αποζημιώσεων.
Συχνή στα αθλητικά συμβόλαια, ειδικά για τους managers, είναι στο πλαίσιο του μη ανταγωνισμού οι λεγόμενες “garden leaves”, η υποχρεωτική δηλαδή αποχή από την εργασία, για συγκεκριμένο, εύλογο χρονικό διάστημα, μετ’ αποδοχών. Σε πολλές περιπτώσεις, το μετ’ αποδοχών αυτό διάστημα υποχρεωτικής, επί της ουσίας, άδειας δίνεται προκειμένου να καλυφθεί η χρονική περίοδος που μπορεί να δεσμεύεται από συμβατικές ρήτρες μη ανταγωνισμού. Πολύ συχνή χρήση της ρήτρας εντοπίζεται στο βρετανικό ποδόσφαιρο με χαρακτηριστική την garden leaveτου Ally McCoist, manager των Rangers το 2014.
Τα νομικά ζητήματα και οι επιπλοκές που ανακύπτουν στο χώρο του αθλητικού δικαίου επιλύονται κυρίως από διαιτητικά όργανα και, συγκεκριμένα, από το TAS/CAS Tribunal Arbitral du sport / Court of Arbitration forSport, με έδρα τη Λοζάνη και παραρτήματα στη Νέα Υόρκη και το Σικάγο. Το CAS επιλύει αθλητικές διαφορές και οι αποφάσεις του χαρακτηρίζονται από την εφαρμοσιμότητα που διακρίνει τις διαιτητικές αποφάσεις.
Η προσφυγή στο CAS μπορεί να προβλέπεται στις συμβάσεις των αθλητών, ενώ θεωρείται ως αποκλειστική δικαιοδοσία για διαφορές που ανακύπτουν στο πλαίσιο των Ολυμπιακών Αγώνων, με προσωρινό παράρτημα του CAS να συστήνεται, ανά περιόδους, στις χώρες που φιλοξενούν Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στο CAS μπορούν να προσφύγουν τόσο ιδιώτες όσο και νομικά πρόσωπα, ενώ το όργανο εξετάζει και προσφυγές αθλητικών οργανώσεων ή εσωτερικών οργάνων. Οι 300 διαιτητές από 87 χώρες που απαρτίζουν το CAS, επιλέγονται λόγω των ιδιαίτερων γνώσεών τους στη διαιτησία και το αθλητικό δίκαιο. Στην Ελλάδα, αρμόδιο όργανο για την επίλυση αθλητικών διαφορών είναι το Ανώτατο Συμβούλιο Επίλυσης Αθλητικών Διαφορών (ΑΣΕΑΔ).
Το ΑΣΕΑΔ αποτελείται από τακτικούς δικαστές. Έχει 15 μέλη με διετή θητεία και λειτουργεί σε τρία τμήματα, με 5μελή σύνθεση ή σε ολομέλεια, ανάλογα με τη σπουδαιότητα της υπόθεσης. Το Συμβούλιο είναι αρμόδιο για την εκδίκαση των προσφυγών για κάθε είδους ποινές ή κυρώσεις σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα, εγγραφές ή μεταγραφές αθλητών, προσφυγές κατά των αποφάσεων των Δ.Σ. αθλητικών ενώσεων, επαγγελματικών συνδέσμων και ομοσπονδιών όλων των αθλημάτων εκτός του ποδοσφαίρου κ.α.
Δικαιώματα εικόνας παικτών
Η δημοφιλία του αθλητισμού και των ηλεκτρονικών αθλημάτων και, ιδίως, τα μεγάλα ποσά που συνοδεύουν τις συμβάσεις κάθε είδους στον αθλητισμό, έχουν δημιουργήσει μια ιδιαίτερα κερδοφόρα αγορά που σχετίζεται με τα δικαιώματα εικόνας και ονόματος των μεγάλων παικτών του αθλητισμού, ενώ συνακόλουθα έχουν αναδείξει την ανάγκη ενός αυστηρού πλαισίου προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και εικόνας στο χώρο.
Τα σχετικά δικαιώματα στην Ευρώπη χαρακτηρίζονται ως δικαιώματα στην προσωπικότητα (personality rights), ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο ως δικαιώματα εικόνας (image rights). Στις Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτηρίζονται ως δικαιώματα δημοσιότητας (publicity rights). Τα δικαιώματα στην προσωπικότητα προστατεύονται εντός της Ε.Ε. από την εκάστοτε εθνική νομοθεσία, όπως προστατεύονται και στην Ελλάδα. Για τις παραβιάσεις και την προσβολή των δικαιωμάτων εικόνας προβλέπονται υψηλές χρηματικές αποζημιώσεις.
Ειδικότερα στην περίπτωση αθλητών που δραστηριοποιούνται ανεξάρτητα από αθλητικούς συλλόγους, όπως είναι οι αθλητές τένις, το ζήτημα έχει ιδιαίτερη σημασία αν αναλογιστεί κανείς την αξία των διαφημιστικών συμβολαίων που αξιοποιούν την δημοφιλία του αθλητή για την προώθηση προϊόντων. Χαρακτηριστικό σε αυτό το σημείο είναι ότι, κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, οι συμμετέχοντες δεν επιτρέπεται να αξιοποιούν την εικόνα τους, παρά μόνον αν αυτό γίνεται μαζί με τους επίσημους χορηγούς. Σε διαφορετική περίπτωση, οι παραβάτες τιμωρούνται με αυστηρά πρόστιμα.
Μερικά από τα στοιχεία που συναποτελούν το ως άνω αναφερόμενο δικαίωμα και, ως εκ τούτου, προστατεύονται είναι το όνομα, η φωνή, η υπογραφή/αυτόγραφο, φυσικά σωματικά χαρακτηριστικά, κ.α. Η εκμετάλλευση του δικαιώματος της εικόνας μπορεί να επιτευχθεί είτε ατομικά από τον εκάστοτε παίκτη, είτε συλλογικά από τον σύλλογο ή την ομάδα του. Η εκμετάλλευση γίνεται με τη συμμετοχή σε εκδηλώσεις, βραβεύσεις και άλλες δραστηριότητες, αλλά και με την χρήση του ονόματος ή της εικόνας σε εμπορεύσιμα προϊόντα ρουχισμού και άλλα είδη.
Αποτελεί, λοιπόν, το δικαίωμα στην εικόνα τόσο ένα ατομικό δικαίωμα της κατηγορίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όσο και ιδιοκτησιακό δικαίωμα. Η εμπορική εκμετάλλευση μπορεί να γίνει και μέσω σχετικής άδειας του παίκτη προς ένα τρίτο μέρος, σύλλογο ή εταιρία, που επιτρέπει την αναπαραγωγή, δημοσίευση, και εμπορευματοποίηση των ως άνω αναφερόμενων στοιχείων.
Τα δικαιώματα προστασίας της εικόνας εντός της ΕΕ προστατεύονται ξεχωριστά από τις εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών, παρ’ όλο που, εντός της ψηφιακά συνδεδεμένης παγκόσμιας κοινωνίας, το ζήτημα λαμβάνει νέες διαστάσεις. Τα δικαιώματα στην εικόνα αφορούν τα φυσικά πρόσωπα, ενώ νομικά πρόσωπα μπορούν μόνο εμμέσως να διατηρούν δικαιώματα σε εικόνα που αφορούν τρίτο μέρος.
Η έλλειψη ενός αυστηρού νομικού πλαισίου, ιδιαίτερα στον τομέα του αθλητισμού, που να ρυθμίζει και να προστατεύει τα δικαιώματα στην εικόνα των αθλητών έχει οδηγήσει στην άτυπη δημιουργία πλέγματος κανόνων, οι οποίοι εφαρμόζονται από την πρακτική στις συμβάσεις του τομέα του αθλητισμού και εξατομικεύονται ανά περίπτωση, ενώ αποτελούν αποτέλεσμα συμφωνίας και διαπραγμάτευσης, ανάλογα με τη διαπραγματευτική ισχύ του κάθε συμβαλλόμενου μέρους. Η συναίνεση είναι απαραίτητη για την εγκυρότητα οποιασδήποτε συμφωνίας.
Σχηματικά, τα έσοδα της διαχείρισης και εκμετάλλευσης της εικόνας μπορούν να αποτυπωθούν με την εξής συνάρτηση, η οποία περιγράφει τη σημασία τόσο του marketing, όσο και της προώθησης και της έκθεσης, στο ευρύ κοινό, της εικόνας ενός αθλητή: Marketing + Visibility + Image = Revenue
Αθλητικές εκδηλώσεις και Covid-19: τα νομικά ζητήματα
Τα νομικά προβλήματα που έχουν ανακύψει σε επίπεδο συναλλακτικής ζωής λόγω του COVID-19, δεν θα μπορούσαν να αφήσουν ανεπηρέαστο και τον τομέα του αθλητισμού. Οι ακυρώσεις αγώνων και αθλητικών εκδηλώσεων, που συμβαίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο και επιβάλλονται από τα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης και προστασίας της δημόσιας υγείας, δημιουργούν ένα πλέγμα διαταραγμένων συμβατικών σχέσεων που χρήζει αντιμετώπισης. Ταυτόχρονα, οι εθνικές νομοθεσίες επιβάλλουν μέτρα διαφύλαξης της υγείας και αυστηρά διοικητικά πρόστιμα στις περιπτώσεις παραβίασης των σχετικών ρυθμίσεων.
Η επιβολή συγκεκριμένων μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης μεταξύ οπαδών, αθλητών και εργαζομένων, οι προϋποθέσεις υγιεινής και καθαριότητας, η εκπαίδευση και η πρόβλεψη ύπαρξης μέτρων ασφαλείας για την εξασφάλιση της υγείας των ευάλωτων ομάδων υψηλού κινδύνου, οι διαδικασίες αντιμετώπισης πιθανών και επιβεβαιωμένων κρουσμάτων και οι κανόνες παρακολούθησης των αθλημάτων, δημιουργούν ένα σύνθετο και αυστηρό πλέγμα νομικών κανόνων που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επαγγελματίες του αθλητισμού.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας στον χώρο του αθλητισμού είναι εμφανείς. Από την αναβολή, για το 2021, των Ολυμπιακών Αγώνων που επρόκειτο να διεξαχθούν στο Τόκυο, μέχρι την αναστολή των Ευρωπαϊκών Ποδοσφαιρικών Πρωταθλημάτων, ο κόσμος του αθλητισμού παγώνει, όσο η πανδημία του COVID-19 επικρατεί και αλλάζει τα όσα ξέραμε μέχρι στιγμής σε πολλούς τομείς της ζωής. Οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες είναι, δυστυχώς, σημαντικές και προκαλούν ρωγμές σε πολλούς τομείς της συναλλακτικής ζωής, ενώ ο τομέας του διαδικτυακού/ηλεκτρονικού αθλητισμού κερδίζει διαρκώς έδαφος, προκειμένου να καλύψει τα κενά που δημιουργούνται αυτή τη στιγμή στον κλασικό αθλητισμό.
Η διατάραξη των επαγγελματικών σχέσεων είναι αναμενόμενη και αναπόφευκτη. Είναι, μάλιστα, χαρακτηριστικό ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού καταλαμβάνουν όλο το φάσμα των συμβατικών σχέσεων στον χώρο του αθλητισμού, από τις συμβάσεις χορηγίας, μέχρι τις συμφωνίες για τα τηλεοπτικά δικαιώματα από την αναμετάδοση των αγώνων, αλλά και τις συμβάσεις εργασίας μεταξύ αθλητών και των ομάδων/συλλόγων στους οποίους αυτοί υπάγονται.
Λύση φαίνεται να επιδιώκεται να δοθεί μέσω της επίκλησης της ρήτρας της ανωτέρας βίας (Force Majeure). Αν και το διεθνές δίκαιο δεν προβλέπει σαφή και συγκεκριμένο ορισμό των επιτρεπτών περιπτώσεων επίκλησης της ρήτρας, εντούτοις οι εθνικές νομοθεσίες παρέχουν ένα ευρύ πεδίο περιγραφόμενων συνθηκών που μπορούν να αποτελέσουν στοιχεία ανωτέρας βίας. Γίνονται προσπάθειες από τη νομική θεωρία και πρακτική για ένταξη της πανδημίας του COVID-19 στις ανωτέρω περιπτώσεις, χωρίς όμως μέχρι στιγμής να παρατηρείται ευρεία αποδοχή της ρήτρας και εφαρμογή της στις συναλλακτικές συμβατικές σχέσεις.
Άλλωστε, τίθεται και το εύλογο ερώτημα κατά πόσον το υπό εξέταση γεγονός, που θα υπαχθεί ή όχι στην έννοια της ανωτέρας βίας, είναι η πανδημία καθ’ αυτή, ή η απαγόρευση διεξαγωγής εκδηλώσεων ως μέτρο για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Η ύπαρξη ρήτρας ανωτέρας βίας στις ήδη υπάρχουσες συμβάσεις μπορεί να αποτελέσει ένα εργαλείο το οποίο με τον κατάλληλο χειρισμό, την ορθή υπαγωγή και την προσοχή στη λεπτομέρεια, να οδηγήσει επιλεκτικά σε απαλλαγή από τις εκατέρωθεν υποχρεώσεις των μερών και να διευκολύνει, κατ’ αυτόν τον τρόπο, την εξέλιξη των συναλλαγών. Ταυτόχρονα, μεγάλη έμφαση πρέπει να δοθεί στις περιπτώσεις που δύναται να εγερθεί αξίωση αποζημίωσης, ακόμη και όταν οι κυβερνήσεις λειτουργούν προς διασφάλιση της δημόσιας υγείας και του δημοσίου συμφέροντος, ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας.
Είναι, πάντως, βέβαιο ότι, εφεξής, τα συμβαλλόμενα μέρη θα επιδιώκουν την εισαγωγή, στις συμβάσεις τους, σχετικού όρου ανωτέρας βίας (με ρητή αναφορά στην περίπτωση της πανδημίας, αλλά και των μέτρων που λαμβάνονται, σε κρατικό και διεθνές επίπεδο, για την αντιμετώπιση και τον περιορισμό των συνεπειών της). Στόχος των μερών θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να είναι η διαφύλαξη της συμβατικής σχέσης προς όφελος αμφότερων των συμβαλλόμενων μερών και όχι η λύση αυτής.
Ζητήματα εγείρονται και αναφορικά με την προστασία των προσωπικών δεδομένων σε επίπεδο αθλητισμού και αθλητών. Το ζήτημα έχει τεθεί επιτακτικά στην Αυστραλία, με αφορμή τη χρήση της εφαρμογής εντοπισμού τοποθεσίας COVIDSAFE για άτομα σε κοντινή απόσταση. Πιο συγκεκριμένα, προβληματισμοί ανέκυψαν σε επίπεδο ιδιωτικότητας από την χρήση της εν λόγω εφαρμογής, σε αθλητές και μη, οδηγώντας την αυστραλιανή κυβέρνηση στην υιοθέτηση αυστηρότερων μέτρων και προστίμων σε περίπτωση παραβίασης, για την προστασία των προσωπικών δεδομένων των χρηστών των εν λόγω εφαρμογών, των οποίων η χρήση θεωρήθηκε προαιρετική και επιδιώκεται να λειτουργήσει επί τη βάσει μιας opt-in, opt-out πολιτικής. Στην πράξη, ο χρήστης εγκαθιστά την εφαρμογή στη συσκευή του, παρέχοντας προσωπικά του στοιχεία όπως το όνομα, ο τηλεφωνικός αριθμός, ο ταχυδρομικός κώδικας και η ηλικία.
Το σύστημα δίνει έναν εξατομικευμένο κωδικό σε κάθε χρήστη, ενώ η εφαρμογή απαιτεί την ενεργοποίηση του Bluetooth στη συσκευή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο αλληλεπιδρά με τις συσκευές, με τους ιδιοκτήτες των οποίων ήρθε σε επαφή ο χρήστης κατά τη διάρκεια της ημέρας και που αντίστοιχα έχουν εγκαταστημένη την εφαρμογή στη συσκευή τους. Στην περίπτωση που κάποιο από τα καταγεγραμμένα άτομα θεωρηθεί επιβεβαιωμένο κρούσμα του COVID-19, η εφαρμογή ειδοποιεί τη λίστα των ατόμων που ήρθαν σε επαφή με το κρούσμα, επιταχύνοντας, έτσι, τη διαδικασία ανίχνευσης και απομόνωσης των κρουσμάτων. Σύμφωνα με τους δημιουργούς της εφαρμογής, δεν αποθηκεύονται σε αυτήν δεδομένα τοποθεσίας.
Κλείνοντας, δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε πως ο κόσμος του αθλητισμού και των ηλεκτρονικών αθλημάτων, αν και έχει πληγεί το τελευταίο διάστημα, όπως και κάθε τομέας της οικονομικής ζωής, παρ΄ όλα αυτά διατηρεί δικλείδες ασφαλείας που επιτρέπουν την προσαρμογή του στη νέα πραγματικότητα. Η ορθή εκμετάλλευση των νέων δυνατοτήτων που προσφέρει η τεχνολογία μπορεί να εξασφαλίσει τη διατήρηση του αθλητισμού και των ηλεκτρονικών αθλημάτων και την επιβίωσή τους, και ακόμη περισσότερο την αύξηση των κερδών τους σε παγκόσμιο επίπεδο.