Οι μαζικές ακυρώσεις των ταξιδιών εν μέσω πανδημίας και η πληθώρα περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων έχουν φέρει στο επίκεντρο σειρά ζητημάτων σχετικά με τα δικαιώματα των επιβατών και την τήρησή τους από τις εταιρείες μεταφορών και τα κράτη-μέλη της ΕΕ. Η προσπάθεια αντιμετώπισης αυτών των προβλημάτων από τους αρμόδιους φορείς επικεντρώνεται στο συντονισμό των περιορισμών μεταξύ των κρατών-μελών και στην αποσαφήνιση των δικαιωμάτων των επιβατών στις νέες συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί.
Η πανδημία του κορωνοΐου, η οποία οσονούπω κλείνει ένα έτος ύπαρξης και εξάπλωσης, δημιούργησε μια πρωτοφανή κατάσταση σχεδόν σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, με τις μετακινήσεις προσώπων να έχουν πληγεί περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τομέα. Οι μαζικές ακυρώσεις ταξιδιών, τα περιοριστικά μέτρα που έχουν λάβει πολλές χώρες για την είσοδο επιβατών στο έδαφός τους και οι εκτεταμένοι έλεγχοι που γίνονται σε όποιον ταξιδεύει έχουν θέσει εν αμφιβόλω τις αρχές της ελεύθερης κυκλοφορίας προσώπων και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων, δύο από τους κυριότερους άξονες του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Το γεγονός, πάντως, ότι τα ταξίδια συνοδεύονται από ποικίλους περιορισμούς δεν σημαίνει ότι αυτοί δεν υπόκεινται σε συγκεκριμένους κανόνες για την προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών. Τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, όλους αυτούς τους μήνες έχουν υπάρξει πολυάριθμες διασαφηνίσεις των αρμόδιων φορέων, ώστε να γίνει ξεκάθαρο το πλαίσιο που ορίζει τα δικαιώματα όσων ταξιδεύουν και όσων δεν μπορούν να ταξιδέψουν εξαιτίας της πανδημίας.
Ευρωπαϊκές κατευθυντήριες γραμμές για τον περιορισμό των ταξιδιών
Η αρμοδιότητα του καθορισμού της εθνικής πολιτικής υγείας ανήκει αποκλειστικά στα κράτη, όμως έχει γίνει προσπάθεια συντονισμού των περιορισμών της ελεύθερης κυκλοφορίας με κατευθυντήριες γραμμές από την ΕΕ
Παρόλο που η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δίνεται η δυνατότητα στα κράτη-μέλη να λαμβάνουν μέτρα περιορισμού της με στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας. Η δυνατότητα αυτή προκύπτει από το άρθρο 168 παράγραφος 7 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το οποίο ο καθορισμός των εθνικών πολιτικών υγείας, συμπεριλαμβανομένης της οργάνωσης και της παροχής υγειονομικών υπηρεσιών και ιατρικής περίθαλψης, αποτελεί αρμοδιότητα των κρατών-μελών και, ως εκ τούτου, μπορεί να διαφέρει από το ένα κράτος-μέλος στο άλλο.
Πάντως, έχει γίνει σε κεντρικό επίπεδο προσπάθεια συντονισμού ως προς τον περιορισμό των ταξιδιών με διάφορες συστάσεις. Οι συστάσεις αυτές δεν είναι δεσμευτικές, καθώς τα κράτη μπορούν να εισάγουν λιγότερους ή περισσότερους περιορισμούς, όμως πολλές χώρες τις έχουν ακολουθήσει, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια σχετικά ενιαία αντιμετώπιση τουλάχιστον ως προς τις βασικές κατευθύνσεις.
Η πιο πρόσφατη και λεπτομερής σύσταση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης έγινε στις 12 Οκτωβρίου 2020 και αποτελείται από τις ακόλουθες κατευθυντήριες γραμμές:
- Οι τυχόν περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων εντός της Ένωσης που επιβάλλονται για τον περιορισμό της εξάπλωσης της νόσου COVID-19 θα πρέπει να βασίζονται σε συγκεκριμένους και περιορισμένους λόγους δημόσιου συμφέροντος, εν προκειμένω στην προστασία της δημόσιας υγείας. Οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου, και ιδίως τις αρχές της αναλογικότητας και της απαγόρευσης των διακρίσεων.
- Οι περιορισμοί αυτοί θα πρέπει να αίρονται, μόλις το επιτρέπει η επιδημιολογική κατάσταση.
- Δεν επιτρέπεται να γίνονται διακρίσεις μεταξύ κρατών-μελών, για παράδειγμα με την εφαρμογή πιο ελαστικών κανόνων για τα ταξίδια προς και από γειτονικό κράτος-μέλος σε σύγκριση με τα ταξίδια προς και από άλλα κράτη-μέλη που βρίσκονται στην ίδια επιδημιολογική κατάσταση.
- Οι περιορισμοί δεν μπορούν να βασίζονται στην ιθαγένεια του ενδιαφερομένου, αλλά θα πρέπει να βασίζονται στον τόπο, στον οποίο βρισκόταν το άτομο κατά τη διάρκεια των 14 ημερών πριν από την άφιξη.
- Θεσπίζονται κοινά κριτήρια για την έκταση των περιορισμών, όπως ο συνολικός αριθμός προσφάτως ανακοινωθέντων κρουσμάτων COVID-19 ανά 100.000 άτομα πληθυσμού τις τελευταίες 14 ημέρες, το ποσοστό θετικών διαγνωστικών εξετάσεων επί του συνόλου των διαγνωστικών εξετάσεων και ο αριθμός διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 ανά 100.000 άτομα την τελευταία εβδομάδα.
- Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων θα πρέπει να δημοσιεύει χάρτη των κρατών μελών της ΕΕ, με ανάλυση της επιδημιολογικής κατάστασης ανά περιφέρεια.
- Οι περιοχές κατηγοριοποιούνται σε: Πράσινο, αν το 14ήμερο σωρευτικό ποσοστό ανακοίνωσης κρουσμάτων COVID-19 είναι χαμηλότερο από 25 και το ποσοστό θετικότητας των διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 είναι χαμηλότερο από 4%. Πορτοκαλί, αν το 14ήμερο σωρευτικό ποσοστό ανακοίνωσης κρουσμάτων COVID-19 είναι χαμηλότερο από 50, αλλά το ποσοστό θετικότητας των διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 είναι τουλάχιστον 4% ή αν το 14ήμερο σωρευτικό ποσοστό ανακοίνωσης κρουσμάτων COVID-19 κυμαίνεται από 25 έως 150, αλλά το ποσοστό θετικότητας των διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 είναι χαμηλότερο από 4%. Κόκκινο, αν το 14ήμερο σωρευτικό ποσοστό ανακοίνωσης κρουσμάτων COVID-19 είναι τουλάχιστον 50 και το ποσοστό θετικότητας των διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 είναι τουλάχιστον 4% ή αν το 14ήμερο σωρευτικό ποσοστό ανακοίνωσης κρουσμάτων COVID-19 είναι υψηλότερο από 150 κρούσματα ανά 100.000 άτομα πληθυσμού. Γκρίζο, αν δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες για την αξιολόγηση των θεσπισμένων κοινών κριτηρίων ή αν το ποσοστό διαγνωστικών εξετάσεων είναι χαμηλότερο από 300.
- Τα κράτη-μέλη δεν θα πρέπει να περιορίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία των ατόμων που ταξιδεύουν προς ή από περιοχές άλλου κράτους-μέλους που έχουν χαρακτηριστεί «πράσινες».
- Τα κράτη-μέλη επί της αρχής δεν θα πρέπει να αρνούνται την είσοδο των ατόμων που ταξιδεύουν από άλλα κράτη-μέλη. Εφόσον θεωρούν αναγκαία την επιβολή περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία, με βάση τις δικές τους διαδικασίες λήψης αποφάσεων, μπορούν να ζητούν από τα άτομα, τα οποία ταξιδεύουν από περιοχή που δεν έχει χαρακτηριστεί «πράσινη», να υποβληθούν σε καραντίνα ή/και σε διαγνωστική εξέταση για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 πριν ή μετά την άφιξή τους.
- Τα κράτη-μέλη μπορούν να απαιτούν από άτομα που εισέρχονται στην επικράτειά τους να υποβάλλουν έντυπα εντοπισμού επιβατών.
- Όταν πρόκειται να αποφασίσουν εάν θα εφαρμόσουν περιορισμούς, θα πρέπει να σέβονται τις διαφορές στην επιδημιολογική κατάσταση μεταξύ πορτοκαλί και κόκκινων περιοχών και να δρουν με αναλογικό τρόπο. Θα πρέπει, επίσης, να λαμβάνουν υπόψη την επιδημιολογική κατάσταση της επικράτειάς τους.
- Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να αναγνωρίζουν αμοιβαία τα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων για λοίμωξη από τη νόσο COVID-19 που διενεργούνται σε άλλα κράτη-μέλη από πιστοποιημένους υγειονομικούς φορείς.
- Δεν θα πρέπει να υποβάλλονται σε καραντίνα ταξιδιώτες με ουσιώδη καθήκοντα ή ανάγκες, όπως εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας και των μεταφορών, φοιτητές που ταξιδεύουν σε καθημερινή βάση, ασθενείς που ταξιδεύουν για επιτακτικούς λόγους υγείας, διπλωμάτες και δημοσιογράφοι.
Δικαιώματα επιβατών στις περιπτώσεις ακυρώσεων
Η απότομη και αλματώδης εξέλιξη της πανδημίας είχε ως αποτέλεσμα να υπάρξει ένα μαζικό κύμα ακυρώσεων από τις εταιρείες μεταφορών, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία των ταξιδιών δεν γίνεται λόγω έλλειψης ζήτησης ή λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις. Η ασφυκτική πίεση που δημιουργήθηκε στις εταιρείες και ιδίως στις αεροπορικές για επιστροφή χρημάτων οδήγησε σε πρακτικές, οι οποίες δεν εναρμονίζονται με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γι’ αυτό το λόγο, η Επιτροπή προχώρησε σε μια σειρά συστάσεων, στις οποίες υπενθύμισε στους επιβάτες, αλλά και στους αρμόδιους φορείς τι προβλέπουν οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί.
Η πιο πρόσφατη σύσταση είναι η 2020/648 της Επιτροπής στις 13 Μαΐου 2020, όπου έγινε εκτενής αναφορά στις διάφορες επιλογές για επιστροφή χρημάτων σε περίπτωση ματαίωσης του δρομολογίου. Με βάση τους Κανονισμούς (ΕΚ) 261/2004, (ΕΚ) 1371/2007, (ΕΕ) 1177/2010 και (ΕΕ) 181/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, οι οποίοι ορίζουν τα δικαιώματα των επιβατών σε περίπτωση ματαιώσεων, οι επιβάτες έχουν τη δυνατότητα επιλογής, η οποία τους προσφέρεται από τον μεταφορέα, μεταξύ επιστροφής χρημάτων και μεταφοράς με άλλη πτήση. Καθώς η μεταφορά με άλλη πτήση καθίσταται συχνά ανεφάρμοστη υπό τις παρούσες συνθήκες, εκ των πραγμάτων η επιλογή περιορίζεται κυρίως μεταξύ των διαφόρων δυνατοτήτων επιστροφής του αντιτίμου.
Η επιστροφή του πλήρους αντιτίμου του εισιτηρίου είναι απαιτητή εντός 7 ημερών από την αίτηση του επιβάτη στις περιπτώσεις αεροπορικών, θαλάσσιων και εσωτερικών πλωτών μεταφορών, εντός 14 ημερών μετά την υποβολή της προσφοράς ή την παραλαβή της αίτησης για τη μεταφορά με λεωφορεία και πούλμαν και εντός ενός μηνός από την αίτηση στην περίπτωση των σιδηροδρομικών μεταφορών. Σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία, η επιστροφή μπορεί να πραγματοποιηθεί σε χρήμα ή υπό τη μορφή κουπονιού.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει κινήσει διαδικασία κατά της Ελλάδας και της Ιταλίας για μη συμμόρφωση με τους κανόνες της ΕΕ για τα δικαιώματα των επιβατών
Ωστόσο, η επιστροφή με κουπόνια είναι δυνατή μόνον εφόσον συναινεί ο επιβάτης και αυτό ακριβώς είναι το σημείο που έφερε τις περισσότερες τριβές, καθώς πολλές αεροπορικές εταιρείες δεν παρείχαν τη δυνατότητα επιλογής στον επιβάτη, ενώ και ορισμένα κράτη-μέλη θέσπισαν νομοθετικό πλαίσιο που υποχρέωνε τους επιβάτες να δεχτούν το κουπόνι χωρίς τη δυνατότητα εναλλακτικής επιλογής. Στις 2 Ιουλίου 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κίνησε διαδικασία κατά της Ελλάδας και της Ιταλίας για μη συμμόρφωση με τους κανόνες της ΕΕ για την προστασία των δικαιωμάτων των επιβατών, καθώς οι δύο χώρες είχαν θεσπίσει προσωρινή νομοθεσία που επέτρεπε στις αεροπορικές εταιρείες να παρέχουν κουπόνια ως τη μοναδική επιλογή επιστροφής του αντιτίμου.
Παρόλο που είναι δικαίωμα των επιβατών να απαιτήσουν την επιστροφή των χρημάτων τους, η Επιτροπή τους παροτρύνει να δέχονται τα κουπόνια, διότι διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος πτώχευσης των αεροπορικών
Πάντως, παρόλο που σαφώς είναι δικαίωμα του επιβάτη να απαιτήσει εντός λίγων ημερών την επιστροφή των χρημάτων του, η Επιτροπή στις συστάσεις της παροτρύνει τους επιβάτες να δέχονται τα κουπόνια, διότι διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος πτώχευσης των εταιρειών μεταφορών, κάτι το οποίο θα συνεπαγόταν την ολική ή μερική απώλεια του χρηματικού αντιτίμου. Όμως, η Επιτροπή επισημαίνει ότι είναι απαραίτητο τα κουπόνια να παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά, ώστε να καταστούν ελκυστική και αξιόπιστη εναλλακτική λύση αντί της επιστροφής χρημάτων.
Έτσι, θα πρέπει να καλύπτονται από αποτελεσματική και ανθεκτική προστασία έναντι της αφερεγγυότητας του μεταφορέα ή του διοργανωτή. Επιπλέον, θα πρέπει να εξασφαλίζεται ότι τα κουπόνια επιτρέπουν στους επιβάτες να ταξιδέψουν στην ίδια διαδρομή υπό τους ίδιους όρους υπηρεσίας με αυτούς που αναφέρονται λεπτομερώς στην αρχική κράτηση, αλλά και ότι θα παρέχεται η δυνατότητα να χρησιμοποιούνται για την πληρωμή οποιασδήποτε υπηρεσίας μεταφορών που προσφέρεται από τον μεταφορέα. Οι μεταφορείς θα πρέπει να επιστρέφουν αυτομάτως το ποσό του σχετικού κουπονιού στον επιβάτη το αργότερο 14 ημέρες μετά τη λήξη της περιόδου ισχύος του, αν το κουπόνι δεν έχει χρησιμοποιηθεί.
Ο Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 προβλέπει, επίσης, κατ’ αποκοπή αποζημίωση σε ορισμένες περιπτώσεις, η οποία όμως δεν ισχύει για ματαιώσεις που πραγματοποιούνται τουλάχιστον 14 ημέρες πριν το δρομολόγιο ή όταν η ματαίωση έχει προκληθεί από έκτακτες περιστάσεις, οι οποίες δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα. Όταν η αεροπορική εταιρεία αποφασίζει να ματαιώσει πτήση και αποδεικνύει ότι η απόφαση αυτή ήταν αιτιολογημένη για λόγους προστασίας της υγείας του πληρώματος εν μέσω της πανδημίας, έχει κριθεί ότι η ματαίωση αυτή θα πρέπει να θεωρείται ότι έχει προκληθεί από έκτακτες περιστάσεις, οπότε δεν οφείλεται αποζημίωση στους επιβάτες.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι για ακυρώσεις δρομολογίων αεροπορικών, σιδηροδρομικών μεταφορών, μεταφορών με λεωφορείων και θαλάσσιων εσωτερικών μεταφορών, οι κανονισμοί της ΕΕ για τα δικαιώματα των επιβατών δεν καλύπτουν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι επιβάτες δεν μπορούν να ταξιδέψουν ή επιθυμούν να ματαιώσουν ένα ταξίδι με δική τους πρωτοβουλία, όπως για παράδειγμα επειδή αρρώστησαν ή φοβούνται να ταξιδέψουν σε άλλη χώρα.
Όσον αφορά στα οργανωμένα ταξίδια, τα δικαιώματα των επιβατών καθορίζονται στην Οδηγία (ΕΕ) 2015/2302 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, η οποία κινείται στο ίδιο πλαίσιο με τα προαναφερόμενα, ορίζοντας ότι απαιτείται η συναίνεση του ταξιδιώτη για την αποδοχή του κουπονιού, αφού αυτός έχει τη δυνατότητα να επιλέξει την επιστροφή του αντιτίμου. Η οδηγία για τα οργανωμένα ταξίδια ορίζει, επιπλέον, ότι ο ταξιδιώτης έχει το δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού πριν από την έναρξή του χωρίς την καταβολή οποιασδήποτε χρέωσης καταγγελίας σε περίπτωση αναπόφευκτων και έκτακτων περιστάσεων στον τόπο προορισμού ή πολύ κοντά σε αυτόν, οι οποίες επηρεάζουν σημαντικά την εκτέλεση του πακέτου ή τη μεταφορά των επιβατών στον προορισμό. Εν προκειμένω, μια τέτοια περίσταση θα μπορούσε να είναι η επιβολή lockdown στον τόπο προορισμού του ταξιδιού.
Η προστασία των προσωπικών δεδομένων στα πλαίσια των μεταφορών
Ένα σοβαρό ζήτημα που έχει ανακύψει το τελευταίο διάστημα στα πλαίσια των μετακινήσεων των επιβατών είναι η προστασία των προσωπικών δεδομένων τους, καθώς έχει καταστεί υποχρεωτική στις αεροπορικές και τις θαλάσσιες μεταφορές η συμπλήρωση εντύπων, στα οποία ο επιβάτης δηλώνει διαφόρων ειδών στοιχεία. Συγκεκριμένα, στις αεροπορικές μεταφορές, κάθε επιβάτης είναι υποχρεωμένος να συμπληρώσει τη «Φόρμα Εντοπισμού Επιβάτη» (Passenger Locator Form), το γνωστό PLF, στο οποίο αναφέρει στοιχεία όπως τη διεύθυνση (μόνιμη και παροδική) και τα στοιχεία επικοινωνίας του. Στις θαλάσσιες μεταφορές, ο επιβάτης υποχρεούται να συμπληρώσει το «Έντυπο Ερωτηματολόγιο δήλωσης υγείας πριν από την επιβίβαση», στο οποίο παρέχει ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα, όπως η κατάσταση της υγείας του.
Στα πλαίσια αυτά, είναι αναμενόμενο να υπάρχει προβληματισμός για την τήρηση του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και ειδικότερα των άρθρων 5 και 6. Το άρθρο 5 επιβάλλει την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων με διαφανή τρόπο και μόνο για τους καθορισμένους, ρητούς και νόμιμους σκοπούς, για τους οποίους συλλέχθηκαν, και μόνο για το αναγκαίο χρονικό διάστημα. Το άρθρο 6 ορίζει συγκεκριμένους λόγους που επιτρέπουν την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων, στους οποίους ανήκουν, πέρα από τη συναίνεση του υποκειμένου, και λόγοι δημοσίου συμφέροντος, όπως εν προκειμένω η δημόσια υγεία.
Το Lawyer μίλησε με την Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, η οποία επεσήμανε ότι αναφορικά με τη συμπλήρωση της φόρμας Passenger Locator Form έχει γίνει δέκτης παραπόνων και καταγγελιών από υποκείμενα δεδομένων για αδυναμία άσκησης των προβλεπόμενων στον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων δικαιωμάτων τους και, ιδίως, των δικαιωμάτων πρόσβασης και διαγραφής. Η Αρχή κίνησε τη διαδικασία ελέγχου, σύμφωνα με τις αρμοδιότητές της κατά τον ΓΚΠΔ και τον νόμο 4624/2019, και κάλεσε τη Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας να παράσχει διευκρινίσεις επί της τήρησης των αρχών του άρθρου 5 παρ. 1 ΓΚΠΔ σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορά τη συμπλήρωση της φόρμας PLF των ενδιαφερομένων επιβατών-πολιτών. Η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έδωσε αρχικές διευκρινίσεις και η υπόθεση τελεί υπό εξέταση από την Αρχή.
Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ανέφερε, επίσης, ότι αναφορικά με τη συμπλήρωση του «Εντύπου-Ερωτηματολογίου δήλωσης υγείας πριν από την επιβίβαση» των επιβατών ακτοπλοϊκών δρομολογίων εντός Ελλάδος έθεσε υπόψη του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής (ΥΝΑΝΠ) σειρά σημείων συμμόρφωσης, παραθέτοντας σύντομη αναφορά των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται στο υποκείμενο των δεδομένων κατά τη συλλογή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Το Υπουργείο απάντησε ότι οι αρμόδιες Υπηρεσίες, κατόπιν εξέτασης των ζητημάτων που τέθηκαν από την Αρχή με τη συνδρομή και της Υπεύθυνης Προστασίας Δεδομένων ΥΝΑΝΠ, διαμόρφωσαν εκ νέου το Υπόδειγμα εντύπου-ερωτηματολογίου δήλωσης υγείας πριν από την επιβίβαση, που έχει αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΥΝΑΝΠ, και εκπόνησαν αναλυτικό δελτίο ενημέρωσης επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, με σκοπό την τήρηση της αρχής της διαφάνειας και τη συμμόρφωση με τις διατάξεις των άρθρων 13-14 του ΓΚΠΔ. Η εξέταση της υπόθεσης είναι σε εξέλιξη.
Edgar Alvaro Salamanca, Πρόξενος του Περού στην Ελλάδα
- Τι ισχύει για τις μετακινήσεις προσώπων μεταξύ Λατινικής Αμερικής και Ευρώπης εν μέσω πανδημίας; Σε ποιο βαθμό οι περιορισμοί αυτοί συνάδουν με τις βασικές ελευθερίες των προσώπων;
Δυστυχώς, βρισκόμαστε σε μια περίοδο νέων εξάρσεων της πανδημίας σε διαφορετικές περιοχές, ενώ υπάρχει και πληροφόρηση για πιθανές μεταλλάξεις.
Συνεπώς, το μέτρο που υιοθετείται από τις κυβερνήσεις βαίνει και πάλι προς την κατεύθυνση του περιορισμού της κίνησης των πολιτών, των πτήσεων και γενικώς προς τον έλεγχο των διεθνών μεταφορών. Εξ’ όσων γνωρίζω, δεν είναι δυνατόν για τους πολίτες της Λατινικής Αμερικής να ταξιδέψουν προς χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός και αν είναι μόνιμοι κάτοικοι Ευρώπης. Και ακόμη και αν επιτρέπεται να μετακινηθούν σε άλλη χώρα, υπάρχουν προαπαιτούμενα, όπως tests, αρχεία γεωγραφικού εντοπισμού ή υπεύθυνες δηλώσεις.
Και από την πλευρά του Περού γίνεται αντίστοιχα το ίδιο. Αυτή τη στιγμή, το Περού έχει απαγορεύσει τις πτήσεις από Ευρώπη, ως προληπτικό μέτρο. Συνεπώς, αυτή η χαοτική κατάσταση μας οδηγεί σε περισσότερη απομόνωση και υψηλότερα επίπεδα ελέγχου, κάτι το οποίο στο κοντινό μέλλον μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρά προβλήματα αναφορικά με τις βασικές ελευθερίες και την ιδιωτικότητα των πολιτών. Δεν ξέρω αν είναι δυνατόν να νομιμοποιήσουμε μεγαλύτερους περιορισμούς. Μερικές φορές, ο νόμος δεν είναι αρκετός.