Στις 17 Ιουνίου 2018, υπογράφηκε, ανάμεσα στη χώρα μας και τη γειτονική Βόρεια Μακεδονία, η Συμφωνία των Πρεσπών με πρωταρχικό σκοπό την επίλυση του ονοματολογικού ζητήματος της δεύτερης, γεγονός το οποίο είχε απασχολήσει επί σειρά ετών τόσο τις δύο συμβαλλόμενες πλευρές, όσο και την παγκόσμια διπλωματία συνολικά. Από τις 25 Ιανουαρίου 2019, με τη δημοσίευση στο ΦΕΚ του Νόμου 4588/2019, η Συμφωνία των Πρεσπών αποτελεί πλέον, ως γνωστόν, εσωτερικό δίκαιο της χώρας μας, με αυξημένη τυπική ισχύ, σύμφωνα με τις διατάξεις του Συντάγματος (άρθρο 28 παρ. 2).
Μέσω της Συμφωνίας αυτής τα δύο μέρη εκδήλωσαν αμοιβαία την πρόθεσή τους να ενισχύσουν και να διευρύνουν τη μεταξύ τους συνεργασία και να την αναβαθμίσουν στο επίπεδο μιας στρατηγικής εταιρικής σχέσης, μεταξύ άλλων και σε τομείς, όπως η γεωργία, η βιομηχανία, το εμπόριο και ο τουρισμός, στο πλαίσιο μίας ευρείας διασυνοριακής συνεργασίας για την ενίσχυση της οικονομίας και των επενδύσεων.
Σύμφωνα με τις παραπάνω παραδοχές και επιδιώξεις των μερών, το άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο θ’ της Συμφωνίας, αποτελώντας την πλέον κεντρική διάταξή της σε σχέση με τα εμπορικά ζητήματα, προβλέπει ότι: “Σε σχέση με τα προαναφερόμενα ονόματα και ορολογίες στις εμπορικές ονομασίες, τα εμπορικά σήματα και τις επωνυμίες, τα Μέρη συμφωνούν να υποστηρίξουν και να ενθαρρύνουν τις επιχειρηματικές κοινότητές τους να θεσμοθετήσουν έναν ειλικρινή, δομημένο και με καλή πίστη διάλογο, στο πλαίσιο του οποίου θα επιδιώξουν και θα επιτύχουν αμοιβαίως αποδεκτές λύσεις στα θέματα που πηγάζουν από τις εμπορικές ονομασίες, τα εμπορικά σήματα και τις επωνυμίες και όλα τα σχετικά ζητήματα σε διμερές και διεθνές επίπεδο.
Για την υλοποίηση των προαναφερόμενων διατάξεων, θα δημιουργηθεί μία διεθνής ομάδα ειδικών η οποία θα αποτελείται από εκπροσώπους των δύο Κρατών στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“ΕΕ”) με την κατάλληλη συμβολή των Ηνωμένων Εθνών και του Διεθνούς Οργανισμού Τροφίμων. Αυτή η ομάδα ειδικών θα συγκροτηθεί εντός του 2019 και θα ολοκληρώσει τις εργασίες της εντός τριών ετών. Τίποτα στο Άρθρο 1 (3) (θ) δεν θα επηρεάσει την παρούσα εμπορική χρήση μέχρις ότου εξευρεθεί αμοιβαία συμφωνία όπως προβλέπεται σε αυτήν την παράγραφο”.
Επιπλέον, στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 7, η Συμφωνία προβλέπει ότι: “Τα Μέρη αναγνωρίζουν ότι η εκατέρωθεν αντίληψή τους ως προς τους όρους “Μακεδονία” και “Μακεδόνας” αναφέρεται σε διαφορετικό ιστορικό πλαίσιο και πολιτιστική κληρονομιά”.
Από τον συνδυασμό των εν λόγω διατάξεων προκύπτει ότι η ίδια η Συμφωνία προέβλεψε ρητά στο κείμενό της τη σύναψη μιας επιμέρους ειδικής συμφωνίας στο πλαίσιο της αρχικής, αναφορικά με τη χρήση των όρων “Μακεδονία” και “μακεδονικός”, όπως αυτοί εμφανίζονται τόσο στις μεταξύ τους συναλλαγές όσο και στις συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα εντός της ΕΕ, αλλά και διεθνώς, αναφορικά με τα εμπορικά σήματα, τις επωνυμίες καθώς και τις ενδείξεις γεωγραφικής προέλευσης που φέρουν τα εκάστοτε διακινούμενα προϊόντα και υπηρεσίες και τα οποία προέρχονται από μία εκ των δύο συμβαλλόμενων χωρών.
Ειδικά όσον αφορά τα προϊόντα με χώρα προέλευσής τους τη Βόρεια Μακεδονία, προβλέφθηκε επιπλέον ότι στις συσκευασίες των προϊόντων παραγωγής και εξαγωγής της γείτονος, θα πρέπει στο εξής υποχρεωτικά να αναγράφεται εμφανώς σε αυτά, ως ένδειξη της χώρας προέλευσής τους, η νέα συνταγματική ονομασία της χώρας. Για την καθοδήγηση δε, στην υλοποίηση του ως άνω διαλόγου, η Συμφωνία προέβλεψε περαιτέρω τη συγκρότηση μίας διεθνούς επιστημονικής ομάδας η οποία θα απαρτίζεται από ειδικούς – εκπροσώπους και των δύο κρατών, εξειδικευμένων στην επίλυση νομικών ζητημάτων που ανακύπτουν από την πρόκληση κινδύνου σύγχυσης και αθέμιτου ανταγωνισμού στις συναλλαγές προϊόντων με γεωγραφικές ενδείξεις και ονομασίες προέλευσης.
Η συγκρότηση της Ομάδας Ειδικών επρόκειτο να πραγματοποιηθεί εντός του 2019, ενώ η ολοκλήρωση της δράσης της τοποθετήθηκε μετά την πάροδο τριών ετών. Η ίδια αυτή αυτούσια πρόβλεψη της Συμφωνίας δε, καταδεικνύει την πρωταρχική σημασία που κατέχει για τις διακρατικές συναλλαγές η επίλυση των ζητημάτων ανασφάλειας και αθέμιτου ανταγωνισμού που προκύπτουν εξαιτίας του ενδεχόμενου κινδύνου παραπλάνησης των προμηθευτών, εμπόρων και καταναλωτών, κατά τη διαμόρφωση της αγοραστικής τους συμπεριφοράς αναφορικά με τη γεωγραφική προέλευση των προϊόντων και υπηρεσιών όχι μόνο στο πλαίσιο των καθημερινών εμπορικών συναλλαγών αλλά και σε επίπεδο πρόκλησης συνεπειών στις εθνικές οικονομίες των μερών μακροπρόθεσμα.
Ωστόσο, για το χρονικό διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της ειδικής αυτής συμφωνίας για τα διακριτικά γνωρίσματα των προϊόντων, η Συμφωνία των Πρεσπών αρκέστηκε στην “προσωρινή λύση” της διατήρησης της “παρούσας εμπορικής χρήσης”, στις αγορές στις οποίες κυκλοφορούσαν ήδη προϊόντα που έφεραν στο σήμα τους τις ενδείξεις “Μακεδονία” και “μακεδονικός”.
Στο πλαίσιο αυτό, οποιεσδήποτε διαφορές θα ανέκυπταν από την αθέμιτη και παραπλανητική χρήση των όρων ως προς την πραγματική προέλευση των προϊόντων θα επιλύονταν υπό το φως των ρυθμίσεων της Διεθνούς Σύμβασης των Παρισίων 1883 για τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
Κατά συνέπεια, τα εκάστοτε αρμόδια εθνικά δικαστήρια θα καλούνταν να εκδίδουν αποφάσεις με βασικό κριτήριο τις αντιλήψεις των καταναλωτών του κράτους, στην επικράτεια του οποίου συντελείται η παράβαση, αναφορικά το ποια γεωγραφική περιοχή θεωρούν οι ίδιοι ως χώρα προέλευσης των προϊόντων που φέρουν τους “επίμαχους” όρους, σύμφωνα με τις συνήθεις αντιλήψεις τους στις συναλλαγές, γεγονός το οποίο από μόνο του πιθανότατα συντελεί στη δημιουργία κλίματος ανασφάλειας στις συναλλαγές, αντίθετα από τις παραπάνω επιδιώξεις και προβλέψεις της Συμφωνίας.
Σε επίπεδο ΕΕ, υπό την ισχύ του Γενικού Κανονισμού Σήματος Ευρωπαϊκής Ένωσης 2017/1001, καθώς και υπό το ενδεχόμενο μελλοντικής εισόδου της Βόρειας Μακεδονίας σε αυτή, ανέκυψε το ζήτημα τυχόν επιδίωξης μετατροπής, των περίπου 75 κατατεθειμένων εθνικών σημάτων, που έχει σήμερα η ίδια στην “κατοχή” της και τα οποία περιέχουν τον όρο MACEDONIA, σε Σ.Ε.Ε., ώστε να είναι δυνατό, εξαιτίας της τυχόν χρονικής τους προτεραιότητας, να αποτρέψουν την κατοχύρωση ή να επιφέρουν την ακύρωση νέων Ευρωπαϊκών Σημάτων με τους όρους Μακεδονία, Macedonia, κλπ. από ελληνικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με όλα αυτά, και δεδομένης της ύπαρξης περίπου 16 ήδη καταχωρισμένων ελληνικών ΣΕΕ που φέρουν τους όρους “Μακεδονία” και “μακεδονικό”, εύλογα προκλήθηκαν έντονες ανησυχίες στην ελληνική πλευρά, η οποία έλαβε σε κάθε περίπτωση υπόψιν το γεγονός ότι σύμφωνα με τους κανόνες του Ευρωπαϊκού Δικαίου, οι προβλέψεις μίας διμερούς διακρατικής Συμφωνίας δεν μπορούν να αναιρούν ή να τροποποιούν το περιεχόμενο διατάξεων ενωσιακού δικαίου αμέσου εφαρμογής.
Μέσα σε αυτό το κλίμα “προσωρινότητας” και “ανασφάλειας” και κυρίως ελλείψει οποιωνδήποτε ενεργειών για τη συγκρότηση, εντός του 2019, κατά τα προβλεπόμενα στη Συμφωνία, της Επιτροπής Διαλόγου των Ειδικών – εκπροσώπων για τη σύναψη της ειδικής συμφωνίας για τα διακριτικά γνωρίσματα των προϊόντων που φέρουν την ένδειξη “Μακεδονία” ή “μακεδονικός”, η ελληνική πλευρά έσπευσε να δώσει από μόνη της λύση στο ζήτημα, αναλογιζόμενη το γεγονός ότι η Μακεδονία είναι μία περιοχή της Ελλάδας με συγκεκριμένα ιστορικά, πολιτιστικά και γεωγραφικά χαρακτηριστικά, τα οποία έχουν αποδειχθεί κατά καιρούς βαρύνουσας σημασίας, καθώς προσδίδουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ποιότητας στα προϊόντα παραγωγής και εξαγωγής από τις ελληνικές επιχειρήσεις, οφειλόμενα ακριβώς στη γεωγραφική τους προέλευση.
Στις 18 Νοεμβρίου 2019 με πρωτοβουλία του Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος, κατατέθηκε ενώπιον του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας της Ε.Ε. το Συλλογικό Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα μακεδονικά προϊόντα. Ο θεσμός του ΣΣΕΕ θεωρήθηκε ως το πλέον κατάλληλο νομικό εργαλείο του Κανονισμού 2017/1001, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει την απαραίτητη “ομπρέλα προστασίας” για την αποφυγή του κινδύνου παραπλάνησης ως προς την προέλευση των ελληνικών προϊόντων -σε αντιπαραβολή προς τα προερχόμενα από τη γειτονική Βόρεια Μακεδονία- τα οποία φέρουν στο σήμα και τα εν γένει διακριτικά γνωρίσματά τους τις έννοιες “Μακεδονία” και “μακεδονικός”.
Πράγματι, μέσω του νομικού εργαλείου ΣΣΕΕ παρέχεται επαρκής και ομοιόμορφη προστασία των προϊόντων τους, σε μεγάλο αριθμό παραγωγών, προμηθευτών, και εξαγωγέων – μελών του ΣΕΒΕ, σε ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ. Άλλωστε, εγγενές χαρακτηριστικό του ΣΣΕΕ είναι πρωτίστως η δυνατότητα χρήσης του και η μέσω αυτής παρεχόμενη προστασία, σε μεγάλο αριθμό προσώπων – μελών της δικαιούχου – επαγγελματικής ένωσης, με κριτήριο την προέλευση των διατιθέμενων προϊόντων, τη στιγμή που για την κατάθεσή του νομιμοποιείται να προβαίνει αποκλειστικά και μόνο ένωση προσώπων ιδιωτικού δικαίου ή ν.π.δ.δ. της ίδιας περιοχής.
Το σήμα που κατατέθηκε πρόκειται συγκεκριμένα για ένα κεφαλαίο “Μ”, το αρχικό δηλαδή γράμμα της “Μακεδονίας”, το οποίο επιπλέον συνοδεύεται από τη φράση “Macedonia The GReat”. Η ένδειξη παραπέμπει εμφανώς στον πασίγνωστο, διαχρονικά ανά τον κόσμο, Μέγα Αλέξανδρο (Alexander the Great), υποδηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο τον κοινό τόπο “καταγωγής” των προϊόντων που φέρουν το σήμα, με τον ιστορικό ήρωα της αρχαιότητας. Η συνειρμική σύνδεση που επιχειρείται δε, μέσω της κατατεθείσας ένδειξης, με τον Μέγα Αλέξανδρο, ως προσώπου απαράμιλλης φήμης και συμβόλου ισχύος, αφήνει να εννοηθεί ένας σαφής υπαινιγμός αναφορικά με την υψηλού επιπέδου ποιότητα των παραγόμενων στην περιοχή της Μακεδονίας προϊόντων, που ως εκ τούτου φέρουν το αντίστοιχο σήμα.
Ενδεχομένως, δε, με αυτό τον συμβολισμό να προκαλείται σαφής υπαινιγμός για τη μακρά παράδοση της περιοχής της Μακεδονίας στην παραγωγή των αντίστοιχων προϊόντων. Το γεγονός άλλωστε ότι τα δύο πρώτα γράμματα της λέξης “GReat” αποτυπώνονται κεφαλαία και τονισμένα έχει ως αποτέλεσμα τη σχεδόν αυτόματη, οπτική σύνδεση και με τα λατινικά αρχικά κεφαλαία γράμματα “GR” που χρησιμοποιούνται διεθνώς σε όλες τις εμπορικές συναλλαγές για την Ελλάδα. Στο ίδιο πνεύμα, τα χρώματα που έχουν επιλεγεί για την αποτύπωση του σήματος δεν είναι άλλα από το λευκό και το σκούρο μπλε ως τα κατεξοχήν και διεθνώς καθιερωμένα ελληνικά χρώματα.
Η διακριτική δύναμη του σήματος εντείνεται επιπλέον από την μία κάθετη γραμμή του γράμματος “Μ” σε σχήμα αρχαιοελληνικού κίονα, τονίζοντας την ελληνικότητά του. Δεδομένου δε ότι το εν λόγω σήμα προορίζεται για να διακρίνει το σύνολο των μακεδονικών προϊόντων, ανεξάρτητα από το είδος τους, το σχηματιζόμενο από το γράμμα “Μ” τραπέζιο, που αρχικά παραπέμπει στην αρχιτεκτονική, μπορεί να “μετατρέπεται” σε πιρούνι, όταν πρόκειται για τρόφιμα (GREAT FOOD), σε φύλλο για τα αγροτικά προϊόντα (GREAT LAND), σε μπουκάλι προκειμένου για κρασιά (GREAT WINE) και σε μία διάταξη μικροτσιπ για τεχνολογικά αγαθά (GREAT TECH).
Για τη μέγιστη δυνατή αναγνωρισιμότητα του σήματος από το ευρύ κοινό, άλλωστε, επιχειρήθηκε ενδελεχής έρευνα ως προς την επιλογή τρόπου γραφής της λέξης “Macedonia” στο σήμα, με κριτήριο τον αριθμό των αποτελεσμάτων αναζήτησης του λήμματος στον παγκόσμιο ιστό, τόσο με το γράμμα “C” όσο και με το γράμμα “K”. Μεταξύ των δύο, επιλέχθηκε το πρώτο εξαιτίας του κατά περίπου 30 φορές μεγαλύτερου αριθμού αποτελεσμάτων.
Η απήχηση που φάνηκε, δε, να έχει εξ αρχής το εγχείρημα στους μελλοντικούς δικαιούχους του – εμπόρους της περιοχής ήταν ανέλπιστα μεγάλη ήδη κατά το πρώιμο στάδιο της κατάθεσης της αίτησης του σήματος, όταν περισσότερες από 2.000 επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων τόσο ατομικών όσο και εταιριών εκδήλωσαν σχεδόν αμέσως το ενδιαφέρον τους να αποτελέσουν νόμιμους δικαιούχους του, προκειμένου να το χρησιμοποιούν στα διατιθέμενα εντός της Ένωσης προϊόντα τους.
Στις 24 Μαρτίου 2020 η αίτηση κατάθεσης του Σήματος έγινε δεκτή και δημοσιεύθηκε. Στις 19 Μαϊου 2020, διαρκούσης της προθεσμίας άσκησης ανακοπής εναντίον της κατατεθείσας αίτησης, η εταιρεία KOZUVCANKA DOO, με έδρα τη Β. Μακεδονία, υπέβαλε αίτημα ανακοπής, για τις 11 από τις 38 αιτούμενες συνολικά κλάσεις καταχώρισης του μακεδονικού ΣΣΕΕ, δηλώνοντας την πρόθεσή της να επαναφέρει παλαιότερη αίτηση σήματος που είχε καταθέσει στο Γραφείο Διανοητικής ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρησιμοποιώντας εκφράσεις όπως “MAKEDONSKO” και “MACEDONIAN PREMIUM BEER”, η οποία, όμως, είχε απορριφθεί τελεσίδικα από το Τμήμα Προσφυγών του Γραφείου, το οποίο απέρριψε το αιτούμενο σήμα ως περιγραφικό, καθότι περιείχε γεωγραφική ένδειξη κι ως εκ τούτου προσέκρουε σε λόγο απόλυτου απαραδέκτου σύμφωνα με το άρθρο 7 παρ. 1 του Κανονισμού 2017/1001 για το ΣΕΕ.
Για τον λόγο αυτό άλλωστε η εταιρεία έχει ήδη προσφύγει ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, γεγονός που επέφερε την αναστολή εξέτασης της ανακοπής της, κατά της αίτησης καταχώρισης του μακεδονικού ΣΣΕΕ, ενώπιον του Γραφείου. Είναι βέβαια προφανές ότι πιθανότατα η προσφυγή στην ουσία στόχευε αποκλειστικά στην καθυστέρηση της οριστικής κατοχύρωσης του μακεδονικού σήματος. Κατά το αυτό χρονικό διάστημα, κατατέθηκαν, ακόμη, “παρατηρήσεις τρίτων”, από εταιρείες και φορείς της Βόρειας Μακεδονίας, μεταξύ άλλων δε και από το Οικονομικό Επιμελητήριο της χώρας, με την επωνυμία “Economic Chamber of Macedonia”, με σκοπό το Γραφείο να μην κάνει δεκτό προς καταχώριση το σήμα του ΣΕΒΕ.
Στις 20 Ιουλίου 2021, ο ΣΕΒΕ, εκτιμώντας τις δυσμενείς από την καθυστέρηση συνέπειες, προκειμένου να επισπεύσει τις εξελίξεις, προέβη σε διαίρεση της αίτησης καταχώρισης του σήματός του, ώστε να προχωρήσει απρόσκοπτα η διαδικασία καταχώρισης για τις συνολικά 27 αιτούμενες κλάσεις προϊόντων και υπηρεσιών που δεν είχαν προσβληθεί με την ανακοπή. Σχεδόν ταυτόχρονα, το EUIPO γνωστοποίησε περαιτέρω στην ελληνική πλευρά ότι όλες οι “παρατηρήσεις τρίτων” των εταιριών και φορέων των Σκοπίων ουσιαστικά απορρίφθηκαν, καθώς κρίθηκε ότι από αυτές δεν προκύπτουν αμφιβολίες σχετικά με την καταλληλότητα της καταχώρισης του σήματος του ΣΕΒΕ, προσφέροντας μέσω της θέσης του βάσιμες ελπίδες για την οριστική καταχώριση του σήματος για την πλειοψηφία των αιτούμενων κλάσεων.
Πράγματι, στις 16 Αυγούστου το μακεδονικό ΣΣΕΕ καταχωρίστηκε οριστικά για τις αιτούμενες 27 κλάσεις, ενώ άμεσα αναμένεται η κατοχύρωσή του και για τις υπόλοιπες 11 κλάσεις προϊόντων και υπηρεσιών, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης της υποβληθείσας ανακοπής, δεδομένης της προγενέστερης τελεσίδικης απόρριψης της αίτησης του “αντιπάλου” σήματος, αλλά και την πρόσφατη σχετική απορριπτική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου επί της προσφυγής της εταιρείας KOZUVCANKA DOO κατά του ΕUIPO.
Όπως όλα δείχνουν, αυτή η ιστορικής σημασίας στιγμή για τα δεδομένα του ελληνικού εμπορίου ανοίγει τον δρόμο για το μέλλον του branding των μακεδονικών προϊόντων. Με τον τρόπο αυτό άλλωστε, η χώρα μας έχει εξασφαλίσει ήδη το προβάδισμα να ξεχωρίσει στις διεθνείς αγορές τόσο για την καινοτομία του εγχειρήματος όσο και για την πρωτοτυπία και διακριτική δύναμη του ίδιου του ΣΣΕΕ, αποτελώντας “επιρροή” για αντίστοιχες πρωτοβουλίες προερχόμενες τόσο από άλλες περιφέρειες στο εσωτερικό της αλλά και εντός Ε.Ε., ώστε τα ευρωπαϊκά προϊόντα να διατηρούν εμφανή την “ταυτότητα” και την εξ αυτής ποιότητα προέλευσής τους.