Της Αλεξιάννας Τσότσου
Οι τραπεζικές συγχωνεύσεις στην Ελλάδα, κυρίως αυτές που πραγματοποιήθηκαν την εποχή της κρίσης με στόχο την επιβίωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, έλαβαν διάφορες μορφές εξαγοράς και απόκτησης του ελέγχου της μίας επιχείρησης από την άλλη και οδήγησαν σε μια έντονα συγκεντρωτική αγορά, στην οποία ωστόσο κρίθηκε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος περιορισμού του ανταγωνισμού.
Οι συγχωνεύσεις και εξαγορές αποτελούν έναν από τους βασικότερους τομείς που απασχολούν τα τελευταία χρόνια τις επιχειρήσεις, ως ένας τρόπος να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις και τον ανταγωνισμό στη σύγχρονη εποχή. Στόχος τους είναι η αποδοτικότητα, η μείωση των δαπανών και η αύξηση της κερδοφορίας, αλλά συχνά παρατηρείται το φαινόμενο των αμυντικών συγχωνεύσεων, των οποίων η επιδίωξη είναι η βιωσιμότητα και η διατήρηση στην αγορά.
Οι τραπεζικές συγχωνεύσεις που πραγματοποιήθηκαν τα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα ανήκαν κυρίως στη δεύτερη κατηγορία, με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση της τραπεζικής αγοράς και τη δημιουργία τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Οι συγχωνεύσεις αυτές απασχόλησαν την Επιτροπή Ανταγωνισμού, πλην όμως δεν θεωρήθηκε ότι περιορίζουν τον ανταγωνισμό και γι’ αυτό το λόγο ολοκληρώθηκαν ομαλά, με τις όποιες δυσκολίες και καθυστερήσεις να εντοπίζονται κυρίως στις συμφωνίες εξαγοράς εκ μέρους των διοικήσεων των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Νομικό πλαίσιο συγχωνεύσεων
Οι συγχωνεύσεις ανώνυμων εταιρειών και δη πιστωτικών ιδρυμάτων διέπονται από το ακόλουθο νομικό πλαίσιο:
- Το νόμο 4548/2018 περί Ανωνύμων Εταιρειών.
- Το νόμο 4601/2019, ο οποίος συστηματοποιεί το δίκαιο των εταιρικών μετασχηματισμών τόσο κατά είδος (συγχωνεύσεις, μετατροπές, διασπάσεις) όσο και κατά εταιρική μορφή, ρυθμίζοντας μετασχηματισμούς από ομοειδείς αλλά και διαφορετικές εταιρικές μορφές.
- Το άρθρο 16 του νόμου 2515/1997 που ρυθμίζει τις συγχωνεύσεις μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων.
- Το άρθρο 9 του νόμου 2992/2002 για την παροχή φορολογικών κινήτρων στις συγχωνευόμενες εταιρίες.
Τα είδη των συγχωνεύσεων
Ο όρος συγχώνευση χρησιμοποιείται με ευρεία έννοια, συμπεριλαμβάνοντας κάθε μορφή ενοποίησης δύο ή περισσότερων επιχειρήσεων, κατά την οποία μεταβιβάζεται το ενεργητικό και το παθητικό της μίας επιχείρησης σε μία άλλη, με την πρώτη συνήθως να παύει να υφίσταται και τη δεύτερη να τη διαδέχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της υπό το καθεστώς οιονεί καθολικής διαδοχής.
Ο όρος εξαγορά είναι στενότερος, καθώς σημαίνει την αγορά έναντι ανταλλάγματος του ενεργητικού μιας εταιρείας και την ταυτόχρονη ρευστοποίηση του παθητικού. Η εξαγοράζουσα εταιρεία αποκτά τον έλεγχο της εξαγοραζόμενης, η οποία μπορεί να συνεχίσει να υφίσταται ως υποκείμενο δικαίου, αποτελώντας θυγατρική της πρώτης.
Με δεδομένο ότι οι συγχωνεύσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων γίνονται μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά, με κοινή συμφωνία μεταξύ τους, πρόκειται για οριζόντιες φιλικές συγχωνεύσεις
Η συγχώνευση των ανώνυμων εταιρειών σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο μπορεί να γίνει με απορρόφηση, με σύσταση νέας εταιρείας ή με εξαγορά, η οποία περαιτέρω διακρίνεται σε εξαγορά με απόκτηση του μετοχικού κεφαλαίου ή με απόκτηση των στοιχείων του ενεργητικού μιας επιχείρησης. Εκτός από αυτή τη διάκριση που αφορά τη νομική μορφή της συναλλαγής, ενδιαφέρουσα είναι και η διάκριση σε οριζόντια και κάθετη συγχώνευση ανάλογα με τη συσχέτιση των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων ή επιχειρήσεων με σχέση αγοραστή-προμηθευτή αντίστοιχα, αλλά και η διάκριση σε φιλική και επιθετική συγχώνευση ανάλογα με τη συμπεριφορά των εμπλεκόμενων διοικήσεων και την ύπαρξη ή μη κοινού επιχειρηματικού σχεδίου και συμφωνίας. Με δεδομένο ότι οι συγχωνεύσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων γίνονται μεταξύ ομοειδών επιχειρήσεων, οι οποίες δραστηριοποιούνται στην ίδια αγορά, με κοινή συμφωνία μεταξύ των διοικήσεων, πρόκειται για οριζόντιες φιλικές συγχωνεύσεις.
Ο έλεγχος των συγκεντρώσεων υπό το πρίσμα του ελεύθερου ανταγωνισμού
Οι συγχωνεύσεις οποιασδήποτε μορφής ελέγχονται με βάση είτε το ενωσιακό είτε το εθνικό νομικό πλαίσιο περί συγκεντρώσεων και ελεύθερου ανταγωνισμού, ανάλογα με το αν ασκούν επιρροή και περιορίζουν τον ανταγωνισμό στην ευρωπαϊκή ή την εθνική αγορά.
Εν προκειμένω, θεμελιώδεις διατάξεις της Συνθήκης για την Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), σχετικές με την έννοια της συγκέντρωσης και τη σχέσης της με τον ελεύθερο ανταγωνισμό, είναι τα άρθρα 101 και 102. Το άρθρο 101 θεωρεί ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά και απαγορεύει τις συμπράξεις των επιχειρήσεων, ως συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές, που έχουν ως αντικείμενο ή αποτέλεσμα την παρεμπόδιση, τον περιορισμό ή την νόθευση του ανταγωνισμού μέσα στην εσωτερική αγορά. Το άρθρο 102 απαγορεύει την καταχρηστική εκμετάλλευση της δεσπόζουσας θέσης των επιχειρήσεων μέσα στην εσωτερική αγορά ή σε σημαντικό μέρος της, εφόσον δύναται να περιορίσει τον ελεύθερο ανταγωνισμό των επιχειρήσεων σε αυτή.
Σε εθνικό επίπεδο, τα άρθρα 5-9 του νόμου 3959/2011 αναφέρονται στις συγκεντρώσεις επιχειρήσεων με ευρεία έννοια και κατά συνέπεια στις εξαγορές και τις συγχωνεύσεις, αφού η συγκέντρωση ορίζεται ως η μόνιμη μεταβολή του ελέγχου που προκύπτει από τη συγχώνευση προηγουμένως ανεξάρτητων επιχειρήσεων ή από την απόκτηση με εξαγορά τίτλων ή στοιχείων του ενεργητικού.
Στην εξέταση της υπόθεσης από την Επιτροπή Ανταγωνισμού συνυπολογίζεται η διάρθρωση των σχετικών αγορών, η ύπαρξη εμποδίων εισόδου, οι εναλλακτικές επιλογές και η δημιουργία ή ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης
Η πραγματοποίηση μιας συγκέντρωσης στην Ελλάδα ελέγχεται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού ως δυνάμενη να περιορίσει σημαντικά τον ανταγωνισμό μέσα στην εθνική αγορά ή σε σημαντικό μέρος της με βάση τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων και ιδιαίτερα τη δημιουργία ή την κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Για την πραγματοποίηση του ελέγχου από την πλευρά της Επιτροπής Ανταγωνισμού, κάθε επικείμενη πράξη συγκέντρωσης πρέπει να γνωστοποιείται σε αυτήν τουλάχιστον 30 ημέρες από τη σύναψη της συμφωνίας ή τη δημοσίευση της προσφοράς, εφόσον ο συνολικός κύκλος εργασιών των συγχωνευόμενων επιχειρήσεων ανέρχεται σε τουλάχιστον 150 εκατομμύρια ευρώ. Στην εξέταση της υπόθεσης λαμβάνονται υπόψη οι συνθήκες και η διάρθρωση των σχετικών αγορών, ο ανταγωνισμός, η προοπτική μελλοντικής εισόδου στην αγορά τρίτων επιχειρήσεων, η ύπαρξη εμποδίων εισόδου στην αγορά, οι εναλλακτικές επιλογές τόσο των καταναλωτών όσο και των προμηθευτών και η πιθανή δημιουργία ή ενίσχυση της δεσπόζουσας θέσης.
Οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό κλάδο στην Ελλάδα
Οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό κλάδο αποτελούν οριζόντιες συγχωνεύσεις, καθώς αφορούν επιχειρήσεις που είναι πραγματικοί ή δυνητικοί ανταγωνιστές στην ίδια σχετική αγορά. Οι οριζόντιες συγκεντρώσεις ενδέχεται να εμποδίσουν σημαντικά τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό, ιδίως με τη δημιουργία ή την ενίσχυση δεσπόζουσας θέσης, καταργώντας σημαντικές ανταγωνιστικές πιέσεις και καθιστώντας τον συντονισμό μεταξύ των επιχειρήσεων ευκολότερο, σταθερότερο ή αποτελεσματικότερο.
Οι τραπεζικές συγκεντρώσεις, πάντως, δεν είναι καινούρια πρακτική στην Ελλάδα. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, η χρηματιστηριακή έκρηξη και η βελτίωση των οικονομικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας οδήγησαν σε σημαντικές συγχωνεύσεις τραπεζικών ιδρυμάτων, όπως για παράδειγμα η συγχώνευση της Ιονικής Τράπεζας με την Alpha Bank, της Τράπεζας Εργασίας με τη Eurobank και της Τράπεζας Χίου με την Πειραιώς. Το δεύτερο κύμα των συγχωνεύσεων στην Ελλάδα ήρθε τα χρόνια 2002-2006 με εμβληματικές συγχωνεύσεις στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών και της βιομηχανίας, χωρίς όμως να λείπουν και οι συγχωνεύσεις στον τραπεζικό τομέα (π.χ. Τράπεζα Πειραιώς – ΕΤΒΑ, Societe General – Γενική Τράπεζα).
Οι κυριότερες, όμως, αλλαγές στο χρηματοπιστωτικό τοπίο επήλθαν με την κρίση και κυρίως από το 2012 και μετά, οπότε επρόκειτο για αμυντικές συγχωνεύσεις με στόχο την εξυγίανση και την επιβίωση των τραπεζικών ιδρυμάτων. Οι πιο εμβληματικές εξελίξεις ήταν η εφαρμογή μέτρων εξυγίανσης που οδήγησαν στη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της Αγροτικής Τράπεζας στην Τράπεζα Πειραιώς και οι εξαγορές της Γενικής Τράπεζας από την Τράπεζα Πειραιώς και της Εμπορικής Τράπεζας από την AlphaBank. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκαν οι τέσσερις συστημικής σημασίας τράπεζες (Εθνική, Eurobank, Alpha Bank και Πειραιώς), των οποίων η κεφαλαιακή επάρκεια ενισχύθηκε από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Με βάση το νόμο 2515/1997, ο οποίος ρυθμίζει τις συγχωνεύσεις μεταξύ χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αυτές πρέπει να εγκριθούν από την Τράπεζα της Ελλάδος και στη συνέχεια να ακολουθήσει εγκριτική απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης, σύμφωνα και με τις διατάξεις της νομοθεσίας περί ανωνύμων εταιρειών. Η Τράπεζα της Ελλάδος μπορεί με απόφαση της να απορρίψει την συγχώνευση, όταν αποδεικνύεται ανεπαρκής οργάνωση από άποψη διοικητική, λογιστική ή ελεγκτική ή όταν δεν τηρούνται οι αρχές και οι κανόνες σχετικά με την εποπτεία, τη συγκέντρωση κινδύνων και την κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών.
Ο έλεγχος εκ μέρους της Τράπεζας της Ελλάδος δεν καλύπτει ζητήματα ελεύθερου ανταγωνισμού, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, είναι αρμοδιότητα της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Στη φάση των αμυντικών τραπεζικών συγχωνεύσεων του τρίτου κύματος, η ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού συνεργάστηκε με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία ήλεγξε τις πτυχές των συναλλαγών που αφορούσαν τις κρατικές ενισχύσεις, ενώ προς αρωγή των ερευνών της ζήτησε και από την Τράπεζα της Ελλάδος την παροχή πληροφοριών και δεδομένων για τον τραπεζικό και τον ασφαλιστικό κλάδο.
Η έρευνα για τον περιορισμό του ανταγωνισμού από την πλευρά της Επιτροπής Ανταγωνισμού όσον αφορά στις τραπεζικές συγχωνεύσεις εκτείνεται αφενός στον έλεγχο των επηρεαζόμενων αγορών, όπως των καταθέσεων και των χορηγήσεων λιανικής και επιχειρηματικής τραπεζικής, των μέσων πληρωμής και καρτών, της πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων και της διάθεσης αμοιβαίων κεφαλαίων. Αφετέρου, καταλαμβάνει και τις μη επηρεαζόμενες αγορές, όπως αυτές των χρηματιστηριακών απαιτήσεων, της παροχής ασφαλιστικών υπηρεσιών και των υπηρεσιών ασφαλιστικής διαμεσολάβησης καθώς και των κτηματομεσιτικών δραστηριοτήτων.
Οι συγχωνεύσεις που οδήγησαν στη δημιουργία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών εγκρίθηκαν από την Επιτροπή Ανταγωνισμού, είναι όμως ενδιαφέροντα τα συμπεράσματα που προέκυψαν σχετικά με τη μορφή των συγκεντρώσεων και την επίδρασή τους στον ανταγωνισμό της εθνικής αγοράς.
Όσον αφορά στη συγχώνευση της Αγροτικής Τράπεζας με την Τράπεζα Πειραιώς, κρίθηκε ότι συγκέντρωση υφίσταται ακόμη και όταν μεταβιβάζονται συγκεκριμένα στοιχεία του ενεργητικού μιας επιχείρησης, εφόσον τα στοιχεία αυτά συνιστούν μια επιχειρηματική δραστηριότητα με παρουσία στην αγορά και σαφώς προσδιορισμένο κύκλο εργασιών. Η μεταβίβαση δεν είναι απαραίτητο να αφορά μόνο στοιχεία του ενεργητικού, αλλά μπορεί να αφορά και στοιχεία του παθητικού, ακριβώς όπως συνέβη στην εν λόγω συγκέντρωση, η οποία συνιστά απόκτηση ελέγχου σε τμήμα επιχείρησης μέσω της μεταβίβασης στοιχείων του ενεργητικού και του παθητικού της υπό ειδικής εκκαθάρισης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας «Αγροτική Τράπεζα» στην ανώνυμη τραπεζική εταιρεία «Τράπεζα Πειραιώς», όπως εγκρίθηκε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού σε ολομέλεια τον Οκτώβριο του 2012.
Η συγχώνευση της Εμπορικής Τράπεζας με την Alpha Bank είχε την ιδιαιτερότητα ότι το 95% των μετοχών της Εμπορικής κατείχε η Credit Agricole S.A. Έτσι, η εξαγορά της Εμπορικής από την Alpha Bank έγινε με την απόκτηση του συνόλου των μετοχών εκδόσεως της Εμπορικής που βρίσκονταν στην κυριότητα της Credit Agricole, με αποτέλεσμα η Εμπορική να καθίσταται θυγατρική επιχείρηση της Alpha Bank. Εφόσον με την εξαγορά του συνόλου των μετοχών με δικαίωμα ψήφου επήλθε μόνιμη μεταβολή του ελέγχου της Εμπορικής από τη Credit Agricole στην Alpha Bank, επρόκειτο για συγκέντρωση επιχειρήσεων, η οποία ελέγχθηκε από την Επιτροπή Ανταγωνισμού και κρίθηκε συμβατή με τις απαιτήσεις λειτουργίας του ανταγωνισμού στις επιμέρους αγορές τις οποίες αφορά με απόφαση που εκδόθηκε το Δεκέμβριο του 2012.
Συμπερασματικά
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα που δημιουργήθηκε από τις αμυντικές συγχωνεύσεις την εποχή της κρίσης αποτελεί ένα από τα πιο συγκεντρωτικά συστήματα στην Ευρώπη και τον κόσμο
Οι συγχωνεύσεις μεταξύ επιχειρήσεων εξυπηρετούν πολλές διαφορετικές λειτουργίες και μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές, οι οποίες εμπίπτουν στην έννοια των συγκεντρώσεων που ελέγχονται στο πλαίσιο της προστασίας του ελεύθερου ανταγωνισμού. Οι τραπεζικές συγχωνεύσεις στην Ελλάδα δεν αποτελούν εξαίρεση, αφού τόσο οι στόχοι τους όσο και οι τρόποι ολοκλήρωσής τους διέφεραν ανάλογα με τη χρονική περίοδο και την εκάστοτε περίπτωση. Το τραπεζικό σύστημα που δημιουργήθηκε από τις αμυντικές συγχωνεύσεις την εποχή της κρίσης, στοχεύοντας στην επιβίωση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αποτελεί ένα από τα πιο συγκεντρωτικά συστήματα στην Ευρώπη και τον κόσμο. Παρ’ όλα αυτά, κρίθηκε ότι δεν επιφέρει στρεβλώσεις στον ελεύθερο ανταγωνισμό, αλλά αντίθετα προωθεί και ενισχύει τις αγορές τις οποίες αφορά.
Ιωάννης Λιανός, Πρόεδρος της Ελληνικής Επιτροπής Ανταγωνισμού
- Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, έτσι όπως διαμορφώθηκε μετά τις συγχωνεύσεις των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων την εποχή της κρίσης, είναι ένα από τα πιο συγκεντρωτικά στον κόσμο. Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που καταφέρνουν να συγκεράσουν αυτή την υψηλή συγκέντρωση των παρεχόμενων υπηρεσιών σε 4 μόλις επιχειρήσεις με την απρόσκοπτη λειτουργία του ελεύθερου ανταγωνισμού;
Ο τραπεζικός κλάδος στην Ελλάδα υπέστη κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης σημαντική συρρίκνωση, όπως προκύπτει και από την εξέλιξη του δείκτη συγκέντρωσης κεφαλαίων CR5 (μερίδιο αγοράς των πέντε πρώτων του κλάδου), ο οποίος αυξήθηκε από 69% το 2009 σε 97% το 2019 (πηγή ECB). Οι 4 συστημικές τράπεζες εξ αρχής αντιμετώπιζαν σημαντικά προβλήματα λόγω των κόκκινων δανείων και για το λόγο αυτό προχώρησαν και οι τέσσερις στην εκχώρηση της διαχείρισης χαρτοφυλακίων μη εξυπηρετούμενων δανείων σε εταιρίες διαχείρισης κεφαλαίων. Η συγκέντρωση του κλάδου είναι, επομένως, άρρητα συνδεδεμένη με την πολυετή οικονομική κρίση στην Ελλάδα και δύναται να δικαιολογείται και αντικειμενικά, καθώς αντίστοιχου πληθυσμού χώρες έχουν επίσης μικρό αριθμό τραπεζών, όπως η Πορτογαλία με 3 μεγάλες τράπεζες.
Στον βαθμό που οι 4 συστημικές τράπεζες ανταγωνίζονται μεταξύ τους στις βασικές οικονομικές παραμέτρους, όπως στις υπηρεσίες για χορήγηση δανείων και για καταθέσεις, πιστωτικές κάρτες, τραπεζικές συναλλαγές κλπ, η Επιτροπή Ανταγωνισμού δεν έχει λόγο να παρέμβει.
Όπως όμως γνωρίζετε, η Επιτροπή το 2019 προέβη σε επιτόπιους ελέγχους, για να ελέγξει υπόνοιες περί παραβάσεων των κανόνων ανταγωνισμού στη λιανική και επιχειρηματική τραπεζική. Η αξιολόγηση του φακέλου της υπόθεσης θα δείξει σε ποιο βαθμό λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην εν λόγω αγορά. Παράλληλα, βρίσκεται σε εξέλιξη στην Επιτροπή Ανταγωνισμού κλαδική έρευνα στο FINTECH, σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος, προκειμένου να διερευνηθεί η συμβολή που μπορεί να έχουν οι νέες τεχνολογίες στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα για την αύξηση του ανταγωνισμού αναφορικά με το εύρος υπηρεσιών και τις χρεώσεις για τους καταναλωτές.
- Υπάρχει διεθνώς μια αυξανόμενη τάση για συγχωνεύσεις σε διάφορους τομείς της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Θεωρείτε ότι αυτή η τάση εν τέλει θα ωφελήσει ή θα βλάψει τον ελεύθερο ανταγωνισμό στις σχετικές αγορές;
Τα τελευταία έτη, παρατηρούνται τάσεις συγκέντρωσης σε όλους τους κλάδους της παραδοσιακής οικονομίας όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Το θέμα αυτό απασχολεί όλες τις επιτροπές ανταγωνισμού διεθνώς, ενώ έχει αναφερθεί και σε σχετική μελέτη του Επικεφαλής Οικονομολόγου στον Λευκό Οίκο ήδη από το 2016.
Ο βαθμός συγκέντρωσης ενός κλάδου εξαρτάται από πολλές παραμέτρους σε μικροοικονομικό επίπεδο, ενώ σε μακροοικονομικό επίπεδο θα μπορούσε να συσχετιστεί με τον βαθμό εξωστρέφειας μιας οικονομίας, το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και την ένταση του διεθνούς εμπορίου. Αντίστοιχα ερμηνεύεται και ο αντίκτυπος στον ανταγωνισμό και στους τελικούς καταναλωτές. Η συγκέντρωση ενός κλάδου δεν λειτουργεί απαραίτητα εις βάρος των καταναλωτών. Εξαρτάται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της σχετικής αγοράς, αλλά και από τον βαθμό που οι εταιρίες θα συμμορφωθούν με τους κανόνες του ελεύθερου ανταγωνισμού και εκεί η Επιτροπή έχει κομβικό ρόλο τόσο για την πρόληψη και την αποτροπή αντι-ανταγωνιστικών πρακτικών όσο και για την καταστολή αυτών.