Με τη θέσπιση ενός ενιαίου ορίου σε όλη την ΕΕ ως κριτήριο της επιβολής ΦΠΑ στο κράτος του του αγοραστή και την απλή διαδικασία απόδοσής του σε όλα τα κράτη-μέλη, το νέο καθεστώς που ισχύει εδώ και τρεις μήνες φιλοδοξεί να συμβάλλει στον ανταγωνισμό με ίσους όρους μεταξύ των επιχειρήσεων εξ αποστάσεως πώλησης στην ενιαία αγορά.
Από την 1η Ιουλίου 2021 επήλθαν σημαντικές αλλαγές στο καθεστώς του ΦΠΑ για το διασυνοριακό ηλεκτρονικό εμπόριο στην ΕΕ, οι οποίες επηρεάζουν όχι μόνο όλα τα ηλεκτρονικά καταστήματα που αποστέλλουν προϊόντα εκτός της χώρας εγκατάστασής τους, αλλά και τις επιχειρήσεις που διευκολύνουν την παράδοση αγαθών μέσω της χρήσης ηλεκτρονικής διεπαφής. Οι αλλαγές θεσπίζονται με τον ν. 4818/2021, ο οποίος ενσωματώνει στην ελληνική νομοθεσία τις διατάξεις των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/2455, (ΕΕ) 2019/1995 και (ΕΕ) 2018/1910 όσον αφορά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τον φόρο προστιθέμενης αξίας για παροχές υπηρεσιών και πωλήσεις αγαθών εξ αποστάσεως, τροποποιώντας τον Κώδικα ΦΠΑ.
Το σύστημα του ΦΠΑ στην ΕΕ επικαιροποιήθηκε τελευταία φορά το 1993, οπότε το αποτέλεσμα ήταν να μην συμβαδίζει με τη ραγδαία αύξηση του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου, η οποία είχε ήδη διαφανεί πολύ πριν την πανδημία του κορωνοϊού. Το βασικότερο διακύβευμα ήταν να διασφαλιστεί ότι ο ΦΠΑ που οφείλεται για τις διαδικτυακές πωλήσεις καταβάλλεται στη χώρα του καταναλωτή, κάτι που έχει ευρύτερες συνέπειες στην εξισορρόπηση του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ αλλά και τρίτων χωρών, καθώς και στη δραστηριοποίηση επί ίσοις όροις των ηλεκτρονικών και των φυσικών καταστημάτων.
Έτσι, δημιουργήθηκε ένα ομοιόμορφο και απλό σύστημα διαχείρισης στην επιβολή και είσπραξη του ΦΠΑ, το οποίο καλύπτει ως φορολογητέες πράξεις τις εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών εντός της ΕΕ, αλλά και από τρίτες χώρες εκτός ΕΕ.
Αφαίρεση της εξαίρεσης του ΦΠΑ εισαγωγής 22 ευρώ
Μέχρι πρότινος, τα προϊόντα που εισάγονταν στην ΕΕ από τρίτες χώρες είχαν απαλλαγή από τον ΦΠΑ, εφόσον επρόκειτο για εμπορεύματα χαμηλής αξίας, ήτοι κάτω των 22 ευρώ. Αυτό προσέφερε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνταν εκτός ΕΕ (π.χ. στην Κίνα), καθώς οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν απολάμβαναν αυτής της απαλλαγής. Η μειονεκτική αυτή θέση επιτεινόταν και από τις ουκ ολίγες φορολογικές απάτες που γίνονταν, με στόχο να εμφανίζεται η εισαγωγή εμπορευμάτων από χώρες εκτός ΕΕ, παρόλο που η αρχική εγκατάσταση της επιχείρησης ήταν εντός ΕΕ.
Μετά την 1η Ιουλίου 2021, αυτή η ανισορροπία αποκαταστάθηκε με την αφαίρεση της εξαίρεσης του ΦΠΑ. Πλέον, όλα τα προϊόντα από τρίτες χώρες επιβαρύνονται με ΦΠΑ ανεξαρτήτως της αξίας τους, ακριβώς όπως συμβαίνει και σε όλες τις πωλήσεις αγαθών μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ.
Η αλλαγή στο χρηματικό όριο για τον καθορισμό του ΦΠΑ με βάση το κράτος-μέλος του αγοραστή
Η σημαντικότερη αλλαγή με το νέο καθεστώς του ΦΠΑ σχετίζεται με την επιβολή του στο κράτος του αγοραστή και όχι του πωλητή, κάτι το οποίο καθορίζεται πλέον από ένα ενιαίο χρηματικό όριο για όλη την ΕΕ.
Με το προηγούμενο καθεστώς, οι πωλητές ηλεκτρονικού εμπορίου υπόκειντο στο ΦΠΑ της χώρας εγκατάστασής τους, εφόσον οι πωλήσεις τους δεν ξεπερνούσαν ένα συγκεκριμένο όριο για κάθε χώρα, το οποίο κυμαινόταν από 35.000 έως 100.000 ευρώ ανάλογα με το κράτος. Αν το ξεπερνούσαν, τότε ο ΦΠΑ αποδιδόταν στο κράτος του αγοραστή.
Πέρα από την πολυπλοκότητα των διαφορετικών ορίων, η μεγαλύτερη γραφειοκρατία εντοπιζόταν στο γεγονός ότι η επιχείρηση έπρεπε να διαθέτει αριθμό φορολογικού μητρώου ΦΠΑ σε κάθε κράτος-μέλος, στο οποίο ο κύκλος εργασιών της υπερέβαινε το συγκεκριμένο κατώτατο όριο της χώρας, ώστε να αποδίδει τον ΦΠΑ σε αυτήν.
Η απλοποίηση που επέρχεται πλέον είναι διττή. Αφενός, η διαδικασία απόδοσης του ΦΠΑ στο κράτος-μέλος του αγοραστή γίνεται με ενιαίο τρόπο για όλα τα κράτη μέσω της μονοαπευθυντικής θυρίδας, όπως θα αναπτυχθεί παρακάτω. Αφετέρου, επιβάλλεται ένα νέο χρηματικό όριο 10.000 ευρώ που είναι ίδιο για όλα τα κράτη-μέλη και αφορά συλλήβδην όλες τις πωλήσεις που γίνονται σε άλλη χώρα πέρα από αυτή του πωλητή. Κάτω από αυτό το όριο, οι εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών μπορούν να συνεχίσουν να υπόκεινται στο κράτος-μέλος εγκατάστασης του πωλητή.
Έτσι, παρόλο που πρακτικά το όριο μειώνεται κατά πολύ όχι μόνο λόγω της χαμηλότερης αξίας αλλά και επειδή αφορά συνολικά τις πωλήσεις σε όλη την ΕΕ και δεν μπορεί να αθροίζεται για κάθε κράτος, εισάγει μια εύληπτη διαδικασία που τελικά δεν επιβαρύνει τον πωλητή. Πλέον, όλοι οι πωλητές εντός της ΕΕ ακολουθούν τον κανόνα του υπολογισμού και της απόδοσης του ΦΠΑ στο κράτος-μέλος του αγοραστή και μόνο σε λίγες περιπτώσεις, όταν πρόκειται για μεμονωμένες ή/ και χαμηλής αξίας αγορές που δεν υπερβαίνουν το ετήσιο όριο των 10.000 ευρώ, μπορούν να υπολογίζουν και να αποδίδουν τον ΦΠΑ με βάση τους κανόνες του δικού τους κράτους-μέλους.
Πάνω από το ενιαίο όριο των 10.000 ευρώ ο ΦΠΑ επιβάλλεται και αποδίδεται στο κράτος-μέλος του αγοραστή και όχι του πωλητή
Η θέσπιση ενός κοινού ορίου και μάλιστα χαμηλής αξίας έχει ως στόχο να τονώσει τη θέση που κατέχουν στο ενδοκοινοτικό εμπόριο οι χώρες με υψηλό ΦΠΑ. Με το προηγούμενο υψηλό όριο, το οποίο σε πολλές χώρες ήταν δυσανάλογα υψηλότερο από ό,τι σε άλλες, ωφελούνταν στις εξαγωγές τους τα κράτη-μέλη με χαμηλό ΦΠΑ, ενώ τα κράτη-μέλη με υψηλό ΦΠΑ, όπως η Ελλάδα, δυσκολεύονταν να εδραιωθούν στην ενιαία αγορά, ενώ ταυτόχρονα έβλεπαν τις επιχειρήσεις με φυσικά καταστήματα να υστερούν έναντι των ηλεκτρονικών πωλήσεων από άλλες χώρες. Με τη γιγάντωση του ηλεκτρονικού εμπορίου μέσα στην πανδημία, επρόκειτο για μια άδικη κατάσταση που έπρεπε να μειωθεί στο ελάχιστο, όπως και έγινε τελικά.
Παράλληλα, το ενιαίο ποσοτικό κριτήριο, το οποίο συνοδεύεται από ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα για τον υπολογισμό του ΦΠΑ, βοηθάει τις επιχειρήσεις στην αυτοματοποίηση και την ευχερέστερη διαχείριση των εξαγωγών τους σε άλλα κράτη-μέλη. Όπως επισημαίνει η Μίνα Ζούλοβιτς, Partner στη δικηγορική εταιρεία Zoulovits-Kontogeorgou Law Firm: «Επί της αρχής, ο καθορισμός του ενιαίου ποσοτικού κριτηρίου μέσω της επιβολής οριζόντιων μέτρων σε σχέση με τον τόπο υπολογισμού του ΦΠΑ απλοποιεί τις διαδικασίες για όλες τις επιχειρήσεις στην Ένωση και δημιουργεί καλύτερες συνθήκες ανταγωνισμού για αυτές (π.χ. σε ορισμένες χώρες και για ορισμένα αγαθά θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ακόμη και ως εργαλείο από τους εμπόρους για την αύξηση των πωλήσεών τους σε άλλα κράτη-μέλη).
Προς αυτή την κατεύθυνση συντείνει και η αυτοματοποίηση την οποία υπόσχεται να προσφέρει το νέο ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα για τον υπολογισμό του ΦΠΑ. Έτσι, καθίσταται ευχερέστερη η διαχείριση των ενδοκοινοτικών συναλλαγών των Ευρωπαίων εμπόρων, οι οποίοι θα αποδεσμευτούν από ορισμένες λογιστικές και φοροτεχνικές υποχρεώσεις στα κράτη-μέλη που πωλούν τα προϊόντα τους, όπως λ.χ. την παρακολούθηση του εκάστοτε φορολογικού καθεστώτος και τη διενέργεια χωριστών δηλώσεων ΦΠΑ σε κάθε κράτος-μέλος. Φυσικά, μένει να δούμε και την εφαρμογή του νέου συστήματος στην πράξη για να αξιολογηθούν οι νέες ρυθμίσεις εν τοις πράγμασι από την αγορά.»
Η εισαγωγή της μονοαπευθυντικής θυρίδας (One-Stop Shop)
Η μονοαπευθυντική θυρίδα δημιουργήθηκε, για να προσφέρει ένα απλό και κοινό σύστημα επιβολής και απόδοσης του ΦΠΑ σε όλα τα κράτη-μέλη. Αφορά είτε τις ενδοκοινοτικές πωλήσεις είτε τα αγαθά που εισάγονται από τρίτες χώρες.
Η μονοαπευθυντική θυρίδα αναλαμβάνει την απόδοση του ΦΠΑ σε όλα τα κράτη-μέλη, απαλλάσσοντας τον πωλητή από αυτό το έργο και απλουστεύοντας έτσι το ενδοκοινοτικό εμπόριο
Στην πρώτη περίπτωση, η επιχείρηση ενός κράτους-μέλους που δραστηριοποιείται στην ενιαία αγορά δεν χρειάζεται να εγγραφεί στο μητρώο πολλαπλών χωρών της ΕΕ, για να αποδίδει τον ΦΠΑ, όπως έκανε παλαιότερα. Αντίθετα, υποβάλλει στη μονοαπευθυντική θυρίδα (One-Stop Shop) μια τριμηνιαία δήλωση, η οποία περιλαμβάνει όλες τις πωλήσεις σε καταναλωτές εντός ΕΕ. Ο ΦΠΑ θα πληρώνεται στη φορολογική αρχή της χώρας του πωλητή, η οποία θα τον προωθεί στη συνέχεια στην αντίστοιχη χώρα του κάθε αγοραστή.
Έτσι, μειώνεται σημαντικά η περιπλοκότητα του διασυνοριακού εμπορίου, αφού ο πωλητής ολοκληρώνει όλες τις διαδικασίες στη χώρα του και στη γλώσσα του και με σαφώς μικρότερο κόστος. Χωρίς να χρειάζεται να μεριμνά ο ίδιος για την απόδοση του ΦΠΑ σε διάφορα κράτη, αφού αυτό το έργο το αναλαμβάνει η μονοαπευθυντική θυρίδα, μπορεί να επεκτείνει τις δραστηριότητές του σε περισσότερες χώρες ταχύτερα και ευκολότερα.
Αντίστοιχης λογικής είναι και η μονοαπευθυντική θυρίδα για τις εισαγωγές (Import One-Stop Shop). Ο πωλητής από τρίτη χώρα εκτός ΕΕ μπορεί να εγγραφεί στη θυρίδα ενός μόνο κράτους-μέλους και να αποκτήσει ΑΦΜ με ισχύ σε όλη την ΕΕ. Η θυρίδα θα προωθεί το ποσό του ΦΠΑ στο αντίστοιχο κράτος του αγοραστή και η διαδικασία θα είναι απλούστερη για όλους.
Παράλληλα, ο καταναλωτής μπορεί να ενημερώνεται αμέσως για το ποσό που οφείλει στο ηλεκτρονικό κατάστημα, αφού ο ΦΠΑ χρεώνεται τη στιγμή της πώλησης. Έτσι, απολαμβάνει τη μέγιστη διαφάνεια και δεν εμπλέκεται σε διαδικασίες επιπρόσθετης πληρωμής στις τελωνειακές υπηρεσίες ή τις υπηρεσίες ταχυμεταφορών.
Η μονοαπευθυντική θυρίδα για τις εισαγωγές μπορεί να εφαρμοστεί για πωλήσεις αξίας μέχρι 150 ευρώ και εξαιρούνται τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης και τα προϊόντα καφέ. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις ή αν ο πωλητής επιλέξει να μην χρησιμοποιήσει αυτό το σύστημα, τότε θα μπει στο καθεστώς Ειδικών Ρυθμίσεων (Special Arrangements), σύμφωνα με το οποίο υπόχρεος πληρωμής του ΦΠΑ είναι ο παραλήπτης, αλλά ο φόρος αποδίδεται από την εταιρεία μεταφοράς ή τα ΕΛΤΑ στο τελωνείο.
Πρακτικά, η ηλεκτρονική αυτή πύλη ήταν ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί ο στόχος της ενίσχυσης του ανταγωνισμού χωρίς ταυτόχρονα να αυξηθεί ο διοικητικός φόρτος στο ηλεκτρονικό εμπόριο, αλλά αντίθετα να μειωθεί. Όπως εξηγεί ο Παναγιώτης Πόθος, Partner στη δικηγορική εταιρεία Κυριακίδης-Γεωργόπουλος: «Οι νέοι κανόνες ΦΠΑ για το ηλεκτρονικό εμπόριο αποσκοπούν, μεταξύ άλλων, στη μείωση του διοικητικού φόρτου που επηρεάζει το ενδο-ενωσιακό εμπόριο, την ενίσχυση του υγιούς ανταγωνισμού και παράλληλα την αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και φοροδιαφυγής στον ταχέως αναπτυσσόμενο τομέα του ηλεκτρονικού εμπορίου που έχει μεταμορφώσει τον κλάδο του λιανικού εμπορίου τα τελευταία χρόνια.
Πιο συγκεκριμένα, η θέσπιση του ενιαίου, σε κοινοτικό επίπεδο, κατώτατου ορίου πωλήσεων, άνω του οποίου οι πωλητές οφείλουν να εγγραφούν για σκοπούς ΦΠΑ στη χώρα εγκατάστασης των καταναλωτών, φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι δυσχεραίνει τη θέση των επιχειρήσεων, καθώς τις επιβαρύνει με πρόσθετες δηλωτικές υποχρεώσεις στις χώρες που πραγματοποιούν πωλήσεις από απόσταση.
Ωστόσο, αναγνωρίζοντας το εν λόγω βάρος συμμόρφωσης για τους πωλητές και με στόχο να το ελαχιστοποιήσει, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προέβλεψε τη δυνητική εγγραφή των Ευρωπαίων διαδικτυακών πωλητών στη «μονοαπευθυντική θυρίδα» (One-Stop-Shop “OSS”) καθώς και των πωλητών εκτός ΕΕ στην «μονοαπευθυντική θυρίδα εισαγωγών» (Import One-Stop-Shop “IOSS”), μέσω της οποίας μπορούν να εκπληρώσουν όλες τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά τον ΦΠΑ για τις πωλήσεις τους σε ολόκληρη την ΕΕ, γεγονός το οποίο μπορεί, εν τέλει, να απλοποιήσει τη σχετική διαδικασία προς όφελος του ενδο-ενωσιακού εμπορίου.»
Ορισμός και υποχρεώσεις του θεωρούμενου προμηθευτή
Ο νέος νόμος περιλαμβάνει και ειδικές διατάξεις (άρθρο 14Α Κώδικα ΦΠΑ), οι οποίες αφορούν τις επιχειρήσεις που διευκολύνουν την παράδοση αγαθών μέσω της χρήσης ηλεκτρονικής διεπαφής (π.χ. Amazon). Υπό ορισμένες συνθήκες, προβλέπεται ότι αυτές οι επιχειρήσεις θα θεωρούνται ότι πραγματοποιούν οι ίδιες τις παραδόσεις και συνεπώς θα είναι υπόχρεες για την καταβολή του ΦΠΑ («θεωρούμενοι προμηθευτές»).
Για να είναι μια πλατφόρμα ηλεκτρονικού εμπορίου θεωρούμενος προμηθευτής, θα πρέπει να ισχύουν διαζευκτικά δύο περιπτώσεις. Είτε να διευκολύνει εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών από τρίτες χώρες αξίας μέχρι 150 ευρώ, ανεξάρτητα από το αν ο προμηθευτής είναι ή δεν είναι εγκατεστημένος στην ΕΕ. Είτε να διευκολύνει εξ αποστάσεως πωλήσεις αγαθών ανεξαρτήτως αξίας που έχουν εισαχθεί και έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην ΕΕ, όταν ο προμηθευτής δεν είναι εγκατεστημένος εντός της.
Με λίγα λόγια, η παράδοση από τον προμηθευτή στον τελικό καταναλωτή χωρίζεται σε δύο επιμέρους παραδόσεις. Από τη μία, είναι η παράδοση από τον προμηθευτή στην ηλεκτρονική διεπαφή (παράδοση μεταξύ επιχειρήσεων, B2B), η οποία αντιμετωπίζεται ως παράδοση χωρίς μεταφορά, και από την άλλη, είναι η παράδοση από την ηλεκτρονική διεπαφή στον καταναλωτή (θεωρούμενη παράδοση, B2C), στην οποία καταλογίζεται η μεταφορά και ο ΦΠΑ.
Έτσι, για τους σκοπούς απόδοσης του ΦΠΑ η επιχείρηση που διευκολύνει την παράδοση αγαθών αντιμετωπίζεται ως ο πραγματικός προμηθευτής των αγαθών έναντι του πελάτη. Συνεπώς, όσον αφορά τον ΦΠΑ αναλαμβάνει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του υποκείμενου προμηθευτή και είναι αυτός υπόχρεος, αντί για τον προμηθευτή, για την καταβολή του οφειλόμενου ΦΠΑ επί της συγκεκριμένης παράδοσης. Ωστόσο, τα κράτη-μέλη δύνανται να θεσπίζουν τα αναγκαία εθνικά μέτρα για την από κοινού και εις ολόκληρον ευθύνη του προμηθευτή.
Παράλληλα, ο θεωρούμενος προμηθευτής έχει υποχρεώσεις καταχώρισης των παραδόσεων στα λογιστικά βιβλία, όπως κάθε προμηθευτής, ενώ πρέπει και να καταβάλλει εύλογες και επιμελείς προσπάθειες για την εξασφάλιση όλων των αναγκαίων πληροφοριών από τον προμηθευτή, όπως ο τόπος εγκατάστασής του, η περιγραφή των αγαθών, η φορολογητέα βάση και η τοποθεσία αποστολής, προκειμένου να είναι σε θέση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις απόδοσης του ΦΠΑ.
Για τις ηλεκτρονικές διεπαφές που διευκολύνουν την παράδοση αγαθών, αλλά δεν είναι θεωρούμενοι προμηθευτές επιβάλλεται η υποχρέωση φύλαξης των καταχωρίσεων σχετικά με τις παραδόσεις για διάστημα 10 ετών. Οι εν λόγω καταχωρίσεις πρέπει να είναι αρκετά λεπτομερείς και να διατίθενται στα κράτη-μέλη, κατόπιν αιτήματος, με ηλεκτρονικά μέσα.
Όλες οι παραπάνω υποχρεώσεις οπωσδήποτε στοχεύουν στον καλύτερο έλεγχο των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της ΕΕ και τρίτων χωρών, όμως αποτελεί ερώτημα το πώς θα μπορέσουν να λειτουργήσουν και αν τελικά θα ωφελήσουν ή θα βλάψουν το ενδοκοινοτικό εμπόριο, τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και τον Ευρωπαίο καταναλωτή.
Ο Γιώργος Στουραΐτης, Δικηγόρος, LLM Tax Law αναφέρει σχετικά: «Είναι σαφές ότι οι πρόσφατες αλλαγές στο ηλεκτρονικό εμπόριο, με την εισαγωγή του “θεωρούμενου προμηθευτή”, δεν έχουν οικονομική ή φορολογική επιδίωξη, αλλά είναι μια ακόμη έκφανση των εμπορικών ανταγωνισμών μεταξύ των βασικών παγκόσμιων εμπορικών μπλοκ (ΕΕ, ΗΠΑ, Κίνα), οι οποίοι τα τελευταία χρόνια οξύνονται.
Επομένως, η στόχευση των αλλαγών είναι σαφής και εν πολλοίς ομολογημένη. Το ίδιο σαφής είναι και η δικαιολογητική βάση της συγκεκριμένης ρύθμισης καθώς, όπως αναφέρεται, το σύστημα ΦΠΑ της ΕΕ επικαιροποιήθηκε τελευταία φορά το 1993 και δεν συμβάδιζε με την αύξηση του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου. Ωστόσο, θεωρώ ότι οι ρυθμίσεις αυτές όχι μόνο ήδη δημιουργούν κωλύματα και γραφειοκρατία, αλλά, ακόμη περισσότερο, αυτά θα επιβαρύνουν τον Ευρωπαίο καταναλωτή. Και τούτο διότι οι μεν εμπορικοί ανταγωνιστές της ΕΕ θα βρουν άλλες εναλλακτικές/αντίμετρα, οι δε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και δομές (π.χ. τελωνεία) επωμίζονται δυσανάλογο διοικητικό και φορολογικό κόστος, το οποίο τελικά μετακυλίεται στον καταναλωτή.»
«Η διαχείριση των ενδοκοινοτικών συναλλαγών των Ευρωπαίων εμπόρων καθίσταται ευχερέστερη, καθώς αυτοί θα αποδεσμευτούν από ορισμένες λογιστικές και φοροτεχνικές υποχρεώσεις στα κράτη-μέλη που πωλούν τα προϊόντα τους, όπως λ.χ. την παρακολούθηση του εκάστοτε φορολογικού καθεστώτος και τη διενέργεια χωριστών δηλώσεων ΦΠΑ σε κάθε κράτος-μέλος. Φυσικά, μένει να δούμε και την εφαρμογή του νέου συστήματος στην πράξη»
Μίνα Ζούλοβιτς, Partner, Zoulovits-Kontogeorgou Law Firm
«Η θέσπιση του ενιαίου κατώτατου ορίου πωλήσεων, άνω του οποίου οι πωλητές οφείλουν να εγγραφούν για σκοπούς ΦΠΑ στη χώρα εγκατάστασης των καταναλωτών, φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι δυσχεραίνει τη θέση των επιχειρήσεων, καθώς τις επιβαρύνει με πρόσθετες δηλωτικές υποχρεώσεις στις χώρες που πραγματοποιούν πωλήσεις από απόσταση. Ωστόσο, αναγνωρίζοντας το εν λόγω βάρος συμμόρφωσης για τους πωλητές και με στόχο να το ελαχιστοποιήσει, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο προέβλεψε τη δυνητική εγγραφή των διαδικτυακών πωλητών στη μονοαπευθυντική θυρίδα.»
Παναγιώτης Πόθος, Partner, Κυριακίδης-Γεωργόπουλος
«Είναι σαφές ότι οι πρόσφατες αλλαγές στο ηλεκτρονικό εμπόριο, με την εισαγωγή του “θεωρούμενου προμηθευτή”, δεν έχουν οικονομική ή φορολογική επιδίωξη, αλλά είναι μια ακόμη έκφανση των εμπορικών ανταγωνισμών μεταξύ των βασικών παγκόσμιων εμπορικών μπλοκ (ΕΕ, ΗΠΑ, Κίνα), οι οποίοι τα τελευταία χρόνια οξύνονται.»
Γιώργος Στουραΐτης, Δικηγόρος, LLM Tax Law
Στέλιος Πετρίδης, Γενικός Διευθυντής, Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GR.EC.A.)
-Πώς κρίνετε το νέο καθεστώς για την απόδοση του ΦΠΑ στο κράτος-μέλος του αγοραστή μέσω ενός ενιαίου συστήματος για όλη την ΕΕ;
Από 1.7.2021, τέθηκαν σε εφαρμογή νέοι κανόνες ΦΠΑ για τις διασυνοριακές λιανικές (Business to Consumers) και την εισαγωγή αγαθών μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου, σύμφωνα με τις τροποποιήσεις της Οδηγίας ΦΠΑ (2006/112/ΕΚ).
Οι νέοι κανόνες θεσπίστηκαν με σκοπό να:
- διασφαλίσουν ότι ο ΦΠΑ θα καταβάλλεται όπου λαμβάνει χώρα η κατανάλωση των αγαθών και υπηρεσιών, προσφέροντας έτσι ίσους όρους ανταγωνισμού των επιχειρήσεων μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε. και τρίτων χωρών, καθώς και μεταξύ του κλάδου του ηλεκτρονικού εμπορίου και των παραδοσιακών καταστημάτων,
- δημιουργήσουν ένα δίκαιο περιβάλλον λειτουργίας μεταξύ των επιχειρήσεων της Ε.Ε. και των πωλητών εκτός Ε.Ε.
- προλάβουν και να καταστείλουν τη φορολογική απάτη.
Το νέο πακέτο μέτρων προσφέρει ένα μεγάλο πλεονέκτημα για τους Ευρωπαίους εμπόρους ηλεκτρονικού εμπορίου για δύο λόγους. Καταρχάς, τα νέα μέτρα θα αποτρέψουν τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές από εμπόρους εκτός ΕΕ, διότι η απαλλαγή από τον ΦΠΑ των 22 ευρώ θα καταργηθεί, επομένως ο ΦΠΑ θα καταβάλλεται σε όλες τις εισαγόμενες αποστολές ανεξάρτητα από την αξία τους.
Δεύτερον, αυτές οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα του ΦΠΑ απλοποιούν τις υποχρεώσεις ΦΠΑ για τους διαδικτυακούς πωλητές, εισάγοντας τη δυνατότητα για ορισμένους πωλητές να αναφέρουν όλες τις πωλήσεις τους στην ΕΕ μέσω μιας ενιαίας καταχώρισης ΦΠΑ στη χώρα καταγωγής τους.
Τέλος, οι νέοι κανόνες απλοποιούν σημαντικά τις υποχρεώσεις ΦΠΑ για τις επιχειρήσεις του διασυνοριακού ηλεκτρονικού εμπορίου, ενισχύουν της ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων της ΕΕ και οδηγούν σε εμβάθυνση της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς.
-Θεωρείτε ότι η μείωση του ορίου συναλλαγών, κάτω από το οποίο ο πωλητής μπορούσε να υπαχθεί στον ΦΠΑ της χώρας του, θα βοηθήσει μέσω της εξισορρόπησης του ανταγωνισμού τις επιχειρήσεις κρατών-μελών με υψηλό ΦΠΑ, όπως η Ελλάδα;
Η εξάπλωση της χρήσης του διαδικτύου σε μεγαλύτερες ηλιακές ομάδες, ο εντεινόμενος ανταγωνισμός και η πανδημία του Covid-19 εκτόξευσαν τις αγορές μέσω διαδικτύου. Αυτή τη στροφή των καταναλωτών στις εξ αποστάσεως αγορές έχουν εκμεταλλευτεί και οι ελληνικές επιχειρήσεις, εξάγοντας σε όλο τον κόσμο ελληνικά προϊόντα.
Οι Έλληνες έμποροι που δραστηριοποιούνται στο διαδίκτυο μπορούν να ανταγωνιστούν τους ομολόγους τους στο εξωτερικό όχι μόνο στις τιμές, την ποιότητα ή τους ταχύτερους χρόνους παράδοσης, αλλά και με άλλες ενδιαφέρουσες παροχές, χωρίς κρυφές χρεώσεις.
Η φορολόγηση των αγορών σε όλες τις εισαγόμενες αποστολές μπορεί να αποτελέσει μια μεγάλη ευκαιρία για όσους Έλληνες εμπόρους λιανικής προσπαθούν να προσεγγίσουν πελάτες στο διαδίκτυο. Πέραν των ανταγωνιστικών τιμών που παρέχουν, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αγοραστές λαμβάνουν επίσης υπόψη άλλα σημαντικά στοιχεία και κριτήρια, όπως την εμπειρία εξυπηρέτησης, την εγγύηση προϊόντων, το customer care, το after sales support κλπ.
Αναμένω ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα ενισχύσουν το διασυνοριακό εμπόριο και θα προωθήσουν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που έχει να προσφέρει η ενιαία αγορά της ΕΕ.