Λαμβανομένων υπόψη: της έκθεσης της Διακυβερνητικής Επιτροπής του Ο.Η.Ε. για την Κλιματική Αλλαγή (Μάρτιος 2023) και της Ειδικής Έκθεσης 18/2023 του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου για το Κλίμα και την Ενέργεια (Ιούνιος 2023)
H«Βιώσιμη Ανάπτυξη» είναι μία συνεχής πορεία αλλαγής και προσαρμογής, με στόχο την ικανοποίηση των αναγκών του «σήμερα», χωρίς όμως να στερούνται οι μελλοντικές γενιές της δυνατότητας να ικανοποιήσουν και τις δικές τους ανάγκες, μέσα από την ισόρροπη και ισότιμη επιδίωξη των τριών πυλώνων: Περιβάλλον – Κοινωνία – Οικονομία. Οι αρχές της Βιώσιμης Ανάπτυξης διατυπώθηκαν για πρώτη φορά και επίσημα στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Συνδιάσκεψης του Ρίο για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (1992), γνωστής και ως Συνάντησης Κορυφής για τη Γη («Earth Summit»)1. Ακολούθως, εξειδικεύτηκαν, κατ’ αρχάς, μέσω των 8 Αναπτυξιακών Στόχων της Χιλιετίας – (MDGs) στη «Διακήρυξη της Χιλιετίας των Ηνωμένων Εθνών» (2000), με ισχύ έως το 2015 και περαιτέρω (για τη μετά 2015 εποχή και έως το 2030) μέσω της Agenda 2030 των Ηνωμένων Εθνών για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη2 και των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (SDGs)3 που συνοψίζονται σε πέντε βασικές προτεραιότητες, τα γνωστά ως “Five Ps”: (People, Planet, Prosperity, Peace and Partnership), με τη βασική στόχευση να μην «μείνει κανείς πίσω» («leaving no one behind»).
Προς την κατεύθυνση επίτευξης του Στόχου (SDG) 13 για την Κλιματική Αλλαγή, (που αποτελεί και το αντικείμενο του παρόντος), τo 2023 αποτελεί έτος αποφασιστικής δράσης. Ειδικότερα, λίγο πριν από την εκπνοή του τρέχοντος έτους, όλα τα βλέμματα, σε διεθνές επίπεδο, θα είναι στραμμένα στην κρίσιμη 28η Σύνοδο της Διεθνούς Διάσκεψης των Συμβαλλόμενων Μερών (COP 28) της Σύμβασης – Πλαισίου του Ο.Η.Ε. για την Κλιματική Αλλαγή (UNFCCC), η οποία θα πραγματοποιηθεί από 30 Νοεμβρίου έως 12 Δεκεμβρίου 2023 στο Ντουμπάι (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα)4. Αρχής γενομένης από το 2023 (και μετά ανά πενταετία), η Συνδιάσκεψη των Μερών θα επιχειρήσει τον πρώτο «παγκόσμιο απολογισμό» για την αξιολόγηση της συλλογικής προόδου προς την επίτευξη των μακροπρόθεσμων στόχων της Συμφωνίας των Παρισίων (Paris Agreement 2015), η οποία αποτελεί την πρώτη οικουμενική, δεσμευτική συμφωνία για το Kλίμα5.
Άμεση «διόρθωση πορείας» των κυβερνήσεων για το Κλίμα ζητά, ήδη, ο Ο.Η.Ε. με την πρόσφατη έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (Μάρτιος 2023)6. Πρόκειται για την πρώτη ολοκληρωμένη έκθεση του Ο.Η.Ε. για το κλίμα μετά τη Συμφωνία των Παρισίων του 2015, η οποία σηματοδοτεί το κλείσιμο του έκτου κύκλου αξιολόγησης. «Η κλιματική ωρολογιακή βόμβα χτυπάει. Αλλά η σημερινή έκθεση της IPCC είναι ένας οδηγός για την εξουδετέρωση της κλιματικής ωρολογιακής βόμβας. Είναι ένας οδηγός επιβίωσης για την ανθρωπότητα. Όπως φαίνεται, το όριο των 1,5 βαθμών Κελσίου είναι εφικτό. Αλλά θα χρειαστεί ένα μεγάλο άλμα στη δράση για το κλίμα… σε όλα τα μέτωπα – τα πάντα, παντού, όλα ταυτόχρονα» δήλωσε κατά την παρουσίαση της Έκθεσης ο Γενικός Γραμματέας του Ο.Η.Ε. Αντόνιο Γκουτέρες.
H Συμφωνία των Παρισίων θέτει ως (μακροπρόθεσμο) παγκόσμιο στόχο τον περιορισμό της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη σε 1,5οC συγκριτικά με τα προβιομηχανικά επίπεδα
Στο γράφημα αποτυπώνεται η εξέλιξη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στις μεγαλύτερες εκβιομηχανισμένες οικονομίες του κόσμου, που από κοινού αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το 60% των παγκόσμιων εκπομπών. Οι παγκόσμιες εκπομπές αυξήθηκαν κατά 57% (!) μεταξύ του 1990 και του 2019 (Κίνα +259%, Ινδία +166%, Η.Π.Α. +2%). Αξιοσημείωτη είναι, ωστόσο, η μείωση των εκπομπών στην Ε.Ε. (-26%). Ακολουθεί η Ρωσία (-33%) και με μικρότερη μείωση η Ιαπωνία (-5%).
Η καύση ορυκτών καυσίμων είναι ο κύριος μοχλός της κλιματικής κρίσης7. Το μεθάνιο είναι δεύτερο μετά το διοξείδιο του άνθρακα ως προς τη συνολική συμβολή του στην κλιματική αλλαγή και είναι υπεύθυνο για το ένα τρίτο περίπου της τρέχουσας αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη. Η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) δημοσίευσε στην ως άνω Έκτη Έκθεση Αξιολόγησης το εύρημα ότι απαιτούνται βαθιές μειώσεις στις ανθρωπογενείς εκπομπές μεθανίου μέχρι το 2030 για να επιτευχθεί η συγκράτηση της θερμοκρασίας κάτω από τους 1,5 βαθμούς Κελσίου.
Σύμφωνα με την IPCC, παρότι το μεθάνιο έχει μικρότερο μέσο χρόνο παραμονής στην ατμόσφαιρα (10 έως 12 έτη) από το διοξείδιο του άνθρακα (εκατοντάδες έτη), οι επιπτώσεις του στο κλίμα από την άποψη του φαινομένου του θερμοκηπίου είναι 80 φορές πιο σημαντικές από το διοξείδιο του άνθρακα σε περίοδο 20 ετών. Με αυτά τα δεδομένα και με ταχύτατα αντανακλαστικά, στις 9 Μαΐου 2023, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε πρόταση Κανονισμού για τη μείωση των εκπομπών μεθανίου στον τομέα της ενέργειας, με 499 ψήφους υπέρ, 73 κατά και 55 αποχές. Ειδικότερα, το Κοινοβούλιο καλεί την Επιτροπή να προτείνει, έως το τέλος του 2025, δεσμευτικό στόχο μείωσης των εκπομπών μεθανίου έως το 2030. Επιπλέον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέσουν εθνικούς στόχους μείωσης εκπομπών μεθανίου στο πλαίσιο των ενοποιημένων εθνικών σχεδίων τους για την ενέργεια και το κλίμα.
Στην επόμενη φάση, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα αρχίσει τις διαπραγματεύσεις με το Συμβούλιο για να οριστικοποιηθεί το τελικό κείμενο του Κανονισμού που θα αποτελέσει και την πρώτη νομοθεσία σε επίπεδο Ε.Ε. με στόχο τη μείωση των εκπομπών μεθανίου.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα μηνύματα είναι, κατ’ αρχήν, περισσότερο αισιόδοξα και ενθαρρυντικά, όπως προκύπτει και από το ποσοστό μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (-26%), κατά την περίοδο 1990 – 2019 (βλ. ανωτέρω γράφημα). Ειδικότερα, στις 29.06.2023, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο8 δημοσίευσε την Ειδική Έκθεση 18/2023, με τίτλο: «Στόχοι της Ε.Ε. για το κλίμα και την ενέργεια – Επιτυχία με τους στόχους για το 2020 αλλά πολλές οι επιφυλάξεις για την επάρκεια των δράσεων που θα εξασφαλίσουν τους στόχους για το 2030» (εφεξής για λόγους συντομίας η «Έκθεση»)9. Συγκεκριμένα, όσον αφορά στο 202010, η Έκθεση αναφέρει ότι η Ε.Ε. πέτυχε το στόχο του 20% ως προς: α) τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (-31,9%), β) το μερίδιο ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (+22,1%) και γ) τη μείωση της ενεργειακής απόδοσης/κατανάλωσης ενέργειας (-24,6%).
Επείγει η ανάληψη μιας πιο φιλόδοξης κλιματικής δράσης, σύμφωνα με τη νέα Έκθεση της IPCC (Μάρτιος 2023) για την κλιματική αλλαγή, με στόχο τη μείωση των παγκόσμιων εκπομπών σχεδόν στο μισό έως το 2030 (“gut global GHG emissions by nearly half by 2030”)
Ωστόσο, σε αυτό συνέβαλαν και εξωτερικοί παράγοντες, όπως η χρηματοπιστωτική κρίση του 2009 και η συνακόλουθη οικονομική ύφεση, καθώς και η πανδημία COVID-19 λόγω των περιορισμών στις μετακινήσεις, ιδίως στον τομέα των αερομεταφορών. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει πλήρης αλλά μερική μόνο εικόνα ως προς τις «κλιματικές» δράσεις που συνέβαλαν ουσιαστικά στην επίτευξη των στόχων του 2020.
Ειδικότερα όσον αφορά στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, η Ε.Ε., όπως προαναφέρθηκε, παρουσιάζει τη μεγαλύτερη μείωση σε διεθνές επίπεδο, ωστόσο δεν έχουν συνυπολογιστεί οι εκπομπές αερίων που προέρχονται: (i) από τις διεθνείς αεροπορικές και θαλάσσιες μεταφορές (ούτε καν από τις ενδοενωσιακές) και (ii) από τη λεγόμενη «διαρροή άνθρακα», δηλαδή εκπομπές που παράγονται σε τρίτες χώρες (με λιγότερο αυστηρούς περιορισμούς) σε σχέση με τα προϊόντα που εισάγει η Ε.Ε.
Όσον αφορά στους μελλοντικούς στόχους και προκειμένου να αντιμετωπίσει την παγκόσμια πρόκληση της κλιματικής πλέον κρίσης (και όχι απλώς αλλαγής), η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθετεί μια ακόμα πιο φιλόδοξη πολιτική συγκριτικά (όχι μόνο με την προηγούμενη δική της αλλά και) με άλλες μεγάλες εκβιομηχανισμένες οικονομίες. Συγκεκριμένα, όπως διατυπώνεται στην από 11.12.2019 Ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία»11, ο ενωσιακός στόχος που τίθεται είναι η Ευρώπη να αποτελέσει την πρώτη ήπειρο στον πλανήτη που θα επιτύχει, έως το 2050, την κλιματική ουδετερότητα με μηδενικές εκπομπές άνθρακα12.
Σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση του Ε.Ε.Σ. (Ιούνιος 2023), η Ε.Ε. πέτυχε τον στόχο του 20% για το 2020, αλλά όχι μόνο χάρη στη δική της δράση για το Κλίμα
Ο ως άνω στόχος κατέστη νομικά δεσμευτικός με το «Ευρωπαϊκό νομοθέτημα για το κλίμα» [Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1119 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 30ης Ιουνίου 2021]13, το οποίο προβλέπει ότι «οι εκπομπές και οι απορροφήσεις των αερίων του θερμοκηπίου που ρυθμίζονται από το ενωσιακό δίκαιο, σε ολόκληρη την Ένωση, θα έχουν ισοσκελιστεί εντός της Ένωσης το αργότερο έως το 2050, έτσι ώστε οι καθαρές εκπομπές να είναι μηδενικές έως το έτος εκείνο, και η Ένωση να επιδιώξει την επίτευξη αρνητικών εκπομπών στη συνέχεια» (άρθρο 2 παρ. 1). Περαιτέρω, ο Κανονισμός (ΕΕ) 2021/1119 θέτει ως ενδιάμεσο δεσμευτικό κλιματικό στόχο της Ένωσης για το 2030 την εγχώρια μείωση των καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (εκπομπές μετά την αφαίρεση των απορροφήσεων) κατά τουλάχιστον 55% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 (άρθρο 4 παρ. 1). Για την επίτευξη του ως άνω ενδιάμεσου δεσμευτικού στόχου, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το 2030, η Επιτροπή εξέδωσε, στις 14 Ιουλίου 2021, Ανακοίνωση με τίτλο «Προσαρμογή στον στόχο του 55%: υλοποίηση του στόχου της ΕΕ για το κλίμα με ορίζοντα το 2030 στην πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα» (δέσμη μέτρων “Fit for 55”)14.
Στο επόμενο τεύχος όλες οι σημαντικές νομοθετικές και λοιπές πρωτοβουλίες, σε επίπεδο Ε.Ε., για την επίτευξη των «κλιματικών» στόχων για το 2030.