Η Ελληνική Ναυτιλία έχει εξελιχθεί σε παγκόσμια δύναμη

Θεόδωρος Σιούφας, Founder and Senior Partner / Attorney-at-Law, THEO V. SIOUFAS & CO LAW OFFICES

READ

Η Ελληνική Ναυτιλία, το σύστημα της απονομής της Δικαιοσύνης, ο ρόλος της τεχνολογίας στην παροχή των νομικών υπηρεσιών, αλλά και οι βασικοί σταθμοί στην επαγγελματική του πορεία, βρέθηκαν στο επίκεντρο της συζήτησής μας με τον Θεόδωρο Σιούφα, ιδρυτή της THEO V. SIOUFAS & CO LAW OFFICES.

  1. Πώς πιστεύετε ότι θα διαμορφωθεί το τοπίο της ναυτιλίας τα επόμενα χρόνια;

Η ερώτησή σας είναι καθοριστική και εν σχέσει προς τις προοπτικές της ναυτιλιακής και συναφούς προς αυτήν δικηγορίας στην Πατρίδα μας και, ιδιαίτερα, στον Πειραιά και την Αθήνα. Στην υπερπεντηκονταετή επαγγελματική παρουσία μου στην υπηρεσία της ελληνοκτήτου Εμπορικής Ναυτιλίας βίωσα την πρωτόγνωρη και θαυμαστή, από κάθε άποψη, εξέλιξή της. Αυτό κατέστη δυνατό λόγω της ευμενούς για τη Ναυτιλία νομοθεσίας που υιοθετήθηκε μεταπολεμικά (ιδίως το ν.δ. 2687/1953 ως «ερμηνεύθηκε» με το ν.δ. 2928/1954, και τον α.ν. 89/1967 εν συνδυασμώ προς τον α.ν. 378/1968, τους ν. 25 και 27/1975 και όλο το πλέγμα νόμων που ακολούθησε).

Αυτές οι ρυθμίσεις έδωσαν πρωτοφανή ώθηση στη ναυτιλία, ευνόησαν την εγκατάσταση ναυτιλιακών επιχειρήσεων στον Πειραιά από τους εφοπλιστές που μέχρι τότε δρούσαν στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, την εγκατάσταση στον Πειραιά και την Αθήνα αλλοδαπών Τραπεζών με πρωτοπόρο την First NationalCity Bank, που εκσυγχρόνισε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και άνοιξε δρόμους για την χρηματοδότηση της Ναυτιλίας, την παίδευση στρατιάς στελεχών με γνώσεις και εμπειρία, που αξιοποιήθηκαν στις εν Ελλάδι τράπεζες αλλά και τις επιχειρήσεις γενικότερα, ως και τη δημιουργία πολλών παράπλευρων προς τη ναυτιλία επιχειρήσεων και στελεχών τους για την υπηρεσία των αναγκών της.

Ανάμεσα σε αυτά τα επαγγέλματα υπηρεσιών ήταν, ασφαλώς, και το δικηγορικό. Η ναυτιλία και οι εν Ελλάδι εφοπλιστές χρειάζονταν δικηγόρους με προϋποθέσεις παιδείας και εμπειρίας τέτοιες, ώστε να εξυπηρετούνται οι πολλαπλές και, συνεχώς αυξανόμενες τοπικές και διεθνείς ανάγκες τους. Αυτές οι εξελίξεις βοήθησαν ώστε το ασήμαντο μέχρι τότε λιμάνι του Πειραιώς (που περιλαμβάνει και την Αθήνα) να εξελιχθεί, βαθμιαία, σε αυτό που είναι σήμερα, ένα από τα παγκόσμια ναυτιλιακά κέντρα.

Αναπολώντας το παρελθόν, το πού βρισκόμαστε το 1950 και πού είμεθα σήμερα, διαπιστώνω και εγώ το Θαύμα της Ελληνικής Ναυτιλίας, η οποία– παρ’ ότι και σήμερα παραμένει προσωποκεντρική και όχι εταιρική / κεφαλαιουχική – έχει εξελιχθεί σε παγκόσμια δύναμη με σύγχρονα πλοία από κάθε άποψη (ηλικία και τεχνολογικό εξοπλισμό και συστήματα) που τα διαχειρίζονται σύγχρονα οργανωμένες και στελεχωμένες επιχειρήσεις με έδρα στην ευρύτερη περιοχή του Λεκανοπεδίου.

Όλα αυτά με καθιστούν βαθειά αισιόδοξο ότι η άνευ προηγουμένου εξαίρετη αυτή πορεία θα συνεχισθεί επ’ ωφελεία της Πατρίδος. Προϋπόθεση, όμως, γι’ αυτό είναι η σύνεση στην διαχείριση των κινδύνων της, η συνεχής ενημέρωση και προσαρμογή στις εξελίξεις του χώρου και της συναφούς τεχνολογίας, η συνειδητοποίηση της μεταβλητότητος των δεδομένων και του απροβλέπτου των εξελίξεων και η αποφυγή αλαζονικών συμπεριφορών, οι οποίες κόστισαν πολυειδώς και πολυτρόπως τους Έλληνες εφοπλιστές – αλλά και τις Τράπεζες που απερισκέπτως χρηματοδοτούσαν αλόγιστες επιλογές. Αυτή η αισιόδοξη προοπτική δημιουργεί την ελπίδα ότι και τα συνδεόμενα με την Ναυτιλία επαγγέλματα – εν οίς και η ναυτιλιακή δικηγορία – θα έχουν αντίστοιχα αισιόδοξη προοπτική.

Ως είναι γνωστό, η Ελληνική Ναυτιλία – και όχι μόνον – λειτουργεί και διέπεται σχεδόν σε όλο το εύρος των συμβατικών και όχι μόνον – σχέσεων με το αγγλικό δίκαιο. Αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό και καθοριστικό για τις επαγγελματικές προοπτικές των Ελλήνων δικηγόρων, οι οποίοι για να ανταποκρίνονται στον συνεχώς αυξανόμενο ανταγωνισμό θα πρέπει να έχουν επαρκή γνώση, πέραν του ελληνικού, και του αγγλικού δικαίου γενικώς και των ιδιαιτεροτήτων του, για να μπορούν να σταθούν στον χώρο.

  1. Ποια είναι η σχέση της ναυτιλίας με τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης; Σε ποια κατεύθυνση πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να κινηθεί η νομοθεσία τα επόμενα χρόνια, ώστε να προωθηθεί η βιώσιμη ναυτιλία;

Η ναυτιλία διεθνώς εξελίσσεται συνεχώς. Η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας συμβάλλουν ουσιωδώς στη βελτίωση του μηχανικού και τεχνολογικού εξοπλισμού των πλοίων, ως και της ποιότητος των καυσίμων, των συστημάτων καθαρισμού των καυσαερίων και των λυμάτων και ρύπων που η λειτουργία των δημιουργεί, με συνέπεια την απομείωση των αρνητικών επιπτώσεων στην ατμόσφαιρα, τη θάλασσα και το περιβάλλον γενικότερα. Η απομείωση των δυσμενών συνεπειών της λειτουργίας των πλοίων αποτελεί καίριο μέλημα του ΙΜΟ που λειτουργεί στο πλαίσιο του ΟΗΕ και, με τις σχετικές συμβάσεις του ΟΗΕ και, άλλες αποφάσεις και οδηγίες της ΕΕ και άλλων διεθνών οργανισμών και κυβερνήσεων, εμπλουτίζεται συνεχώς το νομοθετικό πλέγμα για τη μη βλαπτική ή –έστω- τη μη εντόνως βλαπτική για το περιβάλλον λειτουργία του πλοίου.

Η ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας συμβάλλουν ουσιωδώς στη βελτίωση του μηχανικού και τεχνολογικού εξοπλισμού των πλοίων

Είναι πρόδηλο ότι αυτές οι εξελίξεις έχουν ήδη επιφέρει αξιόλογα βελτιωτικά αποτελέσματα στη λειτουργία του πλοίου ως ρυπογόνου παράγοντος, μολονότι συνεπάγονται, ασφαλώς, σημαντική οικονομική επιβάρυνση στην εφοπλιστική επιχείρηση. Είναι προφανές ότι αυτή η πολιτική θα ακολουθηθεί και στο μέλλον, (μολονότι, όχι από όλους, δυστυχώς) με ακόμη καλύτερα αποτελέσματα και πιο αισιόδοξες προοπτικές. Ευτυχώς, η Ελληνική Ναυτιλία, λόγω της ορθής πολιτικής που ακολουθούν οι εφοπλιστές μας τα τελευταία σαράντα, τουλάχιστον, χρόνια βελτιώνεται ηλικιακά και τεχνολογικά, με αναπόφευκτη συνέπεια τα πλοία μας να ανταποκρίνονται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στις σύγχρονες απαιτήσεις και προδιαγραφές.

  1. Εναλλακτικοί τρόποι επίλυσης διαφορών: Ποια είναι, κατά τη γνώμη σας, η αξία τους στον χώρο της ναυτιλίας, αλλά και γενικότερα στην επιχειρηματική δραστηριότητα σε όλους τους τομείς της αγοράς;

Η λειτουργία της Δικαιοσύνης σε πολλές, ακόμη και προηγμένες, χώρες, δεν είναι ικανοποιητική. Το ίδιο πρέπει να λεχθεί και για τη χώρα μας.  Παρά τις, ως επί το πλείστον, ανεπιτυχείς κατά καιρούς τροποποιήσεις της Δικονομίας μας, η απονομή της Δικαιοσύνης χωλαίνει. Το πρόβλημα είναι σύνθετο και δυσεπίλυτο, γιατί οι παρεμβάσεις που θίγουν κεκτημένα και κακώς κείμενα (που δημιουργούν συμφέροντα) συναντούν αντιδράσεις που εμποδίζουν την ορθή λύση του. Η περί αυτού ανάπτυξη των απόψεών μου απαιτεί χώρο που δεν διατίθεται.

Η θλιβερή αυτή πραγματικότητα έχει οδηγήσει στην επικράτηση του αγγλικού δικαίου στη Ναυτιλία και τις συναφείς με αυτήν συμβατικές σχέσεις, κυριότατα όχι διότι το δίκαιο αυτό είναι ανώτερο από τα ρωμαιογενή συστήματα δικαίου (ως το δικό μας), αλλά διότι το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης στην Αγγλία είναι πολύ καλύτερο – και, συνεπώς, ασφαλέστερο από το δικό μας. Και το κύριο στοιχείο του αγγλικού συστήματος δικαίου και απονομής της Δικαιοσύνης είναι ο Δικαστής.

Ο θεσμός του Δικαστού, ως οργάνου απονομής της Δικαιοσύνης, προϋποθέτει πολύ περισσότερα από απλές γνώσεις. Ενθυμούμαι από τα χρόνια της μεταπτυχιακής σπουδής μου στο UCL ένα βιβλίο Γερμανού καθηγητού, εβραϊκής καταγωγής (ο οποίος είχε καταφύγει εγκαίρως στην Βρετανία μετά την επικράτηση του Χίτλερ στη Γερμανία και επελέγη αμέσως καθηγητής στην Οξφόρδη), ο οποίος συνέκρινε τα ηπειρωτικά ρωμαιογενή (εν οίς και το ιδικό μας) συστήματα δικαίου προς το αγγλοσαξωνικό, όπου έγραφε: «Αυτό που αποτελεί την ουσιώδη διαφορά των δύο συστημάτων είναι το πρόσωπο του Δικαστού».

Αυτή η ουσιώδης ειδοποιός διαφορά ισχύει και σήμερα, μολονότι στις προηγμένες δικαστικά χώρες της δημοκρατικής Ευρώπης (ιδία της Βορείου Ευρώπης), η ανεξαρτησία στη λειτουργία της Δικαιοσύνης εν συνδυασμώ και προς την πολύ αυστηρή, από πλευράς προϋποθέσεων και προσόντων, επιλογή των Δικαστών, εγγυώνται την ορθή απονομή της. Για μας, δυστυχώς, οι δυσλειτουργίες και η ανεπάρκεια του θεσμού δεν έχουν αρθεί παρά τις προσπάθειες που έγιναν κατά καιρούς και γίνονται. Και τούτο διότι οι «μεταρρυθμίσεις» δεν θεραπεύουν τα εγγενή προβλήματά της.

Προκαλεί θλίψη και οργή η λειτουργία του θεσμού της Δικαιοσύνης στην Ελλάδα. Είναι αδιανόητο το χρονοβόρο της απονομής της που ισοδυναμεί με αρνησιδικία, ως και οι δυνατότητες τεχνασματικής – λόγω της Δικονομίας – υφαρπαγής αποφάσεων και η μη δυνατότητα εκτελέσεώς των. Βεβαίως, το κόστος της απονομής είναι πολύ χαμηλότερο από τα ισχύοντα στις προηγμένες χώρες. Εν τούτοις, η φθήνια οδηγεί στην αύξηση της φιλοδικίας και του φόρτου των δικαστών και εντεύθεν στη μεγάλη διάρκεια των δικαστικών εκκρεμοτήτων.

Αντιθέτως, το υψηλό κόστος έχει πολλές ευεργετικές συνέπειες που δεν πρέπει να αγνοούνται. Πλήσσει τη φιλοδικία, μειώνει τον αριθμό των δικαστών, μειώνει το κόστος λειτουργίας της απονομής της και επιτρέπει την αύξηση του μισθού των δικαστών και, συνεπώς, την προσέλκυση και επιλογή των καλυτέρων στον χώρο. Αυτά όλα οδηγούν σε αρτιότερες αποφάσεις που αποτρέπουν την προσφυγή σε ανώτερα δικαστήρια.

Για την απομείωση του φόρτου των δικαστηρίων και τη μείωση του κόστους των πολιτών για την απονομή της (μαζί με άλλα πλεονεκτήματα) έχουν προταθεί και τεθεί σε ισχύ και στη χώρα μας και διεθνώς, θεσμοί ως ο πολύ σοβαρός θεσμός της διαιτησίας και τα τελευταία χρόνια, αυτός της «υποχρεωτικής» διαμεσολάβησης.

Η διαιτησία για τον χώρο της Ναυτιλίας αποτελεί εδώ και δεκαετίες θεσμό που λειτούργησε αποτελεσματικά στην Αγγλία και τις ΗΠΑ, ήδη δε λειτουργεί εξ ίσου καλά στις αγγλοσαξωνικού δικαίου περιοχές της Σιγκαπούρης και του Χονγκ Κονγκ. Παλαιότερα, κυρίαρχος ήταν η Νέα Υόρκη. Το κόστος, όμως, της διαιτησίας είναι πολύ υψηλό, σχεδόν απαγορευτικό πλέον, μολονότι επιχειρείται με διάφορους τρόπους η μείωση αυτού.

Η διαμεσολάβηση σε όποιες ναυτιλιακές υποθέσεις άγονται ενώπιον του Πρωτοδικείου Πειραιώς δεν έχει ουσιαστικό πεδίο εφαρμογής. Υπό προϋποθέσεις, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί επωφελώς για την αποσυμφόρηση των Δικαστηρίων για διαφορές που εμπίπτουν σε άλλους κλάδους του ιδιωτικού δικαίου (εργατικές, μικροδιαφορές, οικογενειακές, μισθώσεις κ.τ.τ.ό.) αν συνοδεύονταν με τη συνέπεια της υποχρεώσεως καλύψεως της δικηγορικής και δικαστικής δαπάνης του μέρους που επέδειξε προθυμία για εξωδικαστηριακή ρύθμιση και εδικαιώθη στη δίκη που το έτερο μέρος προκάλεσε. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν προβλέπεται στην χώρα μας. Επομένως, η διαμεσολάβηση για την εξωδικαστηριακή / εξώδικη επίλυση διαφορών δεν νομίζω ότι θα έχει καλύτερη τύχη.

  1. Ποιοι είναι οι βασικότεροι σταθμοί που καθόρισαν την επαγγελματική σας πορεία και ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχετε αντιμετωπίσει μέχρι σήμερα;

Η ενασχόλησή μου με τον χώρο της Ναυτιλίας συνδέεται αποφασιστικά με το γεγονός ότι με την υποστήριξη που μου δόθηκε από την οικογένεια του μακαρίτου Χιώτου πολιτικού Λεωνίδα Μπουρνιά, μπόρεσα να κάνω μεταπτυχιακές σπουδές στο Λονδίνο μόλις έγινα εδώ δικηγόρος και να εργασθώ στο City, με αποτέλεσμα μόλις επέστρεψα να προσληφθώ στην Citibank, την Τράπεζα που, όπως προανέφερα, συνέβαλε αποφασιστικά στον εκσυγχρονισμό των ελληνικών Τραπεζών, τη δημιουργία στρατιάς σπουδαίων στελεχών και την χρηματοδότηση της ποντοπόρου ναυτιλίας μας, με έξοχα αποτελέσματα για την ανάπτυξή της και την οικονομική πρόοδο της Χώρας.

Εκεί, απέκτησα σπουδαίες γνώσεις και εμπειρία στις συμβάσεις χρηματοδοτήσεως αλλά και σε όλο τον κύκλο των παραμέτρων αυτής, ως είναι οι εξασφαλιστικές συμβάσεις αλλά και οι συνέπειες της ανωμάλου εξελίξεως αυτών. Έτσι, το γραφείο μας έγινε διεθνώς γνωστό, απέκτησε, συν τω χρόνω, ευρύτατη πελατεία στον ελληνικό και διεθνή τραπεζικό και ναυτιλιακό χώρο και εξελίχθηκε σε αυτό που είναι σήμερα με την ποιότητα των νομικών υπηρεσιών του και την εργασία, επιμέλεια και το επαγγελματικό ήθος όλων των μελών του.

Η μεγαλύτερη πρόκληση στην πορεία μου ως νομικού στάθηκε η απόφαση για την ένταξή μου στον χώρο της ναυτιλίας, ένα χώρο παντελώς άγνωστο σε μένα που γεννήθηκα και μεγάλωσα σε περιβάλλον άσχετο με την θάλασσα, αλλά και τον κόσμο του επιχειρείν. Με τη βοήθεια του Θεού και την συνδρομή πολλών ανθρώπων που με βοήθησαν στα βήματά μου, έγινε δυνατή η ένταξή μου σε αυτόν τον χώρο, ένα χώρο που μου προσέφερε την ευκαιρία να γνωρίσω πολλούς ανθρώπους, Έλληνες και ξένους, και να πλουτίσω με γνώσεις και εμπειρίες ου τις τυχαίες, ώστε και εγώ να μπορώ να πω αυτό που ο Όμηρος αναφέρει για τον Οδυσσέα, «πολλών δ’ ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω» (Οδύσσεια στ. 3).

  1. Πώς κρίνετε τη σχέση δικηγόρου και τεχνολογίας; Πώς αυτή μπορεί να αξιοποιηθεί για τη βελτίωση της παροχής νομικών υπηρεσιών;

Είναι πρόδηλο ότι οι επιστημονικές, τεχνικές και τεχνολογικές εξελίξεις διαμορφώνουν αυτονοήτως το πλαίσιο λειτουργίας όλων σχεδόν των επαγγελμάτων. Τούτο ισχύει ασφαλώς και για το δικηγορικό επάγγελμα, το οποίο μέχρι της δεκαετίας του ’70 λειτουργούσε με τους προπολεμικούς ρυθμούς. Η βαθμιαία αύξηση της παρουσίας του εφοπλιστικού κόσμου στον Πειραιά και η αντίστοιχη αύξηση των αναγκών διεθνούς επικοινωνίας υπεχρέωσε και τους δικηγόρους να προσαρμοσθούν στους ταχέως εξελισσόμενους τεχνολογικούς εξοπλισμούς και εργαλεία.

Το Γραφείο μας στάθηκε πρωτοπόρο σε αυτόν τον χώρο, αφού ήταν μεταξύ των λίγων που εγκατέστησαν από την αρχή σχεδόν της λειτουργίας του ξηροτυπικό μηχάνημα και Telex (για όσους καταλαβαίνουν τί ήταν αυτό) και εφοδιάσθηκε, μόλις ήλθαν στην Ελλάδα τα τηλεομοιοτυπικά, τα word processors και τα e-mail, με αντίστοιχες εγκαταστάσεις, ανανεούμενες και ευρυνόμενες κατά τις επιταγές των εξελίξεων.

Η σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία επιβάλλει στον σύγχρονο δικηγόρο να έχει όλες τις δεξιότητες που αυτή απαιτεί και τον σχετικό εξοπλισμό, γιατί αλλιώς, είναι πιά εκτός τόπου. Η πανδημία που μαστίζει τον κόσμο συνέβαλε και αυτή αποφασιστικά σε εξελίξεις που καθιστούν, όσο ποτέ, αναγκαία την προσαρμογή του δικηγορικού επαγγέλματος στις νέες συνθήκες.

Εξ άλλου, η τεχνολογία και η πρόοδος και ανάπτυξή της έχει ασκήσει, ασκεί και θα ασκεί επιρροή στις δικαιικές εξελίξεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Νομική Σχολή του παγκοσμίου κύρους Stanford University, εξειδικεύεται στο αντικείμενο Δίκαιο και Τεχνολογία. Είναι καταφανές ότι η γνώση και αξιοποίησή της είναι όρος sine qua non για τους δικηγόρους του παρόντος και του μέλλοντος.

  1. Τι θα συμβουλεύατε τους νέους συναδέλφους που βρίσκονται στο ξεκίνημα της σταδιοδρομίας τους;

Όπως προανέφερα, η εξέλιξη και το προβλεπτό μέλλον της Ναυτιλίας θα ασκήσει αντίστοιχη επίδραση τους Έλληνες δικηγόρους που ασχολούνται με αυτήν. Η πρόβλεψή μου είναι αισιόδοξη. Όμως, η ναυτιλιακή δικηγορία στο μέλλον δεν θα είναι τόσον εύκολη όσο στάθηκε για τους παλαιοτέρους, ως εγώ. Η ναυτιλιακή δικηγορία απαιτεί επιστημονική συγκρότηση όχι μόνο στο πεδίο του ελληνικού αλλά και του αγγλικού δικαίου και αυτό προϋποθέτει καλές σπουδές και σε ελληνικό και σε αγγλικό πανεπιστήμιο και, για αμφότερα τα δίκαια, απόκτηση επαρκούς εμπειρίας δουλειάς πάνω σε αυτά.

Πρέπει όλοι, επίσης, να μη αγνοούν ότι στον χώρο της ελληνικής Ναυτιλίας έχουν εισέλθει από καιρό ήδη τα ναυτιλιακά αγγλικά δικηγορικά γραφεία που συνεχώς διευρύνονται και απωθούν τα ελληνικά. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και οι συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες. Η απάντηση σε αυτήν την εξέλιξη είναι η βελτίωση της ποιότητος των νομικών υπηρεσιών που προσφέρουν τα ελληνικά γραφεία και η συνετή χρεωστική πολιτική, με δεδομένη την πολιτική χρεώσεων των αγγλικών δικηγορικών εταιρειών. Κυριότατα, το πρώτο.

H σύστασή μου είναι η επιλογή της ναυτιλιακής δικηγορίας (ως και κάθε εξειδικευμένης δικηγορίας) να μη γίνεται επιπόλαια

Καθ’ όσον αφορά στους νέους δικηγόρους, πρέπει να πω ότι όταν ερωτήθηκα το ίδιο σε μία αρκετά παλαιότερη συνέντευξή μου, επισημαίνοντας ακριβώς την ίδια διαπίστωση που μόλις ανέφερα, είχα υποδείξει ότι αποκοτιές, ως αυτή που εγώ έκανα στην αρχή της δικηγορίας μου, δεν είναι πιά το ίδιο ακίνδυνες. Βεβαιότατα, πολλά εξαρτώνται από το πρόσωπο και τα ποιοτικά στοιχεία και προσόντα που διαθέτει ο συγκεκριμένος νέος νομικός, πρώτο των οποίων είναι ο επιστημονικός εξοπλισμός του. Πρέπει να ξέρει, όμως, ότι ο χώρος δεν είναι πιά εύκολος όσον άλλοτε.

Γι’ αυτό, ως και τότε, η σύστασή μου είναι η επιλογή της ναυτιλιακής δικηγορίας (ως και κάθε εξειδικευμένης δικηγορίας) να μη γίνεται επιπόλαια. Οι νέοι δικηγόροι δεν πρέπει να αγνοούν ότι οι άλλοι δικηγορικοί χώροι δεν είναι ολιγότερο καλοί από την ναυτιλιακή δικηγορία ούτε ολιγότερο προσοδοφόροι. Τουναντίον μάλιστα!..