Βασικές αλλαγές επηρεάζουν τα προγράμματα της Golden Visa, γνωστή και ως “Χρυσή Βίζα”, στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα. Η Ελλάδα παραμένει μία από τις κορυφαίες χώρες της ΕΕ που διατηρεί το πρόγραμμα Golden Visa, προσελκύοντας επενδυτές από όλο τον κόσμο. Αντίθετα, η Ισπανία και η Πορτογαλία είτε έχουν καταργήσει είτε σχεδόν ακυρώσει τα αντίστοιχα προγράμματά τους, αλλάζοντας το τοπίο της επενδυτικής μετανάστευσης στην Ευρώπη.
Το τοπίο της “Golden Visa”, άδειας διαμονής που βασίζεται σε κάποια μορφής επένδυση, μεταβάλλεται ραγδαία στην Ελλάδα και τις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες. Οι εν λόγω αλλαγές αντικατοπτρίζουν μια σημαντική μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου με αντιφατικές προεκτάσεις: Από τη μία πλευρά, για ορισμένους αποτελούν μια «ιστορία επιτυχίας», καθώς οι επενδυτές έχουν επωφεληθεί από τις δυνατότητες πρόσβασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσω του προγράμματος. Από την άλλη, όμως, για άλλους αποτελούν πηγή απογοήτευσης, καθώς οι νέες πολιτικές και περιορισμοί μπορούν να μειώσουν τις επιλογές και τις ευκαιρίες για απόκτηση της πολυπόθητης “Golden Visa”. Συνεπώς, οι συγκεκριμένες αλλαγές αντικατοπτρίζουν τη συνεχώς εξελισσόμενη φύση των μεταναστευτικών πολιτικών και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ευρώπη στον τομέα της επενδυτικής μετανάστευσης.
Η απαρχή των μεταβολών τοποθετείται όταν η Πορτογαλία, γνωστή για το δημοφιλές και ιδιαίτερα επικερδές πρόγραμμα της Golden Visa, πραγματοποίησε σημαντικές αλλαγές τον Οκτώβριο του 2023, προσαρμόζοντας τους όρους επένδυσης για τους υποψήφιους επενδυτές. Οι αλλαγές αυτές αφορούν τον τύπο των επενδύσεων που επιτρέπονται για την απόκτηση της Golden Visa, αποκλείοντας πλέον τις επενδύσεις μέσω μεταφορών κεφαλαίων, καθώς και όσες αφορούν τις αγοραπωλησίες ακινήτων.
Περαιτέρω, ο νέος Πρωθυπουργός της Πορτογαλίας, Λούις Μοντενέγκρο, ανακοίνωσε στις 3 Ιουνίου 2024 ένα Σχέδιο Δράσης για τη Μετανάστευση με στόχο τον εκσυγχρονισμό του μεταναστευτικού πλαισίου της χώρας. Μία σημαντική αλλαγή σε αυτό το σχέδιο είναι η εισαγωγή νέου τύπου άδειας διαμονής, γνωστή ως «Επένδυση Αλληλεγγύης»- Golden Visa. Αυτό το νέο πρόγραμμα επιτρέπει επενδύσεις σε υποδομές υποδοχής, έργα ένταξης και υποστήριξης ευάλωτων μεταναστών, καταδεικνύοντας τη δέσμευση της χώρας προς την κοινωνική συνοχή και την αειφορία. Ειδικότερα, για να πάρει κανείς πλέον Golden Visa στη χώρα θα πρέπει να επενδύει τουλάχιστον 500.000 ευρώ σε κάποιο ή κάποια από 40 περίπου ειδικά επενδυτικά κεφάλαια (funds), τα οποία αφορούν μεγάλο εύρος επενδύσεων, από τη γεωργία μέχρι την εκπαίδευση και τον πολιτισμό.
Από την άλλη πλευρά της Ιβηρικής Χερσονήσου, η Ισπανία ανακοίνωσε στις 9 Απριλίου 2024 την απροσδόκητη κατάργηση του προγράμματος της χρυσής βίζας. Ο Πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ δήλωσε ότι η κυβέρνησή του δεσμεύεται να εξασφαλίσει ότι η στέγαση θα παραμείνει δικαίωμα και όχι αντικείμενο επιχειρηματικών προδιαγραφών. Η απόφαση να καταργηθεί το πρόγραμμα «Χρυσής Βίζας» αποτελεί μια ξαφνική ανακοίνωση που σηματοδοτεί την αλλαγή πολιτικής προσέγγισης σε θέματα μετανάστευσης και οικονομικής πολιτικής στην Ισπανία.
Αυτές οι δύο εξελίξεις υποδεικνύουν μια γενικότερη τάση στην Ευρώπη προς την επανεξέταση και την αναδιοργάνωση των μεταναστευτικών προγραμμάτων, με έμφαση στη διασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας στην πρόσβαση στη στέγαση και την οικονομική ευημερία.
Επιπρόσθετα, πολύ πρόσφατα, η ελληνική κυβέρνηση επέφερε σημαντικές αλλαγές στο πρόγραμμα Golden Visa, αποφασισμένη να ενισχύσει την ελκυστικότητα της χώρας ως επενδυτικό προορισμό. Με την εισαγωγή των τεσσάρων επιπέδων, η Ελλάδα διατηρεί το ελάχιστο όριο επένδυσης στις 250.000 ευρώ για ακίνητα που μετατρέπονται σε κατοικίες ή υποστέλλονται ανακαινίσεις, ενώ αναγνωρίζει τη διαφορετική αξία ακινήτων σε περιοχές υψηλής ζήτησης με ανώτερα επίπεδα επένδυσης, φτάνοντας έως και 800.000 ευρώ. Αυτή η αναβάθμιση επιδιώκει να προσελκύσει επενδυτές που επιθυμούν να επωφεληθούν από τη γεωγραφική θέση και τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσφέρει η Ελλάδα στον τομέα των ακινήτων.
Στο μεταξύ, η Ισπανία ακολούθησε την Ολλανδία και την Ιρλανδία στην κατάργηση των συστημάτων τους, ενώ η Πορτογαλία προέβη σε σημαντικές περικοπές κινήτρων στο πρόγραμμά της.
Οι αλλαγές αυτές καταδεικνύουν ότι οι διαθέσιμες επιλογές για υποψήφιους επενδυτές στην Ευρώπη έχουν τροποποιηθεί σημαντικά. Ωστόσο, θα ήταν πρόωρο να θεωρηθεί αυτό ως ένδειξη μιας ευρύτερης παγκόσμιας πτώσης για τα προγράμματα της Golden Visa.
Στην πραγματικότητα, η εξέταση των λόγων που κρύβονται πίσω από τις διάφορες αλλαγές στη Golden Visa, φανερώνει μια ιστορία τεράστιας επιτυχίας στην ελληνική αγορά, ενώ οι ανταγωνιστές της παραπαίουν.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ισπανικό σύστημα, το οποίο έπεσε θύμα των μακροχρόνιων περιορισμών του. Το αρχικό κατώτατο όριο επένδυσης στις 500.000 ευρώ ήταν πολύ υψηλό. Η γραφειοκρατία ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρα. Η διάρκεια ισχύος της άδειας παραμονής στα τρία χρόνια ήταν πολύ σύντομη. Ως εκ τούτου, απέτυχε να προσφέρει το κίνητρο για αγορά ακινήτων στην Ισπανία, που υποτίθεται ότι θα παρείχε, και παρά την πρόσφατη αύξηση των αιτήσεων, η κατάργησή του προγράμματος δεν αποτελεί έκπληξη.Αντίθετα, οι αλλαγές στο ελληνικό πρόγραμμα της Golden Visa οφείλονται στην εκπληκτική του επιτυχία, όπως αναφέρεται σε μια πρόσφατη αναφορά του έγκριτου νομικού περιοδικού Legal500. Οι αιτήσεις μεταξύ 2021 και 2024 έχουν υπερτετραπλασιαστεί, αποφέροντας 4,3 δισεκατομμύρια ευρώ στην οικονομία κατά την περίοδο αυτή.
Σήμερα, η ελληνική κυβέρνηση εισάγει με σύνεση, ευελιξία στο σύστημα. Στην Αττική, τη Θεσσαλονίκη και στα νησιά με πληθυσμό πάνω από 3.100 κατοίκους, το όριο επένδυσης αυξάνεται στις 800.000 ευρώ. Σε άλλες περιοχές στην Ελλάδα διαμορφώνεται στις 400.000 ευρώ. Τίθεται σε εφαρμογή μία μεταβατική περίοδος για τα προαναφερόμενα όρια, που σημαίνει ότι οι επενδυτές μπορούν να υποβάλουν αίτηση υπό το τρέχον όριο των 250.000 ευρώ με την προϋπόθεση ότι θα καταβληθεί προκαταβολή 10% έως τις 31 Αυγούστου και η επένδυση θα ολοκληρωθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου.
Αξιοσημείωτες είναι οι δύο εξαιρέσεις στις αυξήσεις αυτές αναφορικά με τις μετατροπές ακινήτων από εμπορικά σε οικιστικά και την αποκατάσταση διατηρητέων κτιρίων, όπου διατηρείται το ελάχιστο όριο επένδυσης στις 250.000 ευρώ.
Υπάρχει λογική στον συγκεκριμένο σχεδιασμό. Με την αύξηση του κατώτατου ορίου επένδυσης, η κυβέρνηση στοχεύει στη διατήρηση του κόστους έκδοσης των αδειών διαμονής Golden Visa σε άμεση συσχέτιση με την υπάρχουσα ζήτηση.
Εισάγοντας ένα σύστημα τεσσάρων επιπέδων, αναγνωρίζεται η ανάγκη μιας υψηλότερης επένδυσης σε ορισμένα ακίνητα και περιοχές, λαμβάνοντας υπόψιν την πληθυσμιακή πυκνότητα, την ελκυστικότητα της τοποθεσίας και τις ειδικές συνθήκες των τοπικών αγορών ακινήτων.
H κατάργηση του δικαιώματος βραχυχρόνιας μίσθωσης που συνδέεται με την απόκτηση της Golden Visa υπογραμμίζει τη δέσμευση της κυβέρνησης να θέσει ως προτεραιότητα τους κατοίκους της εκάστοτε περιοχής.
Έτσι, διατηρώντας το όριο των 250.000 ευρώ για μετατροπές και ανακαινίσεις, οι επενδυτές καλούνται να εστιάσουν στην απόκτηση ακίνητων σε περιοχές όπου η εισροή χρημάτων θεωρείται περισσότερο αναγκαία και οι επενδύσεις θα είναι αποδοτικότερες ως προς τη γενικότερη ανάπτυξη των τοπικών αγορών.
Και τα τέσσερα επίπεδα του νέου συστήματος παρέχουν αξιόλογες ευκαιρίες στους επενδυτές, οι οποίοι επιθυμούν να αποκτήσουν ακίνητη περιουσία σε τοποθεσίες που αποτελούν παγκόσμιο πόλο έλξης και ενδιαφέροντος. Συνοψίζοντας, το πρόγραμμα της Golden Visa στην Ελλάδα όχι απλώς παραμένει ενεργό αλλά ευημερεί, και το νέο νομοθετικό πλαίσιο διασφαλίζει τόσο τη βιωσιμότητά όσο και την πλεονεκτική θέση του προγράμματος σήμερα αλλά και μελλοντικά.