ESG: Οι νέες απαιτήσεις γνωστοποίησης πληροφοριών για τις εταιρείες

Με τη συζήτηση για την αειφόρο ανάπτυξη να βρίσκεται στο επίκεντρο των πρωτοβουλιών της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, όπως αναθεωρήθηκε πρόσφατα με τον Ευρωπαϊκό Κλιματικό Νόμο, να επιδιώκει ένα συνεκτικό πλαίσιο που θα επιτρέψει την κλιματική ουδετερότητα, η γνωστοποίηση χρηματοοικονομικών και μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών έρχεται ξανά στο προσκήνιο. Παρόλο που ήδη ισχύει ένα συνεκτικό νομικό πλαίσιο για τις υποχρεώσεις γνωστοποίησης με τον Κανονισμό SFDR και την Οδηγία NFRD, ο Κανονισμός Taxonomy φέρνει αρκετές αλλαγές που θα ισχύσουν από 1η Ιανουαρίου 2022.

Η αιτία των αλλαγών ήταν η ανάγκη να γίνει σαφέστερο και λεπτομερέστερο το σύστημα υποβολής αναφορών για κρίσιμες πληροφορίες που αφορούν το περιβάλλον, την κοινωνία και την εταιρική διακυβέρνηση και με αυτόν τον τρόπο να προωθηθούν οι επενδύσεις που σέβονται τα κριτήρια ESG και συμβάλλουν σε μια δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη.

Η γνωστοποίηση πληροφοριών σύμφωνα με τον Κανονισμό Taxonomy
Ο Κανονισμός (ΕΕ) 2020/852 (Κανονισμός Taxonomy) τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουλίου 2020 στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την αειφόρο χρηματοδότηση της ΕΕ. Στόχος του είναι να δημιουργήσει ένα συνεκτικό πλαίσιο ταξινόμησης, το οποίο θα χαρακτηρίζει με σαφήνεια και αντικειμενικά κριτήρια ποιες οικονομικές δραστηριότητες θεωρούνται περιβαλλοντικά βιώσιμες, έτσι ώστε να παρέχεται επαρκής ενημέρωση και διαφάνεια στους επενδυτές και σε άλλους ενδιαφερόμενους για τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που υποστηρίζουν τους περιβαλλοντικούς στόχους.

Ο κανονισμός θα εφαρμοστεί σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά που διαθέτουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα στην ΕΕ και εμπίπτουν στο πλαίσιο του Κανονισμού Γνωστοποιήσεων Αειφορίας (SFDR), συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, των διαχειριστών κεφαλαίων και των ασφαλιστικών εταιρειών. Επιπλέον, όλες οι εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρέωση δημοσίευσης μη χρηματοικονομικών πληροφοριών με βάση την Οδηγία NFRD, ήτοι οι μεγάλες εταιρείες και οι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά, θα κληθούν να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και τον χαρακτηρισμό τους ως περιβαλλοντικά βιώσιμων.

Οι έξι περιβαλλοντικοί στόχοι που τίθενται στον Κανονισμό και με βάση τους οποίους αξιολογείται η περιβαλλοντική βιωσιμότητα μιας οικονομικής δραστηριότητας είναι οι εξής:

  • Μετριασμός της κλιματικής αλλαγής
  • Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή
  • Βιώσιμη χρήση και προστασία των υδάτινων και θαλάσσιων πόρων
  • Μετάβαση σε μία κυκλική οικονομία
  • Πρόληψη και έλεγχος της ρύπανσης
  • Προστασία και αποκατάσταση της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων.

Για να προσδιοριστεί ο βαθμός της βιωσιμότητας μιας επένδυσης, θα πρέπει να ισχύουν σωρευτικά τα ακόλουθα κριτήρια, δηλαδή αυτή:

  • Να συμβάλλει σημαντικά στην επίτευξη ενός ή περισσοτέρων από τους προαναφερθέντες στόχους.
  • Να μην επιβαρύνει σημαντικά κανέναν από τους στόχους.
  • Να ασκείται σύμφωνα με τις ελάχιστες διασφαλίσεις, δηλαδή να εφαρμόζει συγκεκριμένες διαδικασίες προκειμένου να διασφαλίζει την ευθυγράμμιση με τις κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ, των Ηνωμένων Εθνών και των αρχών και δικαιωμάτων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας και του Διεθνούς Χάρτη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
  • Να συμμορφώνεται προς τα τεχνικά κριτήρια ελέγχου βιωσιμότητας που θεσπίζει η Επιτροπή σύμφωνα με τα σχετικά άρθρα του Κανονισμού.

Από την 1η Ιανουαρίου 2022, ο Κανονισμός Taxonomy θα εφαρμοστεί στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα οποία προωθούν ή έχουν ως στόχο τους τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή. Για τους τέσσερις υπόλοιπους περιβαλλοντικούς στόχους, ο Κανονισμός θα ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2023. Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τις μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες των εισηγμένων εταιρειών και των εταιρειών δημοσίου συμφέροντος.

Σε αυτό το πλαίσιο, οι υπόχρεοι θα πρέπει να προσδιορίζουν ποια παρεχόμενα προϊόντα και οικονομικές δραστηριότητες συνοδεύονται με υποχρέωση γνωστοποίησης, αλλά και να δηλώνουν τυχόν εθελοντική γνωστοποίηση πληροφοριών για κατηγορίες προϊόντων.

Σε κάθε περίπτωση, προϊόντα και δραστηριότητες που έχουν ως αντικείμενο βιώσιμες επενδύσεις ή προωθούν περιβαλλοντικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά απαιτούν γνωστοποίηση σύμφωνα με τον Κανονισμό Taxonomy, ενώ περαιτέρω πρέπει να γνωστοποιείται η συμμόρφωση με τα κατώτατα περιβαλλοντικά όρια και το ποσοστό των επενδύσεων και των εσόδων που είναι εναρμονισμένα με τον Κανονισμό.

Ο Κανονισμός SFDR για τους διαχειριστές κεφαλαίων
Η γνωστοποίηση πληροφοριών για αειφόρες και γενικά επενδύσεις με βάση τα κριτήρια ESG είναι ήδη από το 2019 υποχρεωτική για τους διαχειριστές κεφαλαίων σύμφωνα με τον Κανονισμό SFDR (Sustainable Finance Disclosure Regulation), έτσι ώστε να αξιολογούνται οι κίνδυνοι βιωσιμότητας σε επίπεδο εταιρείας και κατηγορίας προϊόντων και να εξετάζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις τους στις διαδικασίες λήψης επενδυτικών αποφάσεων.

Ήδη από τις 10 Μαρτίου 2021 οι συμμετέχοντες στη χρηματοπιστωτική αγορά υποχρεούνται να έχουν δημοσιεύσει πολιτικές κινδύνου στην ιστοσελίδα τους και να γνωστοποιούν πώς ενσωματώνουν τις εκτιμήσεις βιωσιμότητας στα προϊόντα τους, ενώ προβλέφθηκε συγκεκριμένος μηχανισμός για την αναφορά στο προσυμβατικό στάδιο των δυσμενών επιπτώσεων των επενδυτικών αποφάσεων στους παράγοντες αειφορίας.

Ο Κανονισμός Taxonomy Συγκεκριμένα, στο άρθρο 9 του Κανονισμού SFDR περιλαμβάνονται χρηματοπιστωτικά προϊόντα που έχουν ως στόχο τους τη βιώσιμη επένδυση. Αυτά υπάγονται στο άρθρο 5 του Κανονισμού Taxonomy, το οποίο επιβάλλει γνωστοποίηση πληροφοριών, καθώς πρόκειται για προϊόντα που έχουν ως στόχο τους κάποιον από τους προαναφερθέντες στόχους του Κανονισμού Taxonomy.

Υποχρέωση γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 του ίδιου Κανονισμού έχουν τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα του άρθρου 8 του Κανονισμού SFDR, τα οποία προωθούν τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά είτε εξ ολοκλήρου είτε σε συνδυασμό με άλλα χαρακτηριστικά. Όλα τα υπόλοιπα χρηματοπιστωτικά προϊόντα υπάγονται στο άρθρο 7 του Κανονισμού Taxonomy, σύμφωνα με το οποίο είτε θα πρέπει και αυτά να ακολουθούν τις απαιτήσεις γνωστοποίησης είτε να αναφέρουν ρητά ότι πρόκειται για επενδύσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια της ΕΕ για περιβαλλοντικά βιώσιμες επενδύσεις.

Έτσι, με βάση τον Κανονισμό Taxonomy, οι υπόχρεες εταιρείες θα πρέπει να γνωστοποιούν πώς συνδέονται οι δραστηριότητές τους στον κύκλο εργασιών και τις δαπάνες τους και να κατηγοριοποιήσουν τις δραστηριότητες ως περιβαλλοντικά βιώσιμες ή όχι. Ο χαρακτηρισμός αυτός θα πρέπει να γίνεται με βάση λεπτομερείς περιγραφές και συγκεκριμένα κριτήρια, τα οποία θα περιγραφούν σε κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που θα εκδοθούν από την Επιτροπή προσεχώς.

Ήδη έχει εκδοθεί το πρότυπο που αφορά τις δραστηριότητες αναφορικά με τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή, ενώ αναμένεται μέσα στο 2022 να εκδοθούν και τα υπόλοιπα πρότυπα για τους στόχους που αφορούν υποχρέωση γνωστοποίησης από την 1η Ιανουαρίου του 2023.

Οι Οδηγίες NFRD και CSRD για τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση
Η Οδηγία NFRD (Non-Financial Reporting Directive) απαιτεί από εταιρείες δημοσίου συμφέροντος που απασχολούν πάνω από 500 υπαλλήλους να γνωστοποιούν στις μη οικονομικές καταστάσεις τους πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά ζητήματα, διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέτρα ενάντια στη διαφθορά και καταπολέμηση των διακρίσεων. Στο πεδίο της Οδηγίας εμπίπτουν 11.700 εταιρείες στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εισηγμένων εταιρειών, των τραπεζών, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται από τα κράτη ως δημοσίου συμφέροντος.

Το άρθρο 8 του Κανονισμού Taxonomy επιβάλλει στις εταιρείες που εμπίπτουν στο πεδίο της Οδηγίας NFRD να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τον βαθμό βιωσιμότητας των δραστηριοτήτων τους. Στις 6 Ιουλίου 2021 εγκρίθηκε από την Επιτροπή κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που συμπληρώνει τον Κανονισμό Taxonomy και καθορίζει το περιεχόμενο, τη μεθοδολογία και την παρουσίαση των πληροφοριών και των δεικτών που πρέπει να γνωστοποιούνται από τις επιχειρήσεις.

Από 1η Ιανουαρίου 2022 τόσο για τις χρηματοπιστωτικές όσο και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις απαιτείται η γνωστοποίηση του ποσοστού των δραστηριοτήτων που είναι συμβατές με τον Κανονισμό Taxonomy αλλά και των μη περιβαλλοντικά βιώσιμων, παρέχοντας ποιοτικές πληροφορίες σχετικά με αυτές. Για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, από 1η Ιανουαρίου 2023 θα πρέπει να παρέχονται επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση των εν λόγω δραστηριοτήτων, γνωστοποιώντας βασικούς δείκτες απόδοσης (KPIs). Η υποχρέωση αυτή ισχύει για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις από 1η Ιανουαρίου 2024.

Στις 21 Απριλίου 2021 η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση για ένα νέο εκσυγχρονισμένο πλαίσιο θεσμικό πλαίσιο για τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση (Οδηγία Corporate Sustainability Reporting Directive), με βάση το οποίο οι επενδυτές θα μπορούν να έχουν μια πιο ολοκληρωμένη και εις βάθος πληροφόρηση για κάθε εταιρεία και τον αντίκτυπό της στο περιβάλλον και την κοινωνία. Η Οδηγία CSRD, η οποία αναμένεται να ψηφιστεί μέχρι τα μέσα της νέας χρονιάς, επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων της Οδηγίας NFRD, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις, είτε είναι εισηγμένες είτε όχι, και χωρίς το προηγούμενο όριο των 500 εργαζομένων.

Έτσι, οι οντότητες που πλέον θα υπόκεινται στις υποχρεώσεις γνωστοποίησης αυξάνονται σε 49.000. Επιπλέον, η πρόταση εισάγει λεπτομερέστερες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα αναφορών βιωσιμότητας, τα οποία αναμένεται να υιοθετηθούν από το European Financial Reporting Advisory Group (EFRAG) μέχρι τα τέλη του 2022, οπότε θα καλύπτουν τις εκθέσεις που θα δημοσιευτούν το 2024 και θα αφορούν το οικονομικό έτος 2023.

Βασικός στόχος του νέου πλαισίου είναι να εξασφαλίσει την αρμονία με άλλες πρωτοβουλίες της ΕΕ για την αειφόρο χρηματοδότηση και ιδίως με τους Κανονισμούς SFDR και Taxonomy, έτσι ώστε να μειωθεί η πολυπλοκότητα και ο κίνδυνος διπλών απαιτήσεων γνωστοποίησης σε μία εταιρεία. Έτσι, διασφαλίζεται ότι οι επενδυτές και οι συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές που υπόκεινται στο πεδίο του Κανονισμού SFDR λαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις επενδύσεις τους.

Αυτή η αλληλεπίδραση μεταξύ των νομοθετικών πλαισίων που αφορούν τη βιωσιμότητα εντάσσεται στον γενικότερο σκοπό της ΕΕ να πρωτοπορήσει στα ζητήματα ESG και ιδιαίτερα στην προστασία του περιβάλλοντος μέσω της προώθησης βιώσιμων επενδύσεων που θα δημιουργήσουν πλούτο χωρίς να υπονομεύσουν τις φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η οποία πλέον αποτελεί τον ισχυρότερο κινητήριο μοχλό των νομοθετικών πρωτοβουλιών της Ένωσης.