Ο Ενεργειακός Χάρτης της Ελλάδας: Στην πορεία προς μια πράσινη οικονομία

Της Αλεξιάννας Τσότσου

Η ρυθμισμένη αγορά της ενέργειας στην Ελλάδα βρίσκεται σε στάδιο πλήρους αναδιαμόρφωσης, συμμορφούμενη με τις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα. Η απολιγνιτοποίηση, η μετάβαση στις ΑΠΕ και το φυσικό αέριο ως καύσιμο-γέφυρα αποτελούν τον πυρήνα της νομοθετικής δραστηριότητας που μετασχηματίζει τον ενεργειακό χάρτη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.

Η προστασία του περιβάλλοντος και η βιωσιμότητα είναι πλέον ένας από τους κυριότερους στόχους που διαπνέει όλη τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κατά συνέπεια της Ελλάδας. Σε όλους τους τομείς δραστηριότητας, γίνονται συντονισμένες προσπάθειες, ώστε να συνδυαστεί η αποδοτικότητα με την αειφόρο ανάπτυξη, και η ΕΕ είναι πρωτοπόρος παγκοσμίως σε τέτοιου είδους πρωτοβουλίες.

Φυσικά, για να επιτευχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη και να αποτελέσει τη βασική αξία στην εξισορρόπηση των συμφερόντων κάθε κλάδου, θα πρέπει πρωτίστως να πραγματοποιηθεί ο ενεργειακός μετασχηματισμός που θα επιτρέψει στην οικονομία να βασίζεται σε πράσινες πηγές ενέργειας. Ο μετασχηματισμός αυτός έχει ξεκινήσει και αποτυπώνεται τόσο στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία όσο στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα. Πρόκειται για νομοθετήματα που θέτουν μεγαλεπήβολους στόχους για τα επόμενα δέκα έως τριάντα χρόνια.

Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και στόχοι βιωσιμότητας

Στις 11 Δεκεμβρίου 2019, παρουσιάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal), η οποία μάλιστα αποτελεί μία από τις σημαντικότερες προτεραιότητες της Ένωσης. Μπορεί να ήρθε στο φως της δημοσιότητας σε μια ατυχή συγκυρία, αφού σύντομα επισκιάστηκε από την επείγουσα ανάγκη αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19, όμως είναι οπωσδήποτε μια σπουδαία εξέλιξη που θα μας απασχολεί για δεκαετίες.

Οι φιλοδοξίες που τίθενται στην Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία θα επηρεάσουν όλο το φάσμα της νομοθεσίας των κρατών-μελών και θα οδηγήσουν σε τεράστιες αλλαγές στον τομέα της ενέργειας.

Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία αποτελεί μια αναπτυξιακή στρατηγική που αποσκοπεί στο μετασχηματισμό της ευρωπαϊκής οικονομίας, έτσι ώστε να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα, η αποδοτικότερη διαχείριση πόρων, η προστασία του φυσικού κεφαλαίου της ΕΕ και η προστασία των πολιτών από κινδύνους σχετικούς με το περιβάλλον. Οι φιλοδοξίες που τίθενται σε αυτή θα επηρεάσουν όλο το φάσμα της νομοθεσίας των κρατών-μελών και θα οδηγήσουν σε τεράστιες αλλαγές στον τομέα της ενέργειας.

Συνοπτικά, οι κυριότεροι στόχοι της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας είναι οι ακόλουθοι:

  • Μηδενισμός καθαρών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050
  • Μετάβαση στην κυκλική οικονομία με τη χρήση βιώσιμων και οικολογικά σχεδιασμένων προϊόντων, την ανάπτυξη ρυθμιστικού πλαισίου για βιοαποικοδομήσιμα πλαστικά, την προτεραιότητα στην επαναχρησιμοποίηση των πλαστικών και τον πράσινο μετασχηματισμό των βιομηχανιών
  • Επενδύσεις σε υποδομές εναλλακτικών καυσίμων
  • Μείωση χρήσης χημικών φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων
  • Διαφύλαξη της βιοποικιλότητας
  • Μηδενισμός ρύπανσης σε νερό, αέρα και έδαφος
  • Θέσπιση μηχανισμού δίκαιης μετάβασης

Κύριοι στόχοι ΕΣΕΚ έως το 2030

Το ΕΣΕΚ αποτελεί τον οδικό χάρτη για την οικοδόμηση ενός ολοκληρωμένου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης και τη δημιουργία ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος για την ενεργειακή μετάβαση.

Το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα αποτελεί τον οδικό χάρτη για την οικοδόμηση ενός ολοκληρωμένου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης και τη δημιουργία ελκυστικού επενδυτικού περιβάλλοντος για την ενεργειακή μετάβαση, η οποία φέρνει στο επίκεντρο την απολιγνιτοποίηση και την αυξημένη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Το ΕΣΕΚ ευθυγραμμίζεται με τις απαιτήσεις και φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας που υπογραμμίζει την ανάγκη άμεσης λήψης μέτρων για τη μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου, τη βελτίωση της ενεργειακής αποδοτικότητας, την καινοτομία στην αγορά ενέργειας και τον πρωταγωνιστικό ρόλο των ΑΠΕ.

Οι στόχοι του ΕΣΕΚ είναι φιλόδοξοι, αλλά ρεαλιστικοί, όπως τους χαρακτηρίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, και διατρέχουν όλο το φάσμα των πηγών ενέργειας στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι μέχρι το 2030 θα έχουν επιτευχθεί οι ακόλουθοι ενεργειακοί και κλιματικοί στόχοι:

  • μερίδιο λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή 0%
  • μείωση εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου 42%
  • μερίδιο ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας 35%
  • βελτίωση ενεργειακής απόδοσης 38% και ενεργειακή αναβάθμιση 60.000 κτιρίων το χρόνο
  • προώθηση της ηλεκτροκίνησης με 30% των επιβατικών οχημάτων να είναι ηλεκτρικά
  • αύξηση χρήσης φυσικού αερίου
  • άρση ενεργειακής απομόνωσης των νησιών

Η επίτευξη των παραπάνω στόχων εκτιμάται ότι θα φέρει επενδύσεις ύψους 44 δισ. ευρώ μέσα στην επόμενη δεκαετία. Στο επίκεντρο της επενδυτικής δραστηριότητας θα βρεθούν οι ΑΠΕ, οι νέες υποδομές στα δίκτυα ηλεκτρισμού, η μετάβαση στην κυκλική οικονομία και τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης. Οι επενδύσεις αυτές αναμένεται να κατανεμηθούν ως εξής:

  • 9 δισ. ευρώ για ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ
  • 5,5 δισ. ευρώ για υποδομές ηλεκτρικού συστήματος
  • 5 δισ. ευρώ για ανακύκλωση
  • 3,5 δισ. ευρώ έργα ανάπτυξης δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας
  • 2,2 δισ. ευρώ για διασυνοριακούς αγωγούς φυσικού αερίου
  • 2 δισ. ευρώ για την αποθήκευση του φυσικού αερίου
  • 2 δισ. ευρώ για την αντιμετώπιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής
  • 1,5 δισ. ευρώ επενδύσεις στα διυλιστήρια
  • 1,3 δισ. ευρώ για νέες θερμικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής

Απολιγνιτοποίηση και Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση

Έως τις 10 Νοεμβρίου 2020 θα διαρκέσει η δημόσια διαβούλευση, στην οποία έχει τεθεί το Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης (master plan) των λιγνιτικών περιοχών της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης. Με δεδομένο ότι ως το 2023 θα γίνει πλήρης απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων, κύρια προτεραιότητα του σχεδίου είναι να προσελκύσει παραγωγικές επενδύσεις στις λιγνιτικές περιοχές και να δημιουργήσει βιώσιμες θέσεις εργασίας που θα υπερκαλύψουν αυτές που θα χαθούν λόγω της απολιγνιτοποίησης.

Το master plan για την απολιγνιτοποίηση παρέχει κίνητρα και ενισχύσεις για ιδιωτικές επενδύσεις αλλά και Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα σε ένα μεγάλο εύρος πεδίων δραστηριότητας

Το master plan για την απολιγνιτοποίηση παρέχει κίνητρα και ενισχύσεις για ιδιωτικές επενδύσεις αλλά και Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα σε ένα μεγάλο εύρος πεδίων δραστηριότητας, όπως:

  • δημιουργία και ανάπτυξη φωτοβολταϊκών πάρκων
  • δημιουργία μονάδων φυσικού αερίου, πράσινου υδρογόνου και αποθήκευσης ενέργειας
  • κέντρο επεξεργασίας βιομάζας
  • οικοσύστημα οινικού τουρισμού και άλλες δομές βιώσιμου τουρισμού
  • βιομηχανικό πάρκο ηλεκτροκίνησης
  • ανάπτυξη έξυπνων μονάδων υδροπονίας
  • κλινική φυσικής αποκατάστασης
  • περαιτέρω αναπτυξιακές δράσεις, όπως μονάδα διαχείρισης αποβλήτων, επιχειρηματικό πάρκο, θεματικό πάρκο ψυχαγωγίας και εκπαίδευσης, πεδίο ενεργειακής έρευνας και τεχνολογίας.

Ο μετασχηματισμός της αγοράς του φυσικού αερίου

Στην πορεία από το λιγνίτη στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, το φυσικό αέριο θα αποτελέσει το καύσιμο-γέφυρα, καθώς συνδυάζει την υψηλή ενεργειακή αποδοτικότητα με τη χαμηλότερη εκπομπή ρύπων σε σχέση με το λιγνίτη. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (ΙΕΑ), αυτή τη στιγμή το φυσικό αέριο συμμετέχει στην παγκόσμια ενεργειακή κατανάλωση σε ποσοστό 22,2%, έναντι 20,7% το 2000 και 15% το 1970. Οι προβλέψεις του ΙΕΑ για τη μελλοντική εξέλιξη του φυσικού αερίου δείχνουν τη συμμετοχή του να αυξάνει στο 25% το 2040.

Σύμφωνα με το ΕΣΕΚ, οι κύριες προτεραιότητες της επόμενης περιόδου αναφορικά με τη χρήση του φυσικού αερίου είναι:

  • Ανάπτυξη αναγκαίων υποδομών μεταφοράς και διανομής, για να δοθεί η δυνατότητα πρόσβασης στη χρήση φυσικού αερίου σε περισσότερους τελικούς καταναλωτές στον κτηριακό τομέα. Οι εκτιμώμενες επενδύσεις μόνο για τα δίκτυα διανομής υπολογίζεται ότι θα ανέλθουν στα 2 δισ. ευρώ την περίοδο 2020-2030.
  • Αύξηση χρήσης του φυσικού αερίου στη βιομηχανία και στις μεταφορές είτε μέσω δικτύων είτε με χρήση συμπιεσμένου (CNG) ή υγροποιημένου (LNG) φυσικού αερίου.
  • Αύξηση χρήσης στους τελικούς τομείς κατανάλωσης σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% σε σχέση με την κατανάλωση του 2016.

Σε αυτό το πλαίσιο και για την επίτευξη των στόχων του ΕΣΕΚ σχετικά με την απολιγνιτοποίηση, ο ΔΕΣΦΑ ανακοίνωσε τον Ιούλιο και έβγαλε σε δημόσια διαβούλευση το Δεκαετές Σχέδιο Προγράμματος Ανάπτυξης ΕΣΦΑ 2021-2030,  στο οποίο συμπεριλαμβάνονται δύο νέα έργα επέκτασης του ΕΣΦΑ, για την προμήθεια φυσικού αερίου σε νέες περιοχές. Το πρώτο έργο αφορά την επέκταση του δικτύου φυσικού αερίου μέσω νέου κλάδου αγωγού στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας. Σημαντικό πλεονέκτημα αυτού του αγωγού είναι η διασύνδεση του ΕΣΦΑ με μία περιοχή, όπου σχεδιάζεται η παραγωγή υδρογόνου. Το δεύτερο έργο αφορά τη διασύνδεση της πόλης της Πάτρας και της Βιομηχανικής Περιοχής Πατρών με το ΕΣΦΑ, με την ταυτόχρονη δυνατότητα μελλοντικών επεκτάσεων για την τροφοδότηση και άλλων πόλεων της Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Τα δύο έργα εκτιμάται ότι θα έχουν ολοκληρωθεί μέχρι τα τέλη του 2023 και του 2025, αντίστοιχα, αποτελώντας μοχλό ανάπτυξης για τις δύο περιοχές με σημαντικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες, την προστασία του περιβάλλοντος και  την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας.

Οι βασικές διατάξεις του νέου περιβαλλοντικού νόμου

Στις 7 Μαΐου 2020, δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ ο νέος περιβαλλοντικός νόμος (4865/2020), ο οποίος φιλοδοξεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κωστή Χατζηδάκη, να συνδυάσει την προστασία του περιβάλλοντος με την προώθηση της ανάπτυξης. Ορισμένοι από τους πυλώνες του νέου νόμου αφορούν αμιγώς περιβαλλοντικά ζητήματα, όπως η αναμόρφωση των δασικών χαρτών, η διαχείριση των αποβλήτων και η επιτρεπόμενη χρήση των προστατευόμενων περιοχών. Υπάρχουν, όμως, και διατάξεις που συνδέονται με την επενδυτική δραστηριότητα και το πώς αυτή μπορεί να συνυπάρξει με την προστασία του περιβάλλοντος, αλλά και να συνεισφέρει σε αυτή μέσω έργων στον τομέα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας.

Η φιλοδοξία του περιβαλλοντικού νόμου είναι να απλοποιηθεί το πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ώστε να προχωρήσει ευκολότερα η υλοποίηση έργων ΑΠΕ μέσω ενός ασφαλέστερου αδειοδοτικού περιβάλλοντος

Η φιλοδοξία του νόμου είναι να επιταχυνθεί και να απλοποιηθεί το πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, ώστε να γίνει προσέλκυση επενδύσεων και να προχωρήσει ευκολότερα η υλοποίηση έργων ΑΠΕ μέσω ενός ασφαλέστερου και συνεπέστερου αδειοδοτικού περιβάλλοντος. Υπό αυτό το πρίσμα, επεκτείνεται η χρονική διάρκεια της Απόφασης Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (ΑΕΠΟ) από 10 σε 15 έτη και συρρικνώνεται ο χρόνος διεκπεραίωσης των σταδίων για την ανανέωση και τροποποίηση της ΑΕΠΟ μέσω της μείωσης των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Συγκεκριμένα, δίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις η δυνατότητα παράτασης της ΑΕΠΟ χωρίς την ανάγκη υποβολής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, ενώ μειώνονται και τα απαιτούμενα στοιχεία του φακέλου για την επιτάχυνση της διοικητικής διαδικασίας.

Επιπλέον, η άπρακτη παρέλευση των προθεσμιών δεν συνεπάγεται την απόρριψη ή την παύση της προόδου της διαδικασίας, αλλά αντίθετα τη μετάβαση στο επόμενο στάδιο ελέγχου, ώστε να αποφευχθεί η κωλυσιεργία της διοίκησης, ενώ ενεργοποιείται ξανά και ο θεσμός των πιστοποιημένων από το ΥΠΕΝ αξιολογητών, οι οποίοι μπορούν να προχωρήσουν σε έλεγχο πληρότητας του φακέλου ή γνωμοδότηση κατόπιν αιτήματος είτε του ίδιου του φορέα του έργου, είτε της περιβαλλοντικής αρχής.

Αδειοδοτικό και θεσμικό πλαίσιο για τα έργα ΑΠΕ

Ο νόμος 4865/2020 αναδιαμορφώνει πλήρως το αδειοδοτικό πλαίσιο για τα έργα ΑΠΕ, δίνοντας έμφαση στην απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης, την αυτοματοποίηση των ελέγχων και τη μείωση του οικονομικού βάρους. Οι σημαντικότερες αλλαγές είναι οι εξής:

  • Η Άδεια Παραγωγής Ηλεκτρικής Ενέργειας (ΗΕ), όπως προβλέπεται από το ν. 3468/2006, αντικαθίσταται στο εξής από τη Βεβαίωση Παραγωγού ΗΕ. Η βεβαίωση δίνεται ηλεκτρονικά, σε συντομότερο χρονικό διάστημα και με την πλήρωση λιγότερων κριτηρίων. Φορέας αδειοδότησης τίθεται μεταβατικά η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας.
  • Η Βεβαίωση Παραγωγού ΗΕ χορηγείται για 25 χρόνια με δυνατότητα ανανέωσης για άλλα 25 έτη.
  • Προβλέπεται μείωση του εφάπαξ τέλους υποβολής αίτησης υπέρ ΡΑΕ, το οποίο πλέον υπολογίζεται επί τη βάσει αξίας 60 €/MW, ενώ η ανώτατη αξία αυτού δεν δύναται να είναι μεγαλύτερη των € 12.000.

Προβλέψεις του νόμου 4865/2020 για τα φωτοβολταϊκά

Ειδικά για τα φωτοβολταϊκά, οι ρυθμίσεις του νέου περιβαλλοντικού νόμου είναι εκτενείς και στοχεύουν επίσης στην προσέλκυση επενδύσεων μέσω της απλοποίησης της γραφειοκρατικής διαδικασίας αλλά και τη διευκόλυνση της υλοποίησης των έργων. Εκτός από τις διατάξεις για την περιβαλλοντική αδειοδότηση, την επέκταση της ΑΕΠΟ, τη μείωση του χρόνου διεκπεραίωσης του φακέλου και την αντικατάσταση της Άδειας Παραγωγής από τη Βεβαίωση Παραγωγής, οι οποίες αφορούν όλα τα έργα ΑΠΕ, ειδικά για τα φωτοβολταϊκά οι σημαντικότερες ρυθμίσεις είναι οι ακόλουθες:

  • Αύξηση του ορίου περιβαλλοντικής απαλλαγής φωτοβολταϊκών σταθμών από το 0,5 MWp στο 1 MWp
  • Κατάργηση της ρύθμισης που προέβλεπε ΕΠΟ για σταθμούς που γειτνιάζουν, σε απόσταση μικρότερη των 150 μέτρων
  • Εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε περιοχές Natura και συγκεκριμένα στη ζώνη διαχείρισης οικότοπων και ειδών και στη ζώνη βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων
  • Παράταση ισχύος αδειών και προθεσμιών εκτέλεσης έργων κατά 4 μήνες
  • Αύξηση τιμών αποζημίωσης για παλιά αγροτικά φωτοβολταϊκά.

Συμπερασματικά

Το νομικό πλαίσιο της ενέργειας βρίσκεται σε εποχή έντονων αλλαγών, οι οποίες απορρέουν από το βασικό στόχο της προστασίας του περιβάλλοντος και τη βιώσιμης ανάπτυξης, όπως αυτός έχει τεθεί στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής και της εθνικής πολιτικής. Η νομοθετική πρωτοβουλία αποδεικνύει ότι η ανάπτυξη και η επενδυτική δραστηριότητα δεν ανταγωνίζονται, αλλά αντίθετα συμβάλλουν στην αειφόρο ανάπτυξη. Η παροχή κινήτρων και η απλοποίηση των διαδικασιών μπορούν να αποτελέσουν το θεμέλιο για έργα που θα συμβάλλουν στη μετάβαση στην πράσινη οικονομία μέσω του πλήρους μετασχηματισμού του ενεργειακού τοπίου στην Ελλάδα.

Αλεξάνδρα Σδούκου, γενική γραμματέας Ενέργειας και Φυσικών Πόρων του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας

  • Ποιες βασικές αλλαγές σηματοδοτούνται στην αγορά ενέργειας, εξαιτίας της εφαρμογής του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) το 2020; Σε ποιους τομείς θα δοθεί προτεραιότητα και για ποιο λόγο;

Το ΕΣΕΚ έθεσε τους ενεργειακούς στόχους της Ελλάδας για το 2030, υιοθετώντας μάλιστα σε επιμέρους σημεία πιο φιλόδοξη προσέγγιση σε σχέση με τους κεντρικούς στόχους που έθεσε η Ε.Ε. Βλέπουμε, δε, σήμερα ότι η Ένωση αναθεωρεί τους στόχους της προς τα επάνω, όπως προσφάτως εξήγγειλε η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ursula von der Leyen, και αισθανόμαστε περήφανοι για μια από τις λίγες φορές που η Ελλάδα πρωτοπορεί σε μια «πράσινη» επιλογή της και η Ευρώπη ακολουθεί.

Συνεπείς στους στόχους του ΕΣΕΚ, δεσμευόμαστε για αλλαγή του ενεργειακού μείγματος με πλήρη απεξάρτηση από το λιγνίτη, ένα καύσιμο ρυπογόνο και ακριβό. Παράλληλα, δίνουμε προτεραιότητα στην ταχεία διείσδυση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας τόσο στην τελική κατανάλωση και στην ηλεκτροπαραγωγή, ενώ στηρίζουμε και το Φυσικό Αέριο, ως «καύσιμο-γέφυρα» που θα διευκολύνει τη μετάβαση. Τέλος, στο σχεδιασμό μας σημαντικό ρόλο παίζει η αποτελεσματική και ορθολογική διαχείριση των ενεργειακών μας πόρων, γι’ αυτό και υλοποιούμε πολιτικές που βελτιώνουν την ενεργειακή αποδοτικότητα, μια ενεργειακή μεταρρύθμιση με τα περισσότερα πολλαπλασιαστικά οφέλη.

Πάνω σ’ αυτούς τους πυλώνες σχεδιάζουμε και υλοποιούμε τις πολιτικές που θα επιτρέψουν να πετύχουμε τους στόχους μας και να ξεπεράσουμε τους στόχους της Ευρώπης.

  • Ποιες κατηγορίες επενδύσεων στην ενέργεια αποτελούν προτεραιότητα για το Υπουργείο;

Με κεντρικό άξονα στρατηγικής την ενεργειακή μετάβαση σε μια απανθρακοποιημένη κοινωνία και οικονομία, η βασική προτεραιότητα είναι τα έργα ΑΠΕ, που θα αποτελέσουν τη «ραχοκοκαλιά» του συστήματος την επόμενη ημέρα. Συνεχίζουμε τη στήριξη νέων έργων ΑΠΕ, ώστε να πετύχουμε τους στόχους του ΕΣΕΚ, με το νέο σχήμα διαγωνισμών για τα επόμενα έτη να είναι στην τελική φάση σχεδιασμού του. Στο σχήμα αυτό, θα εντάσσονται τόσο mainstream τεχνολογίες (όπως τα φωτοβολταϊκά και τα χερσαία αιολικά), αλλά θα υπάρχει η δυνατότητα να στηριχθούν και αναδυόμενες τεχνολογίες που υπόσχονται πολλά για το μέλλον (όπως τα υπεράκτια αιολικά).

Παράλληλα, προωθούμε τις επενδύσεις σε υποδομές που διευκολύνουν τη διείσδυση των ΑΠΕ εντός της χώρας, αλλά και τη διασύνδεσή μας με γειτονικές χώρες. Οι διαχειριστές των δικτύων επενδύουν τόσο στις φυσικές υποδομές (εθνικές και διεθνείς διασυνδέσεις, ενίσχυση του υφιστάμενου δικτύου) όσο και στις νέες τεχνολογίες («έξυπνοι μετρητές» για το ΔΕΔΔΗΕ, πρωτοβουλία Digital TSO για τον ΑΔΜΗΕ), ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες που επιβάλλει η μετάβαση σε ένα νέο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας.

  • Τι πρέπει να γίνει για να διευκολυνθούν οι επενδύσεις σε ΑΠΕ; Ποιες οι προσδοκίες σας από την αναμόρφωση της αδειοδότησης και ποια άλλα μέτρα θα λάβετε;

Για την κάλυψη των στόχων του ΕΣΕΚ πρέπει μέσα σε μια δεκαετία να προσθέσουμε 8,5 GW, μέσο όρο δηλαδή 850 MW ανά έτος. Αυτό αντιστοιχεί σε συνολικές επενδύσεις περίπου 9 δις για τη δεκαετία.

Το επενδυτικό ενδιαφέρον υπάρχει και είναι έντονο. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν 11.000 έργα, όλων των τεχνολογιών και των μεγεθών, για συνολικά 76 GW σε διάφορα στάδια ωριμότητας, ενώ οι ενδείξεις που έχουμε είναι ότι, στο νέο κύκλο αιτήσεων, θα υπάρξει πολύ έντονο ενδιαφέρον. Φυσικά, είναι βέβαιο ότι μόνο ένα μικρό μέρος αυτών των έργων θα υλοποιηθεί τελικά. Η αναλογία όμως σχεδόν 10 προς 1 μεταξύ των αναγκών μας με βάση το ΕΣΕΚ και του επενδυτικού ενδιαφέροντος καταδεικνύει ότι ο ανταγωνισμός μεταξύ των υποψηφίων επενδυτών θα αναδείξει τα ποιοτικά καλύτερα και οικονομικά συμφερότερα έργα.

Η πρόσφατη απλοποίηση της αδειοδοτικής διαδικασίας που δρομολογήσαμε κατήργησε αχρείαστα γραφειοκρατικά βήματα και συνέβαλε στο επενδυτικό ενδιαφέρον που παραπάνω περιγράψαμε. Η σχεδιαζόμενη, νέα παρέμβασή μας θα μειώσει ακόμα περισσότερο το χρόνο ωρίμανσης ενός έργου, θα απλοποιήσει τις διαδικασίες σύνδεσης με το δίκτυο και θα καταργήσει ακόμα περισσότερα γραφειοκρατικά προσκόμματα.

Παράλληλα, σχεδιάζουμε ένα σύστημα, όπου τα ΑΠΕ θα μπορούν να στηριχθούν μόνο στα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα, τεχνολογικά αλλά και οικονομικά, χωρίς την ανάγκη πλαισίου στήριξης. Σε επίπεδο λειτουργίας, μεγιστοποιούμε τα τεχνολογικά οφέλη των ΑΠΕ συμπληρώνοντάς τα με ένα πλαίσιο για την αποθήκευση ενέργειας, που θα διευκολύνει την ευρεία και ταχεία ενσωμάτωση μεγάλου αριθμού ανανεώσιμων πηγών στο ενεργειακό σύστημα. Σε επίπεδο αγοράς, κάνουμε διαθέσιμα εργαλεία (όπως η αγορά ενεργειακών παραγώγων, τα διμερή συμβόλαια και οι εγγυήσεις προέλευσης) που θα επιτρέψουν στους επενδυτές να διαφοροποιήσουν την επιχειρηματική τους στρατηγική και να αντλήσουν οικονομικά οφέλη κατευθείαν από την αγορά.

Στο νέο σύστημα ενέργειας, οι επενδυτές σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας καλούνται να επενδύσουν σημαντικά ποσά και εμείς διευκολύνουμε την ωρίμανση των επενδύσεων και παρέχουμε εργαλεία για την εύκολη χρηματοδότηση και υλοποίησή τους.

Ιωάννης Αψούρης, Γενικός Διευθυντής Νομικών Υπηρεσιών Ομίλου ΕΛΠΕ

  • Πώς κρίνετε τις αλλαγές που επήλθαν στις διαδικασίες αδειοδότησης των έργων Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας; Θεωρείτε ότι ο νέος περιβαλλοντικός νόμος θα επιτύχει το στόχο του για την απλούστευση και την επιτάχυνση των επενδύσεων σε ΑΠΕ;

Ο νόμος 4685/2020 (ΦΕΚ Α’ 92/7.5.2020) αποτελεί την πρόσφατη πρωτοβουλία της Πολιτείας προς την κατεύθυνση της επιτάχυνσης και απλοποίησης της περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Σε ό,τι αφορά στα έργα ΑΠΕ, των οποίων η ανάπτυξη έχει κεντρική θέση στη δράση για μια καθαρή, προσιτή και ασφαλή ενέργεια της ευρωπαϊκής Πράσινης συμφωνίας, ο νέος νόμος επιφέρει τροποποιήσεις σε δύο βασικά αδειοδοτικά στάδια των εν λόγω έργων: στην ΑΕΠΟ (Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων) και στο νέο πλαίσιο της Βεβαίωσης Παραγωγού Ηλεκτρικής Ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που επί της ουσίας αντικαθιστά το καθεστώς της άδειας παραγωγής. Η παραπάνω νομοθετική πρωτοβουλία αποσκοπεί στην επιτάχυνση της υλοποίησης των έργων ΑΠΕ και την προσέλκυση επενδύσεων στον τομέα αυτόν.

Ήδη από το πρώτο άρθρο του νόμου, η θεσμοθέτηση αυξημένης διάρκειας ισχύος της ΑΕΠΟ κατά 5 έτη (ήτοι από 10 σε 15 έτη) μεταθέτει το διοικητικό βάρος της διαδικασίας ανανέωσης της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων σε σημαντικά μεταγενέστερο χρονικό σημείο και δημιουργεί ένα ασφαλέστερο αδειοδοτικό περιβάλλον για τους επενδυτές. Σημαντικές είναι και οι νέες διατάξεις του νόμου για την σύντμηση των προθεσμιών για την έκδοση, την ανανέωση και την τροποποίηση της ΑΕΠΟ που οδηγούν σε λιγότερη γραφειοκρατία, αλλά και η προσπάθεια που γίνεται για την κατά το δυνατόν απλοποίηση των σχετικών διαδικασιών. Τέλος, σημειώνεται ότι προς τον σκοπό επίτευξης μεγαλύτερης διαφάνειας και επιτάχυνσης, από την 1η Ιανουαρίου 2021, όλη η διαδικασία της περιβαλλοντικής αδειοδότησης θα διεξάγεται μέσω του Ηλεκτρονικού Περιβαλλοντικού Μητρώου (ΗΠΜ).

Περαιτέρω, ο νέος νόμος εισάγει το θεσμό της Βεβαίωσης Παραγωγού Ηλεκτρικής Ενέργειας από ΑΠΕ και ΣΗΘΥΑ που αντικαθιστούν την Άδειας Παραγωγής του ν. 3468/2006 για την Α’ Φάση Αδειοδότησης των έργων ΑΠΕ. Πιο συγκεκριμένα, η βεβαίωση εκδίδεται ηλεκτρονικά από τον Φορέα Αδειοδότησης (ως τέτοιος ορίζεται για μεταβατικό στάδιο η ΡΑΕ) και χορηγείται στη βάση της πλήρωσης λιγότερων κριτηρίων σε σχέση με την Άδεια Παραγωγής και σε αρκετά συντομότερο χρονικό διάστημα. Η εισαγωγή της υποχρέωσης για συνέχιση της αδειοδότησης των έργων, προκειμένου να διατηρηθεί σε ισχύ η βεβαίωση, εξυπηρετεί τον σκοπό της επίτευξης του ενωσιακού και εθνικού στόχου για την επέκταση και επιτάχυνση της διείσδυσης των ΑΠΕ, ενώ η πρόβλεψη για την καταβολή ενός εφάπαξ τέλους ως προϋπόθεση για την έκδοση της βεβαίωσης στοχεύει στην προσέλκυση σοβαρών επενδυτών στο τομέα των ΑΠΕ.

Οι ανωτέρω πρωτοβουλίες της Πολιτείας εκτιμάται ότι θα έχουν θετικό αντίκτυπο στην ταχύτερη ανάπτυξη των έργων ΑΠΕ, καθώς αντιμετωπίζουν σε κάποιο βαθμό τη γραφειοκρατία που οδηγεί σε λιμνάζοντα για αρκετό καιρό έργα.

Σοφία Μιχελάκη, Διευθύντρια Δραστηριοτήτων Νομικών Υπηρεσιών του ΔΕΣΦΑ

  • Πώς κρίνετε τους στόχους του ΕΣΕΚ αναφορικά με την αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου μέχρι το 2030; Θεωρείτε ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο είναι επαρκές για την ανάπτυξη των αναγκαίων υποδομών μεταφοράς και διανομής του φυσικού αερίου;

Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα αναδεικνύει ως έναν από τους βασικούς πυλώνες της κλιματικής πολιτικήςτης χώρας την αύξηση της χρήσης του φυσικού αερίου τα επόμενα χρόνια, φιλοδοξώντας να καταστήσει την Ελλάδα ενεργειακό κόμβο στην ευρύτερη περιοχή. Προβλέπει ένα αρκετά στιβαρό πλαίσιο επενδύσεων και αναλυτικό οδικό χάρτη για την επίτευξη των Ενεργειακών και Κλιματικών Στόχων έως το 2030 και αποτελεί μία σημαντική βάση για την επίτευξή τους. Οι προβλέψεις του ΕΣΕΚ για την ανάπτυξη των αναγκαίων υποδομών μεταφοράς και διανομής για την βελτίωση της πρόσβασης στη χρήση φυσικού αερίου στον κτιριακό τομέα, καθώς και την αύξηση της χρήσης του στη βιομηχανία και στις μεταφορές είναι ιδιαίτερα φιλόδοξες.

Είναι σημαντικό πως το νέο αυτό θεσμικό πλαίσιο αναγνωρίζοντας την αξία του Φυσικού Αερίου προβλέπει, μεταξύ άλλων, την ενίσχυση των επενδύσεων για διασυνοριακούς αγωγούς και για έργα ανάπτυξης δικτύων και αποθήκευσης φυσικού αερίου, ενώ αναδεικνύει ως άμεση προτεραιότητα την υλοποίηση Έργων Κοινού (Ευρωπαϊκού) Ενδιαφέροντος (PCI). Ενδεικτικά παραδείγματα των σημαντικών εξελίξεων στον τομέα των υποδομών του φυσικού αερίου στην Ελλάδα είναι η εφαρμογή του μοντέλου πλήρους ιδιοκτησιακού διαχωρισμού και στο δίκτυο διανομής φυσικού αερίου, η πλήρης διάθεση του ποσοστού του δημοσίου στο δίκτυο διανομής φυσικού αερίου (ιδιωτικοποίηση της «ΔΕΠΑ ΥΠΟΔΟΜΩΝ»), αλλά και η έναρξη της διαγωνιστικής διαδικασίας παραχώρησης για την υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου Ν. Καβάλας.

Το στοίχημα της νέας και φιλόδοξης αυτής θεσμικής βάσης που παρέχεται με το ΕΣΕΚ είναι να δοκιμασθεί αποτελεσματικά και με επιτυχία στην πράξη, δηλαδή στην φάση της υλοποίησής της. Για τον λόγο αυτό, χρειάζεται συντονισμένη, συνεχής και αποφασιστική συνεργασία των αρμοδίων φορέων και άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων, ώστε να καταστεί εφικτή η επιτυχής ανάπτυξη μίας τόσο μεγάλης κλίμακας επενδύσεων στην χώρα που δεν έχει ξαναδοκιμασθεί στο παρελθόν.

Όπως είναι αυτονόητο, ο ΔΕΣΦΑ, υπό την ιδιότητά του ως Διαχειριστή του Συστήματος Μεταφοράς Φυσικού Αερίου στην Ελλάδα, είναι έτοιμος να συνδράμει με όλη την τεχνογνωσία και το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτει στην προώθηση όλων των στόχων του ΕΣΕΚ κατά την επόμενη δεκαετία, ώστε να αναδειχθεί η χώρα σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο, καθώς και στην προετοιμασία της μετάβασης στη νέα εποχή της πράσινης ενέργειας.

Δημήτρης Βαρλάμης, Διευθυντής Πωλήσεων της Jinko Solar στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Εταιρειών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ)

  • Πώς κρίνετε τη νέα απλούστερη και ταχύτερη διαδικασία που φιλοδοξεί να «ξεκλειδώσει» επενδύσεις στην αγορά φωτοβολταϊκών;

Η απλοποίηση και επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών είναι πάντα ευπρόσδεκτη και καλοδεχούμενη. Ήταν επίσης και επιβεβλημένη λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων που υπήρχαν ήδη από το πρώτο στάδιο της αδειοδότησης, το στάδιο δηλαδή της Άδειας Παραγωγής. Με το Ν.4685/2020 είχαμε απλοποίηση του πρώτου σταδίου αδειοδότησης με την υπόσχεση από πλευράς ΥΠΕΝ πως θα υπάρξουν και άλλα βήματα σε ότι αφορά π.χ. τις άδειες εγκατάστασης και λειτουργίας.

Ως Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών είχαμε επισημάνει εδώ και χρόνια πως η διαδικασία έκδοσης άδειας παραγωγής ήταν αναίτια πολύπλοκη και ξεπερασμένη από τις συνθήκες της αγοράς. Καλωσορίσαμε, λοιπόν, την κατάργηση της άδειας παραγωγής και την αντικατάστασή της από μια Βεβαίωση Παραγωγού ΑΠΕ, η έκδοση της οποίας θα είναι απλούστερη και ταχύτερη.

Επειδή όμως “ο διάολος κρύβεται στις λεπτομέρειες”, θα πρέπει να τονίσουμε πως υπάρχει θεωρητικά ο κίνδυνος να πέσει και η Βεβαίωση Παραγωγού στα ίδια γραφειοκρατικά γρανάζια και να οδηγηθούμε και πάλι σε αναίτιες καθυστερήσεις. Τα πρώτα σημάδια από την  εφαρμογή της νέας νομοθεσίας δεν είναι ενθαρρυντικά προς αυτή την κατεύθυνση. Για παράδειγμα, ο Κανονισμός Βεβαιώσεων, ο οποίος θα έπρεπε να είναι έτοιμος από τη ΡΑΕ το αργότερο ως τις 7/8/2020, καθυστέρησε τουλάχιστον ένα τρίμηνο. Ελπίζουμε οι αρμόδιοι φορείς να βρουν σύντομα το βηματισμό τους και να τρέξουν γρηγορότερα τις νέες διαδικασίες, ώστε να γίνει πράξη η πρόνοια της κοινοτικής νομοθεσίας να ολοκληρώνεται η αδειοδότηση –ακόμη και μεγάλων έργων- το πολύ σε μια διετία.

  • Προγραμματίζονται επενδύσεις στην αγορά των φωτοβολταϊκών εντός του 2020 και 2021;

Το ενδιαφέρον Ελληνικών και ξένων Ομίλων για την Ελληνική αγορά φωτοβολταϊκών έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία, ειδικά για έργα με ισχύ μεγαλύτερη των 20MW. Αν αθροίσουμε και το έντονο ενδιαφέρον μικρομεσαίων Ελλήνων επενδυτών για μικρότερα έργα με ισχύ έως 500kW ή μέσω ενεργειακών κοινοτήτων, τότε η συνολική ισχύς των κατατεθειμένων αιτήσεων στην ΡΑΕ και στον ΔΕΔΗΕ ξεπερνάει τα 30GW!

Όπως καταλαβαίνετε, δεν μπορούν να υλοποιηθούν όλα αυτά τα έργα, αλλά σίγουρα μπορούμε να προβλέψουμε με ασφάλεια ότι μέσα στα επόμενα χρόνια τα φωτοβολταϊκά θα κυριαρχήσουν έναντι οποιασδήποτε άλλης μορφής ενέργειας λόγω των εξαιρετικά ανταγωνιστικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας που μπορούν να πετύχουν.

Από τους προηγούμενους διαγωνισμούς, έχουν κατακυρωθεί έργα αθροιστικής ισχύος 1,32GW. Έως σήμερα υπολογίζουμε ότι από αυτά έχουν κατασκευαστεί περίπου 200-250MW και αρκετό πλήθος εκτός διαγωνιστικών διαδικασιών (500kW και ενεργειακές κοινότητες), που ίσως να φτάνει και τα 300-350MW έως το τέλος του χρόνου.

Για το 2021, αναμένουμε την εκτέλεση αρκετών έργων από τη δεξαμενή των διαγωνιστικών διαδικασιών (1,1GW ανεκτέλεστα), γιατί κάποια μπορούν να εκτελεστούν και το 2022 και περίπου 200-300MW από τη δεξαμενή των μικρότερων έργων. Άρα, τα έργα προς εκτέλεση για το 2021 θα μπορούσαν συνολικά να φτάσουν τα 700-800MW και ο εκτιμώμενος τζίρος μπορεί να ξεπεράσει και τα 500 εκ €.

Σπύρος Παπαλάμπρου, Διευθυντής ABO Wind Hellas

  • Πώς κρίνετε τη νέα απλούστερη και ταχύτερη διαδικασία που φιλοδοξεί να «ξεκλειδώσει» επενδύσεις στην αγορά φωτοβολταϊκών;

Επιδοκιμάζουμε τις πρωτοβουλίες του υπουργείου για την απλοποίηση των αδειοδοτικών διαδικασιών. Ανησυχούμε, ωστόσο, ότι, αν η παρέμβαση δεν είναι ολοκληρωμένη, η ανάσχεση απλά θα μετατοπιστεί σε επόμενα στάδια της διαδικασίας. Π.χ. έχει ήδη σχηματιστεί μακρύς κατάλογος υπό εξέταση έργων, για την κατάρτιση προσφοράς σύνδεσης, τόσο στον ΔΕΔΔΗΕ όσο και στον ΑΔΜΗΕ. Πιστεύουμε ότι χρειάζεται μια εκ βάθρων αναθεώρηση και απλοποίηση του αδειοδοτικού πλαισίου, με βάση την εμπειρία και άλλων χωρών.

  • Προγραμματίζονται επενδύσεις στην αγορά των φωτοβολταϊκών εντός του 2020 και 2021;

Στην πρόσφατη ανταγωνιστική διαδικασία της ΡΑΕ (Ιούλιος 2020), η εταιρεία μας συμμετείχε επιτυχημένα με 5 φωτοβολταϊκά έργα συνολικής ισχύος 50 MWp. Η κατασκευή τους θα ξεκινήσει το 2021. Εντός του 2020, ολοκληρώθηκε η κατασκευή των 5 έργων για φωτοβολταϊκά, με συνολική ισχύ 45 MWp, που είχαν συμμετάσχει με επιτυχία στην πρώτη ανταγωνιστική διαδικασία της ΡΑΕ (Ιούλιος 2018). Αναμένουμε τους επόμενους μήνες την ωρίμανση περαιτέρω έργων και τη συμμετοχή τους στις προσεχείς ανταγωνιστικές διαδικασίες. Η εταιρεία μας έχει ξεκινήσει από το 2017 την ανάπτυξη φωτοβολταϊκών και αιολικών έργων συνολικής ισχύος περί το 1 GW.

Κωνσταντίνος Λαμπαδάριος, Managing Partner, LAMBADARIOS LAW FIRM

  • Θεωρείτε ότι οι νομοθετικές αλλαγές για την απλοποίηση των διαδικασιών αδειόδοτησης των ΑΠΕ μέσω της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας θα δώσουν την ώθηση που ζητάει η αγορά σε αυτόν τον τομέα; Ποιες επιπλέον νομοθετικές πρωτοβουλίες πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να προωθηθούν για να επιτευχθούν οι στόχοι που θέτει το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ);

Θα μπορούσα να σας απαντήσω “διπλωματικά”, αλλά θέλω να είμαι ειλικρινής: άνθρωποι αποτελούν την αγορά, άνθρωποι ζητάνε τους νόμους, άνθρωποι τους φτιάχνουν, άνθρωποι τους εφαρμόζουν. Οι άνθρωποι θα δώσουν την ώθηση που ζητάει η αγορά, οι άνθρωποι θα την ανακόψουν. Το Υπουργείο και η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας καλούνται να λάβουν γενναίες αποφάσεις που ξεκινούν από την εσωτερική αναδιοργάνωσή τους, απαιτούνται δηλαδή πιο γρήγορες και ευέλικτες διαδικασίες. Οι προτεραιότητες (πράσινη ενέργεια, φτηνό ρεύμα και φυσικό αέριο) να μπορούν να συμβιβαστούν και να εξηγηθούν και στον καταναλωτή, είτε τον μεγάλο βιομηχανικό είτε τον μικρό οικιακό, ώστε να μπορεί ο καθένας να επιλέγει. Βλέπουμε κάποιες πρωτοβουλίες στον τομέα αυτό, αναμένουμε να δούμε τη δυναμική της εφαρμογής τους στην πράξη.

Θα ήταν σκόπιμο επίσης – είναι ευκαιρία τώρα με την επικείμενη έναρξη λειτουργίας του Χρηματιστηρίου Ενέργειας – να ξαναδούμε τον ρόλο των θεσμικών παικτών εντός της αγοράς, των Διαχειριστών. Ώθηση στην αγορά, ναι, αλλά ας έχουμε πρώτα μία καθαρή εικόνα του τί είναι αγορά ενέργειας, πώς τη θέλουμε, για πού την προσανατολίζουμε. Ο στόχος πρέπει να τεθεί ξεκάθαρα και είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε στην υλοποίησή του. Είναι ευχής έργον το ότι πλέον τόσο στο Υπουργείο και τη Γενική Γραμματεία Ενέργειας όσο και στη Ρυθμιστική Αρχή, στο τιμόνι βρίσκονται άνθρωποι με βαθιά γνώση της αγοράς, χωρίς παρωπίδες, οι οποίοι ήδη έχουν δώσει θετικά δείγματα γραφής.