Με τη βιομηχανική και την πνευματική ιδιοκτησία να πλήττoνται σφόδρα από την παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη, ολόκληρη η έννοια του κλάδου τίθεται εν αμφιβόλω, με το στοίχημα να έγκειται στο αν θα μπορέσει να επαναπροσδιοριστεί και να αξιοποιήσει τα πλεονεκτήματα που προσφέρει η τεχνολογία.
Hτεχνολογία, με την ιλιγγιώδη εξέλιξή της, έχει φέρει την ανθρωπότητα μπροστά σε πρωτόγνωρες ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις. Μία από τις σημαντικότερες εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας είναι η παραγωγική τεχνητή νοημοσύνη (Generative AI), η οποία έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί νέο περιεχόμενο με βάση τα δεδομένα που της παρέχονται. Αυτή η ικανότητα αναδεικνύει πολλά ζητήματα, τόσο τεχνικά όσο και νομικά, τα οποία αφορούν τη διανοητική ιδιοκτησία. Καθώς η τεχνητή νοημοσύνη συνεχίζει να αναπτύσσεται, το μέλλον της διανοητικής ιδιοκτησίας φαίνεται να παίρνει μια νέα, άγνωστη μορφή, η οποία καλεί για αναθεώρηση και επανεξέταση των υφιστάμενων κανόνων και πρακτικών.
Όπως επισημαίνει η Χριστίνα Κιόρτση, Δικηγόρος, Δικηγορικό Γραφείο Κιόρτσης και Συνεργάτες, «η τεχνητή νοημοσύνη αναπτύσσεται ραγδαία, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στην αυτοματοποίηση των διαδικασιών, χωρίς να απαιτείται ανθρώπινη παρέμβαση. Υπό τα νέα δεδομένα, το νυν νομοθετικό πλαίσιο δοκιμάζεται, καθώς είναι ανεπαρκές για την προστασία των δημιουργημάτων της τεχνητής νοημοσύνης. Υπό το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας, καλύπτονται ορισμένες μόνο πτυχές ενός συστήματος τεχνητής νοημοσύνης, ενώ παράλληλα με το δίκαιο της βιομηχανικής ιδιοκτησίας τίθενται αυστηρότεροι όροι υλικής και τεχνικής διάστασης, γεγονός το οποίο καθιστά δυσχερή την προστασία των προϊόντων της δημιουργικής τεχνητής νοημοσύνης».
Τα όρια ανάμεσα στην ιδέα και το αποτέλεσμα
Με την εισαγωγή των συστημάτων AI, τα όρια μεταξύ της ανθρώπινης δημιουργικότητας και των τεχνητών παραγόμενων αποτελεσμάτων έχουν γίνει θολά. Παραδοσιακά, η δημιουργία ενός καλλιτεχνικού έργου, είτε αυτό είναι μουσική, κείμενο ή εικόνα, απαιτούσε την ανθρώπινη παρέμβαση, τη φαντασία και την τεχνική δεξιότητα. Όμως, με τα σύγχρονα συστήματα AI, η μετάβαση από την ιδέα στο τελικό παραγόμενο έργο έχει γίνει περισσότερο αυτοματοποιημένη.
Η διαδικασία αυτή ξεκινά με την παροχή μεγάλου όγκου δεδομένων στο σύστημα AI, το οποίο μέσω της μηχανικής μάθησης αναλύει αυτά τα δεδομένα, αναγνωρίζει μοτίβα και τα χρησιμοποιεί για να δημιουργήσει νέα έργα. Με αυτόν τον τρόπο, το αποτέλεσμα μπορεί να φαίνεται αυθεντικό και πρωτότυπο, αλλά στην πραγματικότητα είναι ένας συνδυασμός των υφιστάμενων δεδομένων.
Το βασικό ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι: Ποια είναι η συμβολή του ανθρώπου στην τελική δημιουργία; Εάν το έργο έχει δημιουργηθεί κυρίως από το σύστημα AI, τότε σε ποιο βαθμό μπορεί να θεωρηθεί ανθρώπινο; Η απουσία της ανθρώπινης παρέμβασης καθιστά δύσκολη την αναγνώριση της δημιουργικής συνεισφοράς του ατόμου που παρείχε την αρχική ιδέα. Αυτή η θόλωση των γραμμών μεταξύ ανθρώπου και μηχανής προκαλεί ανησυχίες και αμφιβολίες σχετικά με την αυθεντικότητα των έργων και, κατά συνέπεια, με την αξία της ίδιας της διανοητικής ιδιοκτησίας.
Η προστασία των έργων που χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση των συστημάτων AI
Ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα ζητήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη των συστημάτων AI είναι η χρήση δεδομένων που προστατεύονται από δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας για την εκπαίδευση αυτών των συστημάτων. Τα συστήματα παραγωγικής τεχνητής νοημοσύνης βασίζονται σε τεράστια σύνολα δεδομένων για να μάθουν πώς να δημιουργούν νέα έργα. Αυτά τα δεδομένα περιλαμβάνουν συνήθως μορφές περιεχομένου που προστατεύονται από δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως έργα τέχνης, μουσικής και λογοτεχνίας καθώς και άλλα δημιουργικά επινοήματα.
Η ανεξέλεγκτη χρήση αυτών των δεδομένων έχει εγείρει σοβαρές νομικές ανησυχίες διεθνώς. Κατά την εκπαίδευση, τα συστήματα AI δεν κάνουν διακρίσεις μεταξύ των δεδομένων που προστατεύονται από πνευματικά δικαιώματα και εκείνων που είναι ελεύθερα προς χρήση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία παραγόμενων έργων που ενδέχεται να παραβιάζουν τα δικαιώματα των αρχικών δημιουργών. Οι καλλιτέχνες, οι συγγραφείς και οι μουσικοί βρίσκονται σε μια θέση όπου τα έργα τους μπορεί να χρησιμοποιηθούν χωρίς τη συγκατάθεσή τους και τα νέα δημιουργήματα που προκύπτουν να ανταγωνίζονται τα δικά τους έργα στην αγορά.
Η νομική αβεβαιότητα που προκύπτει από αυτήν την κατάσταση είναι προφανής. Πώς μπορεί να προστατευθεί ένα έργο από παραβιάσεις όταν χρησιμοποιείται ως μέρος της εκπαίδευσης ενός συστήματος AI; Και πώς μπορεί να διασφαλιστεί ότι τα παραγόμενα έργα δεν παραβιάζουν τα δικαιώματα των αρχικών δημιουργών;
Από την άλλη, ακόμα και αν αποσαφηνιστούν ζητήματα ορολογίας και οριοθέτησης των δικαιωμάτων, είναι εξαιρετικά αμφίβολο, με το υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς, ότι οι δημιουργοί θα είναι σε θέση να γνωρίζουν την εκμετάλλευση των έργων τους από τα συστήματα ΑΙ. Είναι, άλλωστε, δεδομένο ότι τα μεγάλα γλωσσικά μοντέλα έχουν εκπαιδευτεί πάνω σε τέτοια σύνολα, χωρίς όμως ποτέ να έχουν δώσει περισσότερες πληροφορίες για το περιεχόμενο αυτών των δεδομένων.
Η θόλωση των γραμμών μεταξύ ανθρώπου και μηχανής προκαλεί ανησυχίες σχετικά με την αυθεντικότητα των έργων και την αξία της ίδιας της διανοητικής ιδιοκτησίας
Υπό αυτό το πρίσμα, οι νομικές αρχές και οι οργανισμοί διανοητικής ιδιοκτησίας παγκοσμίως καλούνται να αντιμετωπίσουν αυτές τις προκλήσεις και να αναπτύξουν νέους κανονισμούς που θα προστατεύουν τόσο τα δικαιώματα των δημιουργών όσο και την καινοτομία που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη.
Το υποκείμενο της πνευματικής ιδιοκτησίας
Το ερώτημα της ιδιοκτησίας των πνευματικών δικαιωμάτων παραμένει στο επίκεντρο. Όταν ένα σύστημα AI δημιουργεί ένα έργο, σε ποιον ανήκει αυτό το έργο; Ανήκει στον άνθρωπο που παρείχε τα αρχικά δεδομένα ή την ιδέα; Ανήκει στην εταιρεία που ανέπτυξε το σύστημα AI;
Ή μήπως ανήκει σε όλους εκείνους των οποίων τα δεδομένα χρησιμοποιήθηκαν για την εκπαίδευση του συστήματος;
Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα δεν είναι απλή. Σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία για τη διανοητική ιδιοκτησία, τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας μπορούν να αποδοθούν μόνο σε ανθρώπους, όχι σε μηχανές. Αυτό σημαίνει ότι τα έργα που δημιουργούνται αποκλειστικά από συστήματα AI δεν μπορούν να προστατευτούν με τον ίδιο τρόπο, όπως τα έργα που δημιουργούνται από ανθρώπους.
Ωστόσο, εάν ένας άνθρωπος έχει σημαντική συμβολή στη δημιουργία του έργου, όπως η επιλογή των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την εκπαίδευση του συστήματος ή η τελική επιμέλεια του έργου, τότε μπορεί να διεκδικήσει δικαιώματα επί του έργου.
Η πρόκληση έγκειται στο να καθοριστεί ποιο είναι το κατάλληλο επίπεδο ανθρώπινης συμμετοχής που απαιτείται για να θεωρηθεί ένα έργο ως ανθρώπινο δημιούργημα. Στον σύγχρονο κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης, όπου τα συστήματα AI γίνονται όλο και πιο αυτόνομα, αυτό το ζήτημα γίνεται όλο και πιο περίπλοκο. Στόχος, λοιπόν, είναι να εξεταστεί εάν η νομοθεσία για τη διανοητική ιδιοκτησία πρέπει να αναθεωρηθεί, ώστε να συμπεριλάβει τα παραγόμενα έργα από συστήματα AI ή εάν πρέπει να επιμείνουμε στην παραδοσιακή προσέγγιση που απαιτεί ανθρώπινη δημιουργικότητα.
Όπως εξηγεί ο Νικόλαος Παπαδόπουλος, Associate, Ballas Pelecanos Law, σε αυτό το θέμα που ξεπερνά την έννοια του δημιουργού στην πνευματική ιδιοκτησία και καλύπτει όλο το πεδίο της διανοητικής ιδιοκτησίας, «συχνά, αποτελεί κομβικό θέμα συζήτησης το ενδεχόμενο αναγνώρισης της ΤΝ ως δημιουργού ή, εναλλακτικά, η ανάληψη συγκεκριμένων υποχρεώσεων και η αναγνώριση δικαιωμάτων στους ανθρώπους που την καθοδηγούν στη δημιουργική διαδικασία. Παράλληλα, απαιτείται αναθεώρηση των κριτηρίων πρωτοτυπίας και δημιουργικότητας, καθώς τα έργα που παράγονται από την ΤΝ δεν ανταποκρίνονται στους παραδοσιακούς κανόνες. Υπό αυτήν την έννοια, απαιτείται η επαναπροσέγγιση εννοιών του δικαίου της διανοητικής διαδικασίας, ώστε να συμπεριλαμβάνουν τη χρήση ΤΝ».
Αναγνώριση και κατοχύρωση δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας
Ένα συναφές πρόβλημα εμφανίζεται με την ίδια λογική και στον τομέα της βιομηχανικής ιδιοκτησίας, κυρίως σε ό,τι αφορά τις ευρεσιτεχνίες και τα σήματα, όπου εγείρονται πολύπλοκα ζητήματα. Παραδοσιακά, η κατοχύρωση μιας ευρεσιτεχνίας απαιτεί την αναγνώριση μιας νέας και καινοτόμου ιδέας, η οποία πρέπει να έχει εφευρεθεί από έναν άνθρωπο ή μια ομάδα ανθρώπων. Ωστόσο, όταν η τεχνητή νοημοσύνη συμμετέχει στην ανάπτυξη αυτής της ιδέας, επί παραδείγματι μέσω αυτοματοποιημένων ερευνητικών εργαλείων που προτείνουν νέες συνθέσεις χημικών ή βιομηχανικών εφαρμογών, προκύπτει το ερώτημα ποιος είναι ο πραγματικός εφευρέτης. Μπορεί μια πατέντα να αποδοθεί σε μια μηχανή ή θα πρέπει να αποδοθεί αποκλειστικά στον άνθρωπο που επιβλέπει τη διαδικασία;
Αυτό το ερώτημα αποκτά μεγαλύτερη σημασία καθώς τα συστήματα ΑΙ γίνονται πιο προηγμένα και αναλαμβάνουν ολοένα και πιο σύνθετα ερευνητικά έργα. Εάν δεν υπάρχει σαφήνεια και νομικό πλαίσιο για την κατοχύρωση ευρεσιτεχνιών όταν εμπλέκονται συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, οι νομικές διαμάχες είναι αναπόφευκτές και η αβεβαιότητα θα έχει άμεσες επιπτώσεις στον τομέα της καινοτομίας.
Αντίστοιχα, αναφορικά με τα εμπορικά σήματα, ιδίως όταν αυτά περιλαμβάνουν λογότυπα και άλλα σύμβολα που δημιουργούνται μέσω τεχνητής νοημοσύνης, εγείρεται επίσης ο προβληματισμός σχετικά με την ιδιοκτησία. Τα εμπορικά σήματα είναι βασικά στοιχεία της ταυτότητας μιας εταιρείας και αποτελούν κεντρικό σημείο της εμπορικής της δραστηριότητας. Ωστόσο, η αυξημένη χρήση AI για τη δημιουργία λογότυπων ή άλλων αναγνωριστικών στοιχείων μπορεί να θέσει νέα ερωτήματα σχετικά με την ιδιοκτησία και την προστασία αυτών των συμβόλων.
Για παράδειγμα, ένα λογότυπο που δημιουργείται από ένα σύστημα AI μπορεί να είναι πρωτότυπο και μοναδικό, αλλά ταυτόχρονα να εμπνέεται ή να μιμείται στοιχεία άλλων ήδη κατοχυρωμένων σημάτων. Ποιος είναι ο πραγματικός δημιουργός του λογότυπου σε αυτή την περίπτωση; Και πώς μπορεί να διασφαλιστεί ότι δεν παραβιάζει τα δικαιώματα άλλων κατόχων σημάτων; Επιπλέον, αν το ίδιο σύστημα AI χρησιμοποιηθεί από πολλαπλούς χρήστες για τη δημιουργία λογότυπων, μπορεί να προκύψουν παρόμοια ή πανομοιότυπα σήματα, δημιουργώντας συγκρούσεις στην αγορά.
Πλεονεκτήματα της χρήσης AI στη διανοητική ιδιοκτησία
Παρά τα προβλήματα και τις ανησυχίες που σχετίζονται με τη χρήση των συστημάτων AI στη δημιουργία έργων, υπάρχουν και σημαντικά πλεονεκτήματα που προσφέρουν αυτές οι τεχνολογίες στη διαχείριση και την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας.
Ένα από τα κυριότερα είναι η ικανότητα των συστημάτων AI να χαρτογραφούν υφιστάμενα δικαιώματα και να εντοπίζουν κενά. Καθώς μπορούν να αναλύσουν τεράστιες βάσεις δεδομένων που περιλαμβάνουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας, εμπορικά σήματα και πνευματικά δικαιώματα, είναι ικανά να αναγνωρίσουν ταχύτατα περιοχές όπου δεν υπάρχουν ακόμα δικαιώματα προστασίας. Αυτή η δυνατότητα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τις επιχειρήσεις που επιδιώκουν να αναπτύξουν νέες τεχνολογίες ή προϊόντα και θέλουν να διασφαλίσουν ότι δεν θα αντιμετωπίσουν νομικά εμπόδια.
Επιπλέον, τα συστήματα AI μπορούν να βελτιώσουν την επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Μέσω της ανάλυσης μεγάλων ποσοτήτων δεδομένων, μπορούν να εντοπίσουν περιπτώσεις παραβίασης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως η παράνομη χρήση εικόνων, μουσικής ή κειμένων στο διαδίκτυο. Αυτή η δυνατότητα επιτρέπει στους κατόχους δικαιωμάτων να προστατεύσουν τα έργα τους πιο αποτελεσματικά και να λάβουν τα απαραίτητα νομικά μέτρα για την επιβολή των δικαιωμάτων τους.
Νέες κατευθύνσεις και ανάγκη για διεθνή συνεργασία
Καθώς η τεχνητή νοημοσύνη συνεχίζει να εξελίσσεται, είναι προφανές ότι το μέλλον της διανοητικής ιδιοκτησίας θα είναι διαφορετικό από αυτό που γνωρίζουμε σήμερα. Οι οργανισμοί διανοητικής ιδιοκτησίας παγκοσμίως θα πρέπει να αναπτύξουν νέες κατευθύνσεις και στρατηγικές, για να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που προκύπτουν από τη χρήση της AI.
Μία από τις βασικές προκλήσεις είναι η ανάπτυξη μιας πιο σύνθετης και πολύπλευρης προσέγγισης για τη διευκρίνιση της νομικής κατάστασης των δεδομένων που χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση των συστημάτων AI. Αυτό περιλαμβάνει την ανάγκη για σαφήνεια σχετικά με το πότε και πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν προστατευόμενα δεδομένα για την εκπαίδευση συστημάτων AI, καθώς και την ανάπτυξη μηχανισμών που θα διασφαλίζουν ότι τα παραγόμενα έργα από AI σέβονται τα υπάρχοντα δικαιώματα.
Επιπλέον, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η έννοια της διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως την ξέρουμε σήμερα, μπορεί να χρειαστεί να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα. Οι παραδοσιακές έννοιες του διπλώματος ευρεσιτεχνίας, του εμπορικού σήματος και των πνευματικών δικαιωμάτων μπορεί να μην είναι επαρκείς, για να καλύψουν τα νέα έργα που δημιουργούνται από συστήματα AI. Πρέπει να εξεταστεί η δυνατότητα δημιουργίας νέων κατηγοριών διανοητικής ιδιοκτησίας που θα αναγνωρίζουν την ανθρώπινη συμβολή στη δημιουργία έργων από AI, αλλά και την αξία των ίδιων των τεχνητά παραγόμενων έργων.
Κατά τη Χ. Κιόρτση, «με δεδομένη την πρωταρχική σημασία του ανθρώπινου παράγοντα, είναι απαραίτητη η εγκαθίδρυση ενός sui generis-αυτόνομου δικαίου ειδικά για επινοήματα που δημιουργούνται αποκλειστικά μέσω τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και η καθιέρωση ενός τύπου περιορισμένης νομικής προσωπικότητας, όταν το προϊόν της τεχνητής νοημοσύνης παραβιάζει δικαιώματα τρίτων. Το νυν νομοθετικό καθεστώς είναι σε θέση να προστατεύσει μόνο επινοήματα στη δημιουργία των οποίων η τεχνητή νοημοσύνη διαδραματίζει απλώς υποβοηθητικό ρόλο.»
Για να επιτευχθούν όλα τα παραπάνω, η διεθνής συνεργασία είναι η αναγκαία αλλά και ικανή συνθήκη. Καθώς η AI δεν γνωρίζει γεωγραφικά σύνορα και χρησιμοποιείται παγκοσμίως, είναι απαραίτητο να υπάρξει ένας διεθνής διάλογος για τη ρύθμιση των ζητημάτων πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας. Αυτό περιλαμβάνει την ανάγκη για εναρμόνιση των κανόνων ευρεσιτεχνιών, πνευματικών δικαιωμάτων και εμπορικών σημάτων, ώστε να αντιμετωπιστούν οι νέες προκλήσεις.
Οι διεθνείς οργανισμοί διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας (WIPO), πρέπει να αναλάβουν πρωτοβουλίες για τη δημιουργία νέων προτύπων και κανονισμών που θα λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες των συστημάτων AI. Μόνο μέσα από μια συντονισμένη διεθνή προσπάθεια μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι η διανοητική ιδιοκτησία θα παραμείνει ένας ισχυρός μοχλός καινοτομίας και δημιουργίας, ακόμη και στον κόσμο της τεχνητής νοημοσύνης.
Συνολικά, το μέλλον της διανοητικής ιδιοκτησίας θα εξαρτηθεί από την ικανότητά μας να προσαρμοστούμε στις νέες προκλήσεις και να αναπτύξουμε ένα νομικό πλαίσιο που θα προστατεύει τόσο τα δικαιώματα των δημιουργών όσο και την καινοτομία που προσφέρει η τεχνητή νοημοσύνη. Η ισορροπία ανάμεσα στην προστασία της δημιουργικότητας και την προώθηση της καινοτομίας είναι εξαιρετικά λεπτή αλλά και το κλειδί της προσαρμογής σε πρωτόγνωρες καταστάσεις.