Το γεγονός ότι ο ν. 4738/2020 αντικαθιστά μια πληθώρα διατάξεων και τις ενοποιεί σε ένα ενιαίο κείμενο νόμου είναι από μόνο του ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Παράλληλα, όμως, εκσυγχρονίζει σημαντικά παλαιότερες διατάξεις με στόχο να δώσει μια λύση στις υπερχρεωμένες επιχειρήσεις. Από τη μια πλευρά, θέτει ευνοϊκότερες συνθήκες για εταιρείες που έχουν τη δυνατότητα να καταστούν βιώσιμες και έχουν τη στήριξη των πιστωτών τους (τραπεζών και προμηθευτών), ενώ από την άλλη δίνει στους πιστωτές την ικανότητα να «κλείσουν» γρηγορότερα εκκρεμότητες με εταιρείες που δεν έχουν δυνατότητα ανάκαμψης.
Oνέος νόμος 4738/2020 «Κώδικας για τη ρύθμιση οφειλών με παροχή δεύτερης ευκαιρίας» ήρθε για να αλλάξει τα δεδομένα του Πτωχευτικού Δικαίου και να διαμορφώσει ένα νέο τοπίο. Αρχικά, έφερε τροποποιήσεις στους προγενέστερους νόμους 3588/2007 και 4446/2016, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί να διευθετήσει οριστικά το ιδιωτικό χρέος. Με αυτόν τον νέο νόμο ενσωματώνονται στο εθνικό δίκαιο οι διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 1023/2019 «Πλαίσιο για την προληπτική αναδιάρθρωση και την απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη» για την προληπτική αναδιάρθρωση, την απαλλαγή από τα χρέη και την αφερεγγυότητα οφειλετών. Επίσης, ο νόμος 4738/2020 ήρθε για να αντικαταστήσει τους νόμους: ν. 3869/2010, ο οποίος θέσπισε τη δυνατότητα δικαστικής ρύθμισης οφειλών φυσικών προσώπων χωρίς πτωχευτική ικανότητα, τον ν. 4152/2013, ο οποίος θέσπισε την πάγια ρύθμιση οφειλών, τον ν. 4307/2014, ο οποίος θέσπισε την έκτακτη διαδικασία της ειδικής διαχείρισης, τον ν. 4321/2015, ο οποίος αφορούσε τη ρύθμιση οφειλών φυσικών και νομικών προσώπων προς τη φορολογική διοίκηση και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τον ν. 4469/2017, ο οποίος θέσπισε τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων και των επιτηδευματιών και τον ν. 4611/2019, ο οποίος αφορούσε τη ρύθμιση οφειλών φυσικών και νομικών προσώπων σε δημόσιο και φορείς κοινωνικής ασφάλισης.
Επίσης, όσον αφορά την προστασία της πρώτης κατοικίας, ο νέος νόμος 4738/2020, σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε μέχρι τις αρχές του 2019, όπου και καταργήθηκε η σχετική προστασία του «νόμου Κατσέλη», υιοθέτησε διαφορετική προσέγγιση, επιχειρώντας να συμβιβάσει τα αντικρουόμενα συμφέροντα μεταξύ της προστασίας των οφειλετών και της αποκατάστασης της κανονικότητας στην αγορά των στεγαστικών δανείων. Οι ευάλωτοι οφειλέτες, δηλαδή εκείνοι με χαμηλά εισοδήματα και μικρή περιουσία (για πολυμελείς οικογένειες τα αντίστοιχα όρια είναι εισόδημα μέχρι €21.000 ετησίως και αξία ακίνητης περιουσίας μέχρι €180.000), οι οποίοι είτε έχουν κηρυχθεί σε κατάσταση πτώχευσης είτε έχει κατασχεθεί η κατοικία τους από ενυπόθηκο πιστωτή, μπορούν να μεταβιβάσουν την κατοικία τους στον ειδικό Φορέα που προβλέπει ο νόμος και να τη μισθώσουν από αυτόν για 12 χρόνια. Στο τέλος της δωδεκαετίας δικαιούνται να την επαναγοράσουν από τον Φορέα με τίμημα ανταποκρινόμενο στην τότε εμπορική αξία της. Κατά τη μεταβίβαση της κατοικίας στον Φορέα, ο τελευταίος θα καταβάλει την εμπορική αξία της κατοικίας στους δανειστές του οφειλέτη. Η ίδρυση του Φορέα αυτού, που θα αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, προϋποθέτει τη διενέργεια διαγωνισμού και αναμένεται το 2023. Με την ίδρυσή του και την έκδοση σχετικών υπουργικών αποφάσεων, που θα προσδιορίζουν πώς θα γίνεται ο υπολογισμός του μισθώματος και του τιμήματος επαναγοράς του ακινήτου από τον οφειλέτη, θα αποσαφηνιστούν κρίσιμα σημεία για την εφαρμογή του νόμου.
Διαδικασία Εξυγίανσης
Ο νέος «πτωχευτικός κώδικας» ή «Ρύθμιση οφειλών και παροχή δεύτερης ευκαιρίας και άλλες διατάξεις» όπως τιτλοφορείται ήρθε με σκοπό να εκσυγχρονίσει τις παλαιότερες διαδικασίες που ήταν γνωστές ως άρθρο 99 του ν. 3588/2007, ο οποίος αργότερα αναμορφώθηκε στο άρθρο 106 του πτωχευτικού κώδικα. Ο νέος αυτός νόμος όπως δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 207 – 27/10/2020 έχει εφαρμογή από την 01/03/2021 και διατηρεί τις παλαιότερες αρχές αναδιάρθρωσης της επιχείρησης υπό την προϋπόθεση ότι οι συναινούντες πιστωτές δεν θα βρεθούν σε χειρότερη θέση από ότι σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη.
Όσον αφορά τα απαραίτητα ποσοστά υπαγωγής σε διαδικασία εξυγίανσης, έχουν γίνει οι παρακάτω τροποποιήσεις. Καταρχάς, εξυγίανση μπορεί να πραγματοποιηθεί όταν υπάρχει συναίνεση του οφειλέτη και των πιστωτών που εκπροσωπούν αφενός περισσότερο από το 50% των απαιτήσεων που έχουν ειδικό προνόμιο και αφετέρου περισσότερο από το 50% των λοιπών απαιτήσεων. Κατά δεύτερον, εάν δεν υπάρχει η συναίνεση του οφειλέτη, η εξυγίανση μπορεί να πραγματοποιηθεί, διατηρώντας τα ανωτέρω ποσοστό εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις όπως π.χ. να βρίσκεται ο οφειλέτης σε παύση πληρωμών. Εκτός από τα ανωτέρω ποσοστά η διαδικασία εξυγίανσης μπορεί να είναι δεσμευτική προς όλους τους πιστωτές εφόσον πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις: συναίνεση από πιστωτές άνω των 60% του συνόλου και περισσότερο από το 50% των υποχρεώσεων με ειδικό προνόμιο. Οι μη συναινούντες θιγόμενοι πιστωτές τυγχάνουν ευνοϊκότερης μεταχείρισης σε σχέση με κάθε πιστωτή του οποίου η απαίτηση έχει ελάσσονα εξοφλητική προτεραιότητα, όπου αυτό προκύπτει βάσει της κατάταξής τους στην πτωχευτική εκκαθάριση. Επίσης, καμία κατηγορία θιγόμενων μερών δεν μπορεί, στο πλαίσιο της συμφωνίας εξυγίανσης, να λάβει αξία μεγαλύτερη της συνολικής απαίτησής της κατά του οφειλέτη και τέλος, ειδικά για τις επιχειρήσεις που ικανοποιούν τα κριτήρια προσδιορισμού της πολύ μικρής οντότητας του ν. 4308/2014 (Α΄ 251), απαιτείται επιπροσθέτως η συμφωνία να έχει προταθεί από τον οφειλέτη ή να έχει τη συναίνεση του οφειλέτη.
Ο νέος νόμος έφερε τροποποιήσεις στους προγενέστερους ν. 3588/2007 και ν. 4446/2016, ενώ παράλληλα φιλοδοξεί να διευθετήσει οριστικά το ιδιωτικό χρέος
Όσον αφορά τα απαιτούμενα ποσοστά συναίνεσης, ο ν. 4738/2020 παρέχει ευνοϊκότερες συνθήκες για ένταξη σε διαδικασία εξυγίανσης, σε εταιρείες που συγκεντρώνουν όχι μόνο υψηλά ποσοστά συναίνεσης ειδικών προνομίων (κυρίως δηλαδή Τραπεζών) αλλά και λοιπών πιστωτών, που συνήθως αφορούν σε προμηθευτές της εταιρείας ή / και προσωπικό. Επιπλέον ο νέος αυτός νόμος δίνει λύση και στο θέμα των υποχρεώσεων προς το Ελληνικό Δημόσιο. Για πρώτη φορά, εφόσον πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις, τεκμαίρεται η συναίνεση του Ελληνικού Δημοσίου στη διαδικασία εξυγίανσης. Το γεγονός αυτό δρα υποβοηθητικά σε εταιρείες που μπορούσαν να συγκεντρώσουν οριακά τις απαιτούμενες συναινέσεις. Στην περίπτωση που οι επιχειρήσεις δεν έχουν τη συναίνεση του οφειλέτη, εισάγεται μία σημαντική τροποποίηση, καθώς βάσει της προηγούμενης νομοθεσίας υπήρχαν πολλές δυσκολίες λόγω των προβλημάτων που προέκυπταν για την λειτουργία της εταιρείας κατά την ενδιάμεση περίοδο.
Η παρούσα νομοθεσία δίδει τα εργαλεία στους πιστωτές (εφόσον πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις) να παίρνουν υπό τον έλεγχό τους την κατάσταση υποβάλλοντας οι ίδιοι την αίτηση εξυγίανσης. Βάσει της αίτησης αυτής και σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 51 το δικαστήριο μπορεί να ορίσει ειδικό εντολοδόχο που μπορεί να ορισμένες ή και όλες τις αρμοδιότητες της διοίκησης του οφειλέτη. Με τον τρόπο αυτό η εταιρεία μπορεί να συνεχίσει τη λειτουργία της έως ότου ολοκληρωθεί η διαδικασία εξυγίανσης.
Διαδικασία πτώχευσης
Ο ν. 4738/2020 ενοποιεί σε μια διαδικασία τις προβλεπόμενες κατά το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο έννοιες της πτώχευσης και της έκτακτης διαδικασίας ειδικής διαχείρισης. Σύμφωνα με το νέο νόμο υπάρχει η δυνατότητα κατάθεσης αίτησης πτώχευσης με δύο τρόπους:
- Κατ’ ιδίαν εκποίηση περιουσιακών στοιχείων
- Εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής
Στο πλαίσιο των προϋποθέσεων κήρυξης μίας οντότητας σε πτώχευση παρατηρείται μία σημαντική προσθήκη του νομοθέτη ως προς τον τρόπο τεκμηρίωσης της παύσης πληρωμών του οφειλέτη με σαφή πλέον ποσοτικά κριτήρια. Επίσης, αίτηση πτώχευσης με εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων δύναται να κατατεθεί υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως για παράδειγμα ότι η αίτηση υποβάλλεται από πιστωτή ή πιστωτές, οι οποίοι εκπροσωπούν το 30% του συνόλου των απαιτήσεων σε βάρος του οφειλέτη, στους οποίους περιλαμβάνονται ενέγγυοι πιστωτές που εκπροσωπούν το 20% των ενέγγυων (σε αντίθεση με το 40% του συνόλου των απαιτήσεων σε βάρος του οφειλέτη που προβλεπόταν στον ν. 4307/2014). Αξίζει επιπλέον να αναφερθεί, ότι σε σχέση με το προηγούμενο θεσμικό πλαίσιο, πλέον δεν υπάρχει η δυνατότητα υπαγωγής στο ανωτέρω καθεστώς πολύ μικρών οντοτήτων. Για τις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται η απλοποιημένη διαδικασία, έτσι ώστε να κινείται και να περαιώνεται γρήγορα η διαδικασία κήρυξης πτώχευσης.
Επιπλέον, στην περίπτωση που το πτωχευτικό δικαστήριο το αποφασίσει, μπορεί να κηρύξει τον οφειλέτη σε πτώχευση και να διατάξει την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού της επιχείρησης ή των επιμέρους λειτουργικών συνόλων αυτής. Στο πλαίσιο αυτό αξίζει να αναδειχθεί η βαρύτητα που δίνεται στο όργανο της Συνέλευσης Πιστωτών με στόχο την διασφάλιση της μέγιστης δυνατής ανακτησιμότητας μέσω της διαδικασίας. Συγκεκριμένα, απαιτείται η έγκριση ή απόρριψη της συναλλαγής από αυτό, ενώ δίνεται παράλληλα η δυνατότητα έγκρισης της συναλλαγής υπό τον όρο βελτίωσης της προσφοράς ως προς το ύψος του προσφερόμενου τιμήματος, οπότε ο πλειοδότης υποχρεούται να υποβάλλει τη νέα βελτιωμένη προσφορά εντός 10 ημερών από την πρόσκληση του συνδίκου. Σε περίπτωση εγκριτικής απόφασης ή υποβολής βελτιωμένης προσφοράς με το τίμημα που αποφασίστηκε από την συνέλευση των πιστωτών, ο σύνδικος μεταβιβάζει το λειτουργικό σύνολο στον πλειοδότη. Η διαδικασία πλέον εκσυγχρονίζεται διασφαλίζοντας ταχύτητα και αποτελεσματικότητα, διατηρώντας τα υψηλά επίπεδα διαφάνειας που ούτως ή άλλως την διακρίνουν, με τη χρήση της τεχνολογίας και συγκεκριμένα την διενέργεια του δημόσιου πλειοδοτικού διαγωνισμού μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας e-auction, χωρίς να τίθεται τιμή πρώτης προσφοράς. Στην περίπτωση που δεν κατατεθεί ή δε γίνει δεκτή προσφορά για ορισμένα μόνο από τα λειτουργικά σύνολα, αυτά εκποιούνται με τη διαδικασία της κατ’ ιδίαν εκποίησης, εκτός εάν η συνέλευση των πιστωτών αποφασίσει τη διενέργεια νέου διαγωνισμού εντός 18 μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης.
Οι άξονες αντιμετώπισης του ιδιωτικού χρέους και ο εξωδικαστικός μηχανισμός
Ο πρώτος άξονας αντιμετώπισης του ιδιωτικού χρέους είναι η απαλλαγή από τα χρέη και η περιβόητη δεύτερη ευκαιρία. Ο νόμος επιχειρώντας να εναρμονιστεί με το πιο σύγχρονο δίκαιο των άλλων ευρωπαϊκών κρατών και να απενοχοποιήσει τη διαδικασία της πτώχευσης, αποδίδει πτωχευτική ικανότητα σε όλα ανεξαιρέτως τα φυσικά πρόσωπα και προβλέπει την αυτοδίκαιη απαλλαγή μετά την πάροδο ενός ή τριών ετών από όλα ανεξαιρέτως τα πτωχευτικά χρέη. Έτσι, επιχειρεί να δώσει στον οφειλέτη που απέτυχε οικονομικά, τη δυνατότητα, αφού απωλέσει όλη την περιουσία του, να κάνει μία οικονομική επανεκκίνηση. Μέχρι και σήμερα, δεν έχει παρέλθει βέβαια ο απαραίτητος χρόνος για να φανεί εάν πρόκειται για μια ουσιαστική δεύτερη ευκαιρία που θα επιτρέπει την οικονομική επανένταξη του οφειλέτη, ή αν απλώς θα προβλέπεται μεν νομοθετικά αλλά δεν υλοποιείται. Και αυτό διότι δεν ξέρουμε ποια θα είναι η στάση αφενός των πιστωτών και αφετέρου των Δικαστηρίων, αφού εκκρεμεί να δούμε τη στάση τους επί των προσφυγών των πιστωτών κατά της απαλλαγής του πτωχού.
Ο δεύτερος άξονας στον οποίο επενδύει η κυβέρνηση, ώστε να αντιμετωπιστεί το ιδιωτικό χρέος είναι ο νέος εξωδικαστικός μηχανισμός. Ο μηχανισμός αυτός παρουσιάζει σημαντικές αλλαγές σε σύγκριση με τον προηγούμενο, με σημαντικότερη το ότι πλέον μπορούν να υπαχθούν στον μηχανισμό όλα τα φυσικά πρόσωπα ανεξάρτητα από το αν ασκούν ή όχι επιχειρηματική δραστηριότητα, ενώ ρυθμίζονται οφειλές μόνο σε Δημόσιο, Τράπεζες και Εταιρείες Διαχείρισης. Επίσης ένας άλλος σκοπός του εξωδικαστικού μηχανισμού είναι η διατήρηση, αξιοποίηση, αναδιάρθρωση και ανόρθωση της επιχείρησης με την επικύρωση της συμφωνίας που προβλέπεται, υπό την προϋπόθεση ότι πληρείται η αρχή της μη χειροτέρευσης της θέσης των πιστωτών. Η αρχή αυτή πληρείται όταν η συμφωνία εξυγίανσης: δεν φέρει κανένα πιστωτή σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτήν στην οποία θα βρισκόταν σε περίπτωση πτώχευσης του οφειλέτη και δεν έχει ως αποτέλεσμα οποιοσδήποτε από τους μη συναινούντες πιστωτές, ο οποίος έχει κυριότητα επί πράγματος ή είναι εκδοχέας απαιτήσεων, να υποχρεωθεί να λάβει ποσά μικρότερα από αυτά που θα λάμβανε ασκώντας τα συμβατικά του δικαιώματα σε σχέση με τα περιουσιακά αυτά στοιχεία. Όπως είναι λοιπόν αναμενόμενο, ο νέος εξωδικαστικός έχει δημιουργήσει σημαντικές προσδοκίες τόσο στους εμπλεκόμενους φορείς, όσο και στους οφειλέτες φυσικά – νομικά πρόσωπα.
Ο δεύτερος άξονας στον οποίο επενδύει η κυβέρνηση, ώστε να αντιμετωπιστεί το ιδιωτικό χρέος είναι ο νέος εξωδικαστικός μηχανισμός
Η πορεία του εξωδικαστικού μηχανισμού μέχρι πρότινος δεν ήταν ιδιαίτερα ενθαρρυντική. Σε αυτό συνετέλεσαν εν μέρει τα τεχνικής φύσεως προβλήματα της πλατφόρμας του εξωδικαστικού, όμως καθοριστικό ρόλο έπαιξε η απροθυμία των εταιρειών διαχείρισης να συμμετέχουν στη διαδικασία του εξωδικαστικού μηχανισμού. Σήμερα, οι τεχνικές αστοχίες της πλατφόρμας έχουν βελτιωθεί σημαντικά και ο αριθμός των υποβληθεισών αιτήσεων ολοένα και αυξάνονται. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους, μέχρι τέλος Αυγούστου 2022, είχαν υποβληθεί οριστικά 7.670 αιτήσεις, ύψους 4 δισ. ευρώ, ενώ έχουν γίνει συνολικά μόλις 840 ρυθμίσεις οφειλών, οι οποίες αντιστοιχούν σε 176 εκατ. ευρώ, η συντριπτική δε πλειοψηφία των αιτούντων είναι φυσικά πρόσωπα. Βέβαια, το τελευταίο τρίμηνο παρατηρείται μία σημαντική αύξηση στους αριθμούς των αιτήσεων που έχουν υλοποιηθεί.
Συμπερασματικά, ο εξωδικαστικός μηχανισμός αποτελεί ένα ευέλικτο εργαλείο ρύθμισης οφειλών, κυρίως για οφειλέτες όπου σύμφωνα με το οικονομικό τους προφίλ η πτώχευση και η ρευστοποίηση της περιουσίας θα αποτελούσε ένα ιδιαίτερα δυσμενές σενάριο. Συνεπώς, σε αυτές τις περιπτώσεις ο εξωδικαστικός συμβιβασμός με τους πιστωτές δύναται να αποτελέσει βιώσιμη λύση για τον οφειλέτη και από την άλλη οι πιστωτές αναμένεται να ωφεληθούν από την εφαρμογή του. Όσον αφορά τα υπόλοιπα εργαλεία του νόμου 4738/2020, υπάρχουν ακόμα πολλά σημεία στα οποία πρέπει να αποσαφηνισθεί προκειμένου να εφαρμοστεί με επιτυχία και να εξασφαλισθεί η παροχή μιας αληθινής δεύτερης ευκαιρίας στους ευάλωτους οφειλέτες να ανακτήσουν την κατοικία τους.
- Ποιες αλλαγές επιφέρατε κατά τη διάρκεια της θητείας σας στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (ΕΓΔΙΧ) στον τομέα ενίσχυσης των οφειλετών και μείωσης του ιδιωτικού χρέους;
Το 2016 που ανέλαβα καθήκοντα για την ίδρυση και λειτουργία της ΕΓΔΙΧ, το ιδιωτικό χρέος έφτασε στην κορύφωση του και ως εκ τούτου εστιάσαμε στη δημιουργία των απαραίτητων εργαλείων, έτσι ώστε να μπορούν να ρυθμίζουν τα χρέη τους οι οφειλέτες, σε συνεργασία με τους πιστωτές, υπό την παρακολούθηση του Κράτους, με σκοπό τη σταδιακή και συνεχή βελτίωση των αποτελεσμάτων. Ως εκ τούτου δημιουργήσαμε ηλεκτρονικές πλατφόρμες, όπως ο εξωδικαστικός μηχανισμός, η ρύθμιση στεγαστικών δανείων 1ης κατοικίας και η ψηφιοποίηση αιτήσεων του Νόμου για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.
Εν μέσω πανδημίας δημιουργήσαμε τα 2 προγράμματα ΓΕΦΥΡΑ για τη ρύθμιση και επιδότηση δανείων, με σκοπό την υποβοήθηση των κορωνόπληκτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Όλα τα ανωτέρω εργαλεία ήταν προσωρινά και για αυτό επενδύσαμε στην εναρμόνιση με την Ευρωπαϊκή Οδηγία 1023/2019 για τη συνολική ρύθμιση οφειλών και την παροχή 2ης ευκαιρίας, που αποτελεί ένα μόνιμο πακέτο εργαλείων, τόσο εξωδικαστικών (π.χ. εξυγίανση επιχειρήσεων) όσο και δικαστικών (π.χ. πτώχευση).
Μεγάλο μέρος της εργασίας μας αποτέλεσε και η βελτίωση του θεσμικού πλαισίου, είτε σε συνεργασία με το ΤΧΣ που εκπόνησε μελέτες και εισηγήσεις για την άρση θεσμικών εμποδίων (π.χ. για τη μεταβίβαση δανείων σε funds), είτε για τον εντοπισμό στρατηγικών κακοπληρωτών (π.χ. με τη θέσπιση της άρσης του τραπεζικού απορρήτου και την υιοθέτηση ηλεκτρονικών ελέγχων / διασταυρώσεων). Παράλληλα προβήκαμε στην παροχή προστασίας ευάλωτων οφειλετών (π.χ. αναστολή πληρωμών τραπεζικών και Κρατικών οφειλών εν μέσω καραντίνας).
Επίσης επενδύσαμε πολύ στην ενημέρωση οφειλετών και συνεργατών τους, με εκατοντάδες σεμινάρια σε όλη την Ελλάδα. Τέλος, προωθήσαμε τη χρηματοοικονομική διαμεσολάβηση, ως κρίσιμο εργαλείο υποβοήθησης επίτευξης ρύθμισης οφειλών.
- Μπορείτε να μας αναφέρετε μερικές οδηγίες για τους οφειλέτες που επιθυμούν να ρυθμίσουν τα χρέη τους διμερώς με τους πιστωτές τους, χωρίς τη σύμπραξη της ΕΓΔΙΧ;
Από τις πολυάριθμες επαφές με οφειλέτες, διαπίστωνα ότι υπήρχαν ορισμένες εσφαλμένες αντιλήψεις και συνεπώς έδινα συγκεκριμένες συμβουλές, που να είναι σύμφωνες με τη νομοθεσία, καθώς και τις οδηγίες των Ευρωπαϊκών θεσμικών αρχών (π.χ. Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), τις οποίες οι πιστωτές υποχρεούνται να τηρούν. Έτσι, καθίσταται εφικτή η εύρεση μιας συμβιβαστικής λύσης, μεταξύ οφειλέτη και πιστωτή, γεγονός που επιδίωκαν και οι πιστοποιημένοι χρηματοοικονομικοί διαμεσολαβητές.
Όσον αφορά στο μηνιαίο ποσό πληρωμής σε μια ρύθμιση, οι οφειλέτες θεωρούσαν ότι αυτό προκύπτει μονάχα από το περίσσευμα των ιδίων (δηλ. το υπόλοιπο από το ισοζύγιο εσόδων – εξόδων τους). Ωστόσο, οι πιστωτές υποχρεούνται να λάβουν υπόψη το περίσσευμα των οφειλετών και των συνοφειλετών τους (δηλ. εγγυητών), σύμφωνα με την αρχή περί ικανότητας αποπληρωμής.
Όσον αφορά στο συνολικό ποσό οφειλής, οι οφειλέτες θεωρούσαν ότι δικαιούνται διαγραφή χρέους, επειδή το Κράτος ανακεφαλαιοποίησε τις τράπεζες και άρα επιβαρύνθηκαν ως φορολογούμενοι πολίτες. Ωστόσο η διαγραφή χρέους από τους πιστωτές, υποχρεωτικά λαμβάνει υπόψη την εμπορική αξία των περιουσιακών στοιχείων (π.χ. ακίνητα) των οφειλετών και συνοφειλετών τους, όπως προκύπτει από την αρχή της μη χειροτέρευσης θέσης πιστωτή (no worse off principle).
Όσον αφορά στο ποιοι δύνανται να ρυθμίσουν τα χρέη τους, υπάρχουν περιπτώσεις που δυστυχώς αδυνατούν να τα ρυθμίσουν, διότι είναι σε πλήρη οικονομική αδυναμία (π.χ. άνεργοι, χωρίς συνοφειλέτες για να τους βοηθήσουν). Σε αυτές τις περιπτώσεις, η πλήρης διαγραφή των οφειλών είναι η μοναδική λύση, μέσω πτώχευσης και παροχής 2ης ευκαιρίας, έτσι ώστε να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα. Είναι προφανές ότι οι πιστωτές δεν θα παρέχουν ρύθμιση σε όσους υιοθετούν συμπεριφορές στρατηγικών κακοπληρωτών και προφανούς φοροδιαφυγής (π.χ. άνεργοι που διοργανώνουν πολυτελείς εορταστικές εκδηλώσεις ή κατέχουν πολυτελή ακίνητα υψηλής αξίας) και σε αυτές τις περιπτώσεις προχωρούν σε κατασχέσεις και πλειστηριασμούς.