Ο ρόλος του Υπερταμείου στην ανάπτυξη: Γενικόλογη ρητορική ή πραγματικότητα;

Έχοντας μετατραπεί πλέον σε επενδυτικό ταμείο και θέλοντας να εφαρμόσει με συνέπεια ESG πολιτικές, το Υπερταμείο έχει στρέψει την προσοχή του στην ενδυνάμωση της συμβολής του στην οικονομία και την κοινωνία. Ωστόσο, δεν λείπουν προβληματισμοί που αφορούν τόσο το παρελθόν του όσο και την παρούσα διαχείριση του χαρτοφυλακίου του.

Το Υπερταμείο είναι εταιρεία συμμετοχών που ιδρύθηκε το 2016 με μοναδικό μέτοχο το Ελληνικό Δημόσιο, όπως αυτό εκπροσωπείται από τον Υπουργό Οικονομικών. Αποστολή του, ως το Δημόσιο Επενδυτικό Ταμείο της Ελλάδας πλέον, είναι, όπως το ίδιο αναφέρει, η ανάληψη ενεργού ρόλου στον εκσυγχρονισμό των Δημοσίων Επιχειρήσεων, η μεγιστοποίηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας, η διασφάλιση αναβαθμισμένων υπηρεσιών για τους πολίτες/καταναλωτές και η συμβολή του στην εθνική οικονομία.

Βεβαίως, η δημόσια εικόνα του Υπερταμείου δεν συμβαδίζει πάντα με τη θετική αυτοαντίληψή του, κυρίως λόγω της σύνδεσής του με τη δυσκολότερη περίοδο της χώρας από τη Μεταπολίτευση και την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του τρόπου διαχείρισης της δημόσιας περιουσίας. Ή όπως εμφατικά το περιγράφει ο Γιάννης Παλασάκης, Συνδιαχειριστής Εταίρος, DVLaw, «η ίδρυση του Υπερταμείου συνέπεσε με την βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση που βίωσε η Ελλάδα τα περασμένα χρόνια και αντανακλά την προσπάθεια τήρησης των δεσμεύσεων του κράτους για την ορθολογικότερη διαχείριση και αξιοποίηση της περιουσίας του».

Στο χαρτοφυλάκιο του Υπερταμείου περιλαμβάνονται θυγατρικές και συμμετοχές του σε δημόσιες επιχειρήσεις, οι οποίες δραστηριοποιούνται σε καίριους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως η ακίνητη περιουσία (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ), ΓΑΙΑΟΣΕ, ΔΕΘ HELEXPO), η ενέργεια και οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΕΥΑΘ), οι μεταφορές και οι υποδομές (αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος, ΟΑΣΑ, ΑΕΔΙΚ, 23 περιφερειακά αεροδρόμια) και άλλα. Η αξία του χαρτοφυλακίου που διαχειρίζεται το Υπερταμείο ανέρχεται σήμερα σε 7 δισ. ευρώ.

Πώς, όμως, έχει ακριβώς συμβάλει το Υπερταμείο στην ανάπτυξη της χώρας; Ο αυτοχαρακτηρισμός του ως επενδυτικό ταμείο με ενεργή συμβολή στην αύξηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας αποτυπώνεται στην ελληνική πραγματικότητα ή αποτελεί ευσεβή πόθο που δεν έχει τις προϋποθέσεις να επιτευχθεί;

Oι πρόσφατες και οι επικείμενες ιδιωτικοποιήσεις
Αν και οι ιδιωτικοποιήσεις δεν αποτελούν τον κύριο τομέα δραστηριότητας του Υπερταμείου, αφού ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, βρίσκονται στην αιχμή του δόρατος όσον αφορά στη ρητορική και τη δημόσια εικόνα του Υπερταμείου, ειδικά όταν πρόκειται για βασικές υποδομές και δημόσιες επιχειρήσεις με σημαντικό κύκλο εργασιών ή/και υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Το τελευταίο διάστημα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην παραχώρηση λιμένων και μαρίνων, ενώ παράλληλα δεσπόζουν και επιβλητικές μεταβιβάσεις.

Αν και οι ιδιωτικοποιήσεις ανήκουν στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ, βρίσκονται στην αιχμή του δόρατος όσον αφορά στη ρητορική και τη δημόσια εικόνα του Υπερταμείου

Πριν ένα χρόνο ολοκληρώθηκε η πώληση του κύριου ελληνικού φορέα εκμετάλλευσης στον τομέα της διανομής φυσικού αερίου ΔΕΠΑ Υποδομών Α. Ε. στην ITALGAS, η οποία εξαγόρασε το 100% της εταιρείας, ενώ το ενδιαφέρον προσέλκυσε και η μεταβίβαση του 67% των μετοχών του Οργανισμού Λιμένος Ηρακλείου στη Grimaldi Euromed S.p.A. & Μινωικές Γραμμές Α.Ν.Ε. Στον όμιλο Grimaldi μεταβιβάστηκε και το 67% των μετοχών του Οργανισμού Λιμένος Ηγουμενίτσας, ενώ σε τροχιά υλοποίησης βρίσκονται και οι διαγωνισμοί για μαρίνες στην Κέρκυρα, την Πύλο και φυσικά για τον Οργανισμό Λιμένος Βόλου.

Το επόμενο διάστημα αναμένονται και οι διαγωνισμοί για το Ολυμπιακό Ιππικό Κέντρο στο Μαρκόπουλο, για ακίνητα με ιαματικές πηγές σε Κύθνο και Καμμένα Βούρλα καθώς και η δημοπράτηση των έργων σε πέντε νοσοκομεία.

Στη δημόσια συζήτηση, πάντως, θα κυριαρχήσει η επέκταση της σύμβασης παραχώρησης της Αττικής Οδού αλλά και η εισαγωγή του 30% του Διεθνούς Αεροδρομίου Αθηνών στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Επιπλέον, τους πρώτους μήνες του 2024 αναμένεται η ολοκλήρωση της μεταβίβασης της Εγνατίας Οδού, καθώς εκκρεμεί η έκδοση απόφασης για την αναπροσαρμογή στα διόδια, αλλά και η πώληση της ΛΑΡΚΟ, αφού, σύμφωνα με πρόσφατη τροπολογία, καθορίστηκε χρονική προθεσμία για τη διατήρηση της ειδικής διαχείρισης στη βιομηχανία.

Το ευρύτερο στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης και ESG πολιτικής
Αυτό που έχει ενδιαφέρον στη δράση του Υπερταμείου είναι η στροφή του προς μια στρατηγική ανάπτυξης και προώθησης των επενδύσεων στη χώρα σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση βιώσιμης και ευαισθητοποιημένης πολιτικής. Στόχος είναι η μετατροπή του σε Εθνικό Επενδυτικό Ταμείο, στα πρότυπα αντίστοιχων οργανισμών στο εξωτερικό, έτσι ώστε να επιτευχθεί συνεισφορά στα δημόσια οικονομικά και μεγιστοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

Για να μπορέσει να καθιερωθεί ως πρότυπο ταμείο δημόσιων επενδύσεων και να δημιουργεί αξία για την οικονομία, τους πολίτες και το περιβάλλον, το Υπερταμείο εστιάζει σε στρατηγικές για τη μετάβαση σε μια βιώσιμη πράσινη οικονομία και την ενσωμάτωση των κριτηρίων ESG. Άλλωστε, σύμφωνα με τη δική του ρητορική, αποσκοπεί σε μια μετάβαση που συνδυάζει την οικονομική αποτελεσματικότητα και την καινοτομία µε τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό, την προστασία του περιβάλλοντος, την κοινωνική συνοχή και τη δικαιοσύνη.

Όλα τα παραπάνω αποτυπώνονται στο Στρατηγικό Σχέδιο 2022-2024 σύμφωνα με τις στρατηγικές κατευθύνσεις του μοναδικού μετόχου της εταιρείας, του Υπουργείου Οικονομικών, ένα σχέδιο το οποίο αποτελεί βασικό εργαλείο για την υλοποίηση των δύο αξόνων, πάνω στους οποίους στηρίζεται το Υπερταμείο: Τον ρόλο του ως μεταρρυθμιστή των δημόσιων επιχειρήσεων και τον ρόλο του ως επενδυτή στην ελληνική οικονομία.

Σε αυτό το πλαίσιο, καίριοι δείκτες απόδοσης για το 2024 αποτελούν η μείωση των εκπομπών άνθρακα κατά 15%, η αύξηση της καθαρής αξίας ενεργητικού κατά 15%, αλλά και η αύξηση του δείκτη εμπιστοσύνης των πολιτών κατά 40%. Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι η στοχοπροσήλωση έγκειται τόσο στη στρατηγική ESG για υπεύθυνες επενδύσεις όσο και στην ενίσχυση της δυναμικής του Υπερταμείου στην οικονομία και την κοινωνία, κυρίως μέσω της ενδυνάμωσης της λογοδοσίας και της διαφάνειας αλλά και της πελατοκεντρικής δραστηριοποίησης.

Η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού, η υιοθέτηση προτύπων λειτουργίας και ESG κριτηρίων και η δημιουργία βιώσιμων χρηματοοικονομικών αποδόσεων δεν αποτελούν στόχους μόνο σε κεντρικό επίπεδο, αλλά και στις θυγατρικές εταιρείες του Υπερταμείου, στις οποίες πρόσφατα παρουσιάστηκε η πολιτική ESG του ομίλου. Φυσικά, το κατά πόσον η εμφατικά αυτή διατυπωμένη στρατηγική θα μπορέσει να εφαρμοστεί και να φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα τόσο στη μητρική όσο και στις θυγατρικές εταιρείες είναι ένα ερώτημα που προς το παρόν παραμένει ανοιχτό. Ούτως ή άλλως, διαφορετική είναι η αντίληψη της συμβολής του Υπερταμείου σε θεωρητικό επίπεδο από αυτό που συμβαίνει στην πράξη.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον στη δράση του Υπερταμείου είναι η στροφή του προς μια στρατηγική ανάπτυξης και προώθησης των επενδύσεων στη χώρα σε συνδυασμό με τη διαμόρφωση βιώσιμης και ευαισθητοποιημένης πολιτικής

Η συμβολή του Υπερταμείου και οι προβληματισμοί
Σύμφωνα με το καταστατικό του, η συνεισφορά του Υπερταμείου στην εθνική οικονομία πραγματοποιείται πρώτον, διοχετεύοντας ένα μέρος των μερισμάτων του στο Ελληνικό Δημόσιο και χρησιμοποιώντας το υπόλοιπο για επενδύσεις σύμφωνα µε το άρθρο 200 παρ. 2 του ν. 4389/2016 και την Επενδυτική Πολιτική του. Δεύτερον, μέσω της υλοποίησης του Επιχειρησιακού Προγράµµατος Αξιοποίησης του ΤΑΙΠΕ∆, καθώς και της εκμετάλλευσης του χαρτοφυλακίου ακίνητης περιουσίας της ΕΤΑ∆. Τρίτον, μέσω στοχευµένων μεταρρυθμίσεων για τον µετασχηµατισµό των δημοσίων επιχειρήσεων, προκειμένου να ενισχυθεί η αποτελεσµατικότητά τους. Τέταρτον, μέσω στρατηγικών συµµαχιών, συνεργειών εντός του οικοσυστήµατος του Υπερταµείου και, γενικά, µέσω ανοιχτής επικοινωνίας µε την επενδυτική κοινότητα και τους ενδιαφερόμενους, µέσω οικονομιών κλίμακας, διαφορετικών εργαλείων και δομών χρηματοδότησης (Σ∆ΙΤ) και µέσω βέλτιστων πρακτικών.

Ωστόσο, τα παραπάνω δεν έχουν αποδειχθεί επαρκή, για να υπερνικήσουν την κακή δημοσιότητα που ακολουθεί το Υπερταμείο από την εποχή της ίδρυσής του. Πέρα από τη ρητορική περί αποποίησης της δημόσιας περιουσίας για την αποκόμιση άμεσου κέρδους για κάποιους τρίτους, το επίκεντρο του ενδιαφέροντος σε επίπεδο κοινής γνώμης βρίσκεται στις αποκρατικοποιήσεις, οι οποίες όμως αποτελούν ένα μόνο μέρος -μέσω της θυγατρικής του, του ΤΑΙΠΕΔ- της δραστηριοποίησης του Υπερταμείου.

Από την άλλη, ένας διαφορετικής υφής προβληματισμός επικεντρώνεται στην αποτελεσμα-τικότητά του και τις επιδόσεις του όλα αυτά τα χρόνια όσον αφορά στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Η ανησυχία αυτή ξεκινάει από το γεγονός ότι η περιουσία του Δημοσίου είναι ακόμα αχαρτογράφητη, με την καταγραφή της να έχει ξεκινήσει μόλις πρόσφατα από το Υπερταμείο. Με λίγα λόγια, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα μητρώο, το οποίο να περιέχει ολόκληρη την ακίνητη δημόσια περιουσία με τα χαρακτηριστικά του κάθε στοιχείου. Συνεπώς, παρόλο που οι προθέσεις υπάρχουν για την επίλυση αυτής της εκκρεμότητας, παραμένει προβληματικό σημείο πώς θα μπορέσει να γίνει ουσιαστική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όταν ακόμα δεν έχει γίνει η αποτίμησή της.

Παραμένει προβληματικό σημείο πώς θα μπορέσει να γίνει ουσιαστική αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όταν ακόμα δεν έχει γίνει η αποτίμησή της

Ένα ακόμα πεδίο προβληματισμού, άμεσα συνδεόμενο με την αποδοτικότητα της στρατηγικής του Υπερταμείου, είναι οι καθυστερήσεις που συναντώνται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, καθυστερήσεις που έχουν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στις δράσεις του Υπερταμείου αλλά και στη δυνατότητα αξιοποίησης των χρηματοδοτικών εργαλείων και της στροφής του επενδυτικού ενδιαφέροντος προς την Ελλάδα. Όπως τονίζει η Σοφία Μαυρίδου, Senior Counsel, Karatzas & Partners, «από τον σχεδιασμό μέχρι την υλοποίηση των δράσεων αυτών, λόγω και του μεγέθους τους, είναι πιθανόν να υπάρξουν καθυστερήσεις (λ.χ. οι διαδικασίες αξιοποίησης/παραχώρησης των 23 περιφερειακών αεροδρομίων ξεκίνησαν το 2021, όμως μέχρι σήμερα έχει σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος μόνο για τον αερολιμένα Καλαμάτας, η αποτίμηση των ακινήτων του Δημοσίου ξεκίνησε πιλοτικά σε μόλις 500 ακίνητα της ΕΤΑΔ). Γίνονται σημαντικές προσπάθειες προς τη σωστή κατεύθυνση, χρειάζεται, όμως, επιτάχυνση των σχετικών διαδικασιών προκειμένου να αξιοποιηθούν και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα είναι διαθέσιμα τα επόμενα έτη σε συνδυασμό με το αυξημένο ενδιαφέρον για επενδύσεις στη χώρα μας».

Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι οι ανωτέρω προβληματισμοί αποτελούν πρόσκαιρα ζητήματα, τα οποία με τις κατάλληλες κινήσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν τα επόμενα χρόνια. Συνεπώς, η συνολική αξιολόγηση της στρατηγικής του Υπερταμείου θα πρέπει να μετατεθεί προς το παρόν για αργότερα, ώστε να μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα. Επ’ αυτού, ο Γ. Παλασάκης είναι ξεκάθαρος: «Θεωρούμε ότι είναι ακόμα πρώιμο να αξιολογηθεί η μετεξέλιξη του Υπερταμείου, όπως αποτυπώνεται στο στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης. Πάντως, με βάση την κτηθείσα εμπειρία από την μακρόχρονη εμπλοκή μας ως νομικοί σύμβουλοι του ΤΑΙΠΕΔ και, πλέον, ως νομικοί σύμβουλοι του Υπερταμείου στην απευθείας από αυτό αξιοποίηση συγκεκριμένων υποδομών με βάση τις κατευθυντήριες γραμμές του σχεδίου ανάπτυξης, θεωρούμε ότι η εν λόγω μετεξέλιξη θα είναι επιτυχής σε βάθος χρόνου για την εθνική οικονομία και την κοινωνία».


Γιάννης Παλασάκης, Συνδιαχειριστής Εταίρος, DVLaw

«Μέσα σε λίγα χρόνια, το Υπερταμείο από απλός διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων εξελίσσεται σε ένα δημόσιο επενδυτικό ταμείο με σκοπό όχι μόνο τη βελτιστοποίηση της οικονομικής απόδοσης του χαρτοφυλακίου του, αλλά και την ενδυνάμωση του κοινωνικού αποτυπώματος των θυγατρικών του. Η εισαγωγή και καθιέρωση βέλτιστων πρακτικών εταιρικής διακυβέρνησης και διοίκησης, η βελτίωση της διαφάνειας, η εστίαση σε μετρήσιμα αποτελέσματα βιώσιμης λειτουργίας και οι επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη είναι μερικά από τα εργαλεία σύμφωνα με το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης.»


Σοφία Μαυρίδου, Senior Counsel, Karatzas & Partners

«Στο σχέδιο ανάπτυξης της ΕΕΣΥΠ (Υπερταμείο) διαφαίνεται η πρόθεση υλοποίησης μια σειράς επενδυτικών δράσεων που αναμένεται να δώσουν ώθηση στην περιφερειακή ανάπτυξη και να καταστήσουν αποδοτικότερη την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου μέσω των θυγατρικών εταιριών του Υπερταμείου (λ.χ. παραχώρηση 23 περιφερειακών αεροδρομίων, αποτίμηση ακίνητης περιουσίας Δημοσίου, ιδιωτικοποίηση λιμένων μέσω ΤΑΙΠΕΔ κ.α.)»