Η απλούστευση των φορολογικών κανόνων στην ΕΕ: Το προτεινόμενο πλαίσιο για τις διασυνοριακές συναλλαγές

Με στόχο την ασφάλεια δικαίου και τη μείωση του κόστους συμμόρφωσης για τις μικρές και μεγάλες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται με διασυνοριακές συναλλαγές, οι προτάσεις της ΕΕ αποτυπώνουν ένα φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο, αν τελικά υιοθετηθεί, θα βελτιώσει σημαντικά τους ρυθμούς ανάπτυξης στην ενιαία αγορά.

Oι διασυνοριακές συναλλαγές αυτή τη στιγμή στην εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης διακατέχονται από ένα ουκ αμελητέο πρόβλημα. Οποιαδήποτε εταιρεία επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί σε άλλα κράτη-μέλη έρχεται αντιμέτωπη με ένα πολύπλοκο ρυθμιστικό πλαίσιο. Αυτό αποτελεί εμπόδιο όχι μόνο για τις μικρές επιχειρήσεις που δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν στο κόστος συμμόρφωσης, αλλά και στους πολυεθνικούς ομίλους, οι οποίοι λόγω των διευρυμένων δραστηριοτήτων τους σε περισσότερα κράτη αναγκάζονται να ξοδεύουν μεγάλα ποσά για τη φορολογική τους συμμόρφωση.

Όπως εξηγεί ο Πέτρος Πανταζόπουλος, Εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Εταίρος, Φορτσάκης Διακόπουλος και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία, «είναι γεγονός ότι η δραστηριοποίηση των επιχειρήσεων διασυνοριακά, εντός ΕΕ τις επιβαρύνει εκτός των άλλων με σημαντικά κόστη συμμόρφωσης με τις φορολογικές νομοθεσίες των κρατών-μελών, όπου δραστηριοποιούνται. Δεδομένων, εξάλλου, των σημαντικών διαφορών μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών-μελών, συνέπεια της έλλειψης ακόμη ουσιαστικής εναρμόνισης μεταξύ των κρατών ιδίως στον τομέα της άμεσης φορολογίας, η συμμόρφωση αυτή πέρα από το κόστος αυτό καθεαυτό λειτουργεί και αντιαναπτυξιακά, κυρίως για επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Καθιστά έτσι την αγορά της Ένωσης μη επαρκώς ανταγωνιστική».

Οι προτάσεις της Επιτροπής για την απλούστευση των κανόνων στις διασυνοριακές συναλλαγές, οι οποίες παρουσιάστηκαν προ ολίγων μηνών, αποσκοπούν στην επίλυση αυτού του προβλήματος. Μένει να δούμε αν η συμφωνία σε διακυβερνητικό επίπεδο θα καταστεί εφικτή.

Οδηγία για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση
Ο κίνδυνος της διπλής φορολόγησης, της δημιουργίας πληθώρας ένδικων διαφορών και φοροαποφυγής είναι ορατός, όταν δεν υπάρχει μια κοινή προσέγγιση στις ενδοομιλικές συναλλαγές στην ΕΕ, και αυτό ακριβώς το πρόβλημα θέλει να αντιμετωπίσει η πρόταση Οδηγίας για τη μεταβιβιαστική τιμολόγηση μεταξύ εταιρειών που ανήκουν στον ίδιο όμιλο.

Το παγκόσμιο εμπόριο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις διεθνείς μεταφορές αγαθών και υπηρεσιών, κεφαλαίων και άυλων αγαθών, εντός πολυεθνικών ομίλων εταιρειών και το ζητούμενο είναι πώς θα επιτευχθεί η αρχή του πλήρους ανταγωνισμού ανάμεσα στις συνδεδεμένες οντότητες και τις τρίτες επιχειρήσεις, όπως επιβάλλουν τα διεθνή πρότυπα και οι κατευθυντήριες γραμμές του ΟΟΣΑ. Θα πρέπει, δηλαδή, οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις να δρουν υπό τις ίδιες συνθήκες από άποψη ανταγωνισμού με τις ανεξάρτητες επιχειρήσεις, ωστόσο αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει εναρμονισμένο νομοθετικό πλαίσιο στα διάφορα κράτη-μέλη.

Ενώ όλα τα κράτη-μέλη έχουν θεσπίσει εσωτερική νομοθεσία για την εξασφάλιση της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού, αυτή η έλλειψη εναρμόνισης στην ΕΕ και η συνακόλουθη έλλειψη όμοιας εφαρμογής έχει ως αποτέλεσμα τη μετατόπιση κερδών και φοροαποφυγής, διπλή φορολογία αλλά και υψηλό κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις κυρίως λόγω της δυσκολίας καθορισμού και τεκμηρίωσης των συγκρίσιμων τιμών μεταξύ συνδεδεμένων και ανεξάρτητων επιχειρήσεων.

Η Οδηγία για τη μεταβιβιαστική τιμλόγηση προτείνει τη δημιουργία ενός ενιαίου πλαισίου που θα προσδίδει φορολογική ασφάλεια. Ειδικότερα, διατυπώνει έναν κοινό ορισμό των συνδεδεμένων επιχειρήσεων στο πλαίσιο της ΕΕ, ενσωματώνοντας το κριτήριο της άσκησης σημαντικής επιρροής στη διοίκηση μιας άλλης οντότητας, σε συνδυασμό με τη θέσπιση κατώτατου ορίου 25% που αφορά τη συμμετοχή στο κεφάλαιο ή τα δικαιώματα ψήφου της. Επιπλέον, η Οδηγία ξεκαθαρίζει ότι η μόνιμη εγκατάσταση θεωρείται συνδεδεμένη επιχείρηση της επιχείρησης της οποίας αποτελεί μέρος.

Σύμφωνα με την αρχή του πλήρους ανταγωνισμού, θα πρέπει οι συνδεδεμένες επιχειρήσεις να δρουν υπό τις ίδιες συνθήκες με τις ανεξάρτητες επιχειρήσεις

Η πρόταση Οδηγίας παράσχει τη σταδιακή ανάπτυξη κοινών και συνεκτικών προσεγγίσεων μεταξύ των φορολογικών αρχών των κρατών-μελών όσον αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή των κανόνων μεταβιβαστικής τιμολόγησης, μέσω της ενσωμάτωσης της αρχής του πλήρους ανταγωνισμού στο δίκαιο της Ένωσης και της αποσαφήνισης του ρόλου και του καθεστώτος των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση. Επιπλέον, περιγράφει συγκεκριμένες μεθόδους μεταβιβαστικής τιμολόγησης, έτσι ώστε να επιλέγεται η πιο κατάλληλη μέθοδος, λαμβανομένων υπόψη των γεγονότων και των περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης.

Η προοπτική θέσπισης κοινών δεσμευτικών κανόνων για τα κράτη-μέλη σχετικά με συγκεκριμένες συναλλαγές εντός του πλαισίου των κατευθυντήριων γραμμών του ΟΟΣΑ για τη μεταβιβαστική τιμολόγηση αναμένεται να βελτιώσει την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων στην Ένωση, να μειώσει τις στρεβλώσεις και να συμβάλει στη δημιουργία ισότιμων όρων ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.

Φορολογικό σύστημα με βάση την έδρα
Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη θέσπιση συστήματος φορολογίας της έδρας (Ηead Office Taxation “HOT”) για τις πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα τους επιτρέψει να συναλλάσσονται με μία μόνο φορολογική διοίκηση όταν δραστηριοποιούνται διασυνοριακά εντός της ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο, θα επιτρέπεται στις ΜμΕ με μόνιμες εγκαταστάσεις σε άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ να υπολογίζουν τη φορολογική τους υποχρέωση με βάση μόνο τους φορολογικούς κανόνες του κράτους-μέλους της έδρας τους και να υποβάλλουν μόνο μία φορολογική δήλωση, η οποία θα κοινοποιείται στα άλλα κράτη-μέλη.

Πρόκειται για μια πρωτοβουλία με στόχο την ελάφρυνση των ΜμΕ, η οποία είχε πρώτη φορά προταθεί τον Μάιο του 2021 στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής για τη φορολογία των επιχειρήσεων για τον 21ο αιώνα, με στόχο την προώθηση ενός ισχυρού, αποτελεσματικού και δίκαιου φορολογικού συστήματος για τις επιχειρήσεις στην ΕΕ. Η τότε πρόταση της Επιτροπής αφορούσε ένα νέο πλαίσιο φορολογίας εισοδήματος για τις επιχειρήσεις με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ενιαίας αγοράς, τη μείωση του κόστους συμμόρφωσης και τη στήριξη των επενδύσεων. Ήταν, άλλωστε, ήδη σαφές ότι το κόστος της συμμόρφωσης σε 27 διαφορετικά φορολογικά συστήματα ήταν δυσβάσταχτο για τις μικρές επιχειρήσεις της ΕΕ.

Η προτεινόμενη Οδηγία θα εφαρμόζεται σε ορισμένες αυτόνομες ΜμΕ με έδρα την ΕΕ που λειτουργούν σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη. Συνεπώς, το πεδίο εφαρμογής της δεν θα καλύπτει τους ομίλους με θυγατρικές σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ ή τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις. Παράλληλα, μια επιχείρηση δεν θα μπορεί να επωφεληθεί από την Οδηγία, όταν για τα δύο προηγούμενα φορολογικά έτη ο κύκλος εργασιών των εγκαταστάσεών της σε άλλα κράτη υπερβαίνει ποσό ίσο με το διπλάσιο του κύκλου εργασιών που πραγματοποιεί στην έδρα της.

Το κυριότερο πίσω από την εν λόγω Οδηγία είναι ότι δεν επηρεάζεται ο φορολογικός συντελεστής κάθε κράτους-μέλους, αφού εξακολουθεί να ισχύει το εφαρμοστέο δίκαιο της χώρας, στην οποία δημιουργήθηκαν τα εκάστοτε έσοδα της επιχείρησης. Όμως, η επιχείρηση θα υποβάλλει μία φορολογική δήλωση, οπότε θα απευθύνεται σε μία ενιαία υπηρεσία από την άποψη της πληρωμής και της συμμόρφωσης με την υποβολή των δηλώσεων.

Πρόκειται για μία πρόταση που αποτιμάται ιδιαίτερα θετικά. Σύμφωνα με τον Π. Πανταζόπουλο, «η δυνατότητα που ιδρύεται για τις ΜμΕ με την πρωτοβουλία HOT να αλληλεπιδρούν με μία μόνο φορολογική διοίκηση αντί να υποχρεούνται να συμμορφώνονται με πολλαπλά φορολογικά συστήματα είναι βέβαιο ότι θα μειώσει τα κόστη συμμόρφωσης και συναφώς θα ενθαρρύνει έτσι τέτοιες επιχειρήσεις να δράσουν με μεγαλύτερη εξωστρέφεια».

Το κόστος της συμμόρφωσης σε 27 διαφορετικά φορολογικά συστήματα είναι δυσβάσταχτο για τις μικρές επιχειρήσεις της ΕΕ

Επιχειρήσεις στην Ευρώπη: Πλαίσιο για τη φορολογία εισοδήματος
Το πλαίσιο BEFIT (Business in Europe Framework for Income Taxation) στοχεύει στη θέσπιση ενός κοινός συστήματος για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης των ομίλων εταιρειών σε ολόκληρη την ΕΕ. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που λειτουργεί συμπληρωματικά με την πρόταση για φορολογικό σύστημα με βάση την έδρα, αφού το συγκεκριμένο απευθύνεται στις μεγάλες επιχειρήσεις, φιλοδοξώντας να θέσει νέους, απλούστερους κανόνες, οι οποίοι θα μπορούσαν να μειώσουν το κόστος φορολογικής συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ΕΕ έως και 65%.

Η λογική πίσω από την πρόταση είναι ότι οι εταιρείες που είναι μέλη του ίδιου ομίλου θα πρέπει να υπολογίζουν τη φορολογική τους βάση σύμφωνα με ένα κοινό σύνολο κανόνων. Με δεδομένη μάλιστα τη συμφωνία του ΟΟΣΑ για ένα παγκόσμιο επίπεδο φορολογίας, συμφωνία που συνάδει και με την Οδηγία Pillar II για τον παγκόσμιο φορολογικό συντελεστή, γίνεται σαφές ότι η τάση πλέον είναι να απλοποιείται η μέθοδος φορολογίας των πολυεθνικών εταιρειών.

Η πρόταση έχει ως στόχο να αντικαταστήσει την προηγούμενη πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μια κοινή φορολογική βάση εταιρειών (ΚΕΒΦΕ) και θα εφαρμόζεται σε οντότητες με έδρα την ΕΕ που αποτελούν μέρος εγχώριου ή πολυεθνικού ομίλου με έσοδα άνω των 750 εκατομμυρίων ευρώ. Θα υπάρχει, ωστόσο, δυνατότητα επιλογής και για τις ΜμΕ, ώστε να μπορούν και αυτές να επωφεληθούν.

Οι προτεινόμενοι κανόνες θα απαιτούν τον υπολογισμό ενός προκαταρκτικού φορολογικού αποτελέσματος από κάθε μέλος ενός ομίλου με τη χρήση μιας απλουστευμένης μεθόδου, η οποία θα περιλαμβάνει λιγότερες προσαρμογές στις οικονομικές καταστάσεις από ό,τι οι προϋφιστάμενοι κανόνες. Τα προκαταρκτικά αυτά αποτελέσματα θα αθροίζονται, έτσι ώστε να δημιουργήσουν μια ενιαία φορολογική βάση, αντισταθμίζοντας τις διασυνοριακές ζημίες και απλοποιώντας τη συμμόρφωση με τις τιμές μεταβίβασης στις ενδοομιλικές συναλλαγές.

Με βάση αυτή τη λογική, θα κατανέμονται τα κέρδη στα επιλέξιμα μέλη του ομίλου ανάλογα με το ποσοστό τους επί της συνολικής φορολογικής βάσης, ενώ μετά την κατανομή τα κράτη-μέλη θα μπορούν να εφαρμόζουν περαιτέρω αυξήσεις της βάσης, φορολογικά κίνητρα ή εκπτώσεις στο κατανεμημένο τμήμα της εταιρείας, εφόσον συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις του δεύτερου πυλώνα. Τα προσαρμοσμένα κατανεμημένα κέρδη θα υπόκεινται στη συνέχεια στον συντελεστή φορολογίας εισοδήματος εταιρειών του αντίστοιχου κράτους-μέλους.

Για να μπορέσουν να υλοποιηθούν όλα τα παραπάνω, θα δημιουργηθεί υπηρεσία μιας στάσης ως κεντρική αρχή για τη διαχείρισή τους. Η τελική μητρική οντότητα του ομίλου θα πρέπει να υποβάλει δήλωση πληροφοριών για ολόκληρο τον όμιλο στην τοπική φορολογική αρχή το αργότερο τέσσερις μήνες μετά το τέλος του φορολογικού έτους. Επιπλέον, κάθε μεμονωμένο μέλος του ομίλου θα πρέπει επίσης να υποβάλει ατομική φορολογική δήλωση στην τοπική φορολογική του αρχή.

Το πλαίσιο BEFIT στοχεύει στη θέσπιση ενός κοινού συστήματος για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης των ομίλων εταιρειών σε ολόκληρη την ΕΕ

Συμπερασματικά
Εφόσον εγκριθούν από το Συμβούλιο, οι δύο πρώτες προτάσεις θα πρέπει να τεθούν σε ισχύ στα κράτη-μέλη από την 1η Ιανουαρίου 2026, ενώ η πρόταση BEFIT από την 1η Ιανουαρίου 2028. Ωστόσο, η εμπειρία από προηγούμενες πρωτοβουλίες για την εφαρμογή ορισμένων πτυχών ενιαίου φορολογικού συστήματος στην ΕΕ έχει δείξει ότι μπορεί να αποδειχθεί πρόκληση η επίτευξη συμφωνίας. Αν και έχουν γίνει σημαντικά γενικότερα βήματα για τη δημιουργία κοινού πλαισίου φορολογικής βάσης των εταιρειών, οι επόμενοι μήνες θα είναι καθοριστικοί για το αν τελικά θα επέλθει το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Το ευκταίο, πάντως, ειδικά για τη χώρα μας είναι να επιτευχθεί συμφωνία και το νέο πλαίσιο να τεθεί σύντομα σε ισχύ, καθώς θα έχει αρκετά οφέλη για την ελληνική οικονομία. Όπως εξηγεί ο Γεώργιος Τσάκωνας, Associate, PPTLEGAL, «η ολιστική αυτή προσέγγιση έχει ιδιάζουσα σημασία για την Ελλάδα, ως ενός κράτους-μέλους, όπου τόσο η ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, της ραχοκοκαλιάς της εθνικής οικονομίας, όσο και η προσέλκυση πολυεθνικών επιχειρήσεων, με τα τεράστια κεφάλαια και την προηγμένη τεχνογνωσία που τις συνοδεύουν, αποτελούν διακηρυγμένους στόχους της εθνικής πολιτικής. Επί της αρχής, η προσπάθεια αυτή κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι η ευόδωσή της θα συναρτηθεί με την ταχεία και συνεκτική ανταπόκριση της Ελληνικής Πολιτείας σε επίπεδο ενσωμάτωσης στην εθνική έννομη τάξη του ως άνω πλαισίου και τη σύγχρονη προσαρμογή του υφισταμένου εθνικού φορολογικού πλαισίου προς την αντίστοιχη κατεύθυνση».


Γεώργιος Τσάκωνας, Associate, PPTLEGAL

«Η πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διά της προτάσεως για την Οδηγία BEFIT – καταλαμβάνουσα τις μεγάλες επιχειρήσεις – και για τη θέσπιση ενός Συστήματος Φορολόγησης στην έδρα του Κεντρικού για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις (Ηead Office Taxation “HOT”), εντάσσεται στην προσπάθεια της ΕΕ για μείωση του κόστους και της αβεβαιότητας που παρέπονται της φορολογικής συμμόρφωσης των επιχειρήσεων της ΕΕ που δραστηριοποιούνται σε πάνω από ένα κράτη-μέλη, με τους εθνικούς κανόνες εταιρικής φορολογίας καθ’ έκαστου κράτους-μέλους. Απώτερος στόχος της προσπάθειας αυτής είναι η άρση των δυσχερειών ως προς τις διασυνοριακές επενδύσεις, η πραγμάτωση των θεμελιωδών για το σύστημα της ΕΕ ελευθεριών της εγκατάστασης και διακίνησης κεφαλαίων μεταξύ των κρατών-μελών και, κατ’ επέκταση, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων της ΕΕ.»


Πέτρος Πανταζόπουλος, Εκλεγμένος Επίκουρος Καθηγητής Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Εταίρος, Φορτσάκης Διακόπουλος και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία

«Η πρόταση HOT έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων είναι ΜμΕ. Ευρύτερα, η Πρόταση BEFIT, στην οποία εντάσσεται και η Πρόταση HOT (η οποία αφορά, πάντως, άλλου μεγέθους επιχειρήσεις), κινείται προς την ευκταία κάποια στιγμή κατεύθυνση της ομοιομορφοποίησης της φορολογικής βάσης (έστω σε επίπεδο ομίλων), που αναμένεται να συμβάλλει σε αυξημένη φορολογική βεβαιότητα και διαφάνεια και διευκόλυνση στην τιμολόγηση και απεικόνιση των αποτελεσμάτων των εταιρειών εντός ΕΕ».