Το ζητούμενο πλέον στο νομοθετικό πλαίσιο της ΕΕ για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων με βάση τα κριτήρια ESG είναι το πώς θα επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή συνοχή, διαφάνεια και αξιοπιστία, ώστε τόσο οι εταιρείες όσο και οι επενδυτές να μπορούν να το συμβουλευθούν και να το εμπιστευτούν, να ενισχυθεί η πορεία προς την πράσινη μετάβαση και να καταπολεμηθεί το «πράσινο ξέπλυμα».
Eίναι αδιαμφισβήτητο ότι, σε ευρωπαϊκό τουλάχιστον επίπεδο, τα κριτήρια βιωσιμότητας διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προσέλκυση επενδύσεων από τις εταιρείες. Οι στόχοι και οι δράσεις βιωσιμότητας αρχίζουν ολοένα και περισσότερο να γίνονται αναπόσπαστο μέρος της επιχειρηματικής στρατηγικής μέσα στην ευρύτερη λογική της μετάβασης σε μια κλιματικά ουδέτερη και «πράσινη» οικονομία.
Όπως το θέτει ο Σταύρος Α. Θεοδωρόπουλος, Εταίρος, Δ.Ε. Γιαννατσής & Συνεργάτες, «η παραδοσιακή (σαφώς και ελληνική) ιδέα ότι μία επιχείρηση ανήκει μόνο στο αφεντικό της και συνεπώς αυτός «την κάνει ό,τι θέλει», ανήκει στο πολύ μακρινό παρελθόν. Οι μεγαλύτερες διεθνώς επιχειρήσεις δεσμεύονται ως προς τους στόχους τους και τις υποχρεώσεις τους απέναντι όχι μόνο στο επενδυτικό τους κοινό, αλλά και απέναντι στο προσωπικό τους, τους πελάτες τους, τις κοινότητες μέσα στις οποίες επιχειρούν, το περιβάλλον. Δεν αρκεί, όμως, η οικειοθελής αυτορρύθμιση της αγοράς· απαιτείται θεσμικός έλεγχος».
Έτσι, ήδη έχει τεθεί σε εφαρμογή ένα συνεκτικό πλαίσιο δημοσιοποίησης και υποβολής εκθέσεων εκ μέρους των εταιρειών, ώστε να υπάρχει η μέγιστη δυνατή διαφάνεια προς τους επενδυτές που ενδιαφέρονται να χρηματοδοτήσουν υγιείς και καινοτόμες εταιρείες. Περαιτέρω, δημοσιεύτηκε πρόσφατα η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με ένα ολοκληρωμένο πακέτο βιώσιμης χρηματοδότησης, το οποίο περιλαμβάνει πληθώρα νομοθετημάτων για την ενίσχυση και την αποσαφήνιση της μεθοδολογίας και των προϋποθέσεων της επένδυσης σε εταιρείες που τηρούν τα κριτήρια ESG.
Το πλαίσιο γνωστοποίησης πληροφοριών για διαφάνεια στις επενδύσεις
Ο Κανονισμός Taxonomy και οι Κανονισμοί και Οδηγίες για τις γνωστοποιήσεις οικονομικών και μη πληροφοριών εφαρμόζονται ήδη και έχουν μεταβάλει τον τρόπο, με τον οποίο οι εταιρείες αποτυπώνουν τα προς δημοσιοποίηση στοιχεία τους, ώστε να προσελκύσουν χρηματοδότηση.
Η γνωστοποίηση πληροφοριών σύμφωνα με τον Κανονισμό Taxonomy
Ο Κανονισμός 2020/852 (Κανονισμός Taxonomy) τέθηκε σε ισχύ στις 12 Ιουλίου 2020 στο πλαίσιο του σχεδίου δράσης για την αειφόρο χρηματοδότηση της ΕΕ. Στόχος του είναι να δημιουργήσει ένα συνεκτικό πλαίσιο ταξινόμησης, το οποίο θα χαρακτηρίζει με σαφήνεια και αντικειμενικά κριτήρια ποιες οικονομικές δραστηριότητες θεωρούνται περιβαλλοντικά βιώσιμες, έτσι ώστε να παρέχεται επαρκής ενημέρωση και διαφάνεια στους επενδυτές και σε άλλους ενδιαφερόμενους για τα χρηματοπιστωτικά προϊόντα που υποστηρίζουν τους περιβαλλοντικούς στόχους.
Ο Κανονισμός εφαρμόζεται σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά που διαθέτουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα στην ΕΕ και εμπίπτουν στο πλαίσιο του Κανονισμού Γνωστοποιήσεων Αειφορίας (SFDR), συμπεριλαμβανομένων των τραπεζών, των διαχειριστών κεφαλαίων και των ασφαλιστικών εταιρειών. Επιπλέον, όλες οι εταιρείες που υπόκεινται σε υποχρέωση δημοσίευσης μη χρηματοοικονομικών πληροφοριών με βάση την Οδηγία NFRD, ήτοι οι μεγάλες εταιρείες και οι εισηγμένες σε οργανωμένη αγορά, υποχρεούνται επίσης να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και τον χαρακτηρισμό τους ως περιβαλλοντικά βιώσιμων.
Από την 1η Ιανουαρίου 2022, ο Κανονισμός Taxonomy εφαρμόζεται στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα, τα οποία προωθούν ή έχουν ως στόχο τους τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή σε αυτή. Για τους τέσσερις υπόλοιπους περιβαλλοντικούς στόχους που τίθενται στον Κανονισμό (βιώσιμη χρήση και προστασία των θαλάσσιων πόρων, μετάβαση σε κυκλική οικονομία, πρόληψη/έλεγχος της ρύπανσης και προστασία της βιοποικιλότητας), η ισχύς του ξεκίνησε από την 1η Ιανουαρίου 2023. Η υποχρέωση αυτή ισχύει και για τις μη χρηματοοικονομικές πληροφορίες των εισηγμένων εταιρειών και των εταιρειών δημοσίου συμφέροντος.
Ο Κανονισμός SFDR για τους διαχειριστές κεφαλαίων
Η γνωστοποίηση πληροφοριών για αειφόρες και γενικά επενδύσεις με βάση τα κριτήρια ESG είναι ήδη από το 2019 υποχρεωτική για τους διαχειριστές κεφαλαίων σύμφωνα με τον Κανονισμό SFDR (Sustainable Finance Disclosure Regulation), έτσι ώστε να αξιολογούνται οι κίνδυνοι βιωσιμότητας σε επίπεδο εταιρείας και κατηγορίας προϊόντων και να εξετάζονται οι δυσμενείς επιπτώσεις τους στις διαδικασίες λήψης επενδυτικών αποφάσεων.
Ο Κανονισμός Taxonomy τροποποίησε τον Κανονισμό SFDR υπό την έννοια ότι επέβαλε πρόσθετες υποχρεώσεις γνωστοποίησης ανάλογα με τις κατηγορίες κεφαλαίων και τους περιβαλλοντικούς στόχους. Έτσι, οι υπόχρεες εταιρείες πρέπει να γνωστοποιούν πώς συνδέονται οι δραστηριότητές τους στον κύκλο εργασιών και τις δαπάνες τους και να κατηγοριοποιούν τις δραστηριότητες ως περιβαλλοντικά βιώσιμες ή όχι. Ο χαρακτηρισμός αυτός πρέπει να γίνεται με βάση λεπτομερείς περιγραφές και συγκεκριμένα κριτήρια, τα οποία περιγράφονται στις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδόθηκαν από την Επιτροπή.
Οι Οδηγίες NFRD και CSRD για τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση
Η Οδηγία NFRD (Non-Financial Reporting Directive) απαιτεί από εταιρείες δημοσίου συμφέροντος που απασχολούν πάνω από 500 υπαλλήλους να γνωστοποιούν στις μη οικονομικές καταστάσεις τους πληροφορίες σχετικά με περιβαλλοντικά ζητήματα, διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μέτρα ενάντια στη διαφθορά και καταπολέμηση των διακρίσεων. Στο πεδίο της Οδηγίας εμπίπτουν 11.700 εταιρείες στην ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των εισηγμένων εταιρειών, των τραπεζών, των ασφαλιστικών επιχειρήσεων και άλλων επιχειρήσεων που χαρακτηρίζονται από τα κράτη ως δημοσίου συμφέροντος.
Ο Κανονισμός Taxonomy επιβάλλει στις εταιρείες που εμπίπτουν στο πεδίο της Οδηγίας NFRD να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με τον βαθμό βιωσιμότητας των δραστηριοτήτων τους. Έτσι, από την 1η Ιανουαρίου 2022 τόσο για τις χρηματοπιστωτικές όσο και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις απαιτείται η γνωστοποίηση του ποσοστού των δραστηριοτήτων που είναι συμβατές με τον Κανονισμό Taxonomy ως περιβαλλοντικά βιώσιμες αλλά και των μη περιβαλλοντικά βιώσιμων, παρέχοντας ποιοτικές πληροφορίες σχετικά με αυτές. Για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, από 1η Ιανουαρίου 2023 είναι υποχρεωτικό να παρέχονται επιπλέον πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση των εν λόγω δραστηριοτήτων, γνωστοποιώντας βασικούς δείκτες απόδοσης (KPIs). Η υποχρέωση αυτή ισχύει για τις χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις από 1η Ιανουαρίου 2024.
Ήδη από το 2022 τόσο για τις χρηματοπιστωτικές όσο και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις απαιτείται η γνωστοποίηση του ποσοστού των δραστηριοτήτων που είναι συμβατές με τον Κανονισμό Taxonomy ως περιβαλλοντικά βιώσιμες
Στις 21 Απριλίου 2021 η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση για ένα νέο εκσυγχρονισμένο θεσμικό πλαίσιο για τη μη χρηματοοικονομική πληροφόρηση (Οδηγία Corporate Sustainability Reporting Directive), με βάση το οποίο οι επενδυτές έχουν μια πιο ολοκληρωμένη και εις βάθος πληροφόρηση για κάθε εταιρεία και τον αντίκτυπό της στο περιβάλλον και την κοινωνία. Η Οδηγία CSRD επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής των απαιτήσεων της Οδηγίας NFRD, συμπεριλαμβάνοντας όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις, είτε είναι εισηγμένες είτε όχι, και χωρίς το προηγούμενο όριο των 500 εργαζομένων. Έτσι, οι οντότητες που πλέον υπόκεινται στις υποχρεώσεις γνωστοποίησης αυξάνονται σε 49.000. Επιπλέον, η πρόταση εισάγει λεπτομερέστερες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων με βάση τα ευρωπαϊκά πρότυπα αναφορών βιωσιμότητας.
Στόχος της Οδηγίας CSRD, εκτός των άλλων, είναι να εξασφαλίσει την αρμονία με τους Κανονισμούς SFDR και Taxonomy, έτσι ώστε να μειωθεί η πολυπλοκότητα και ο κίνδυνος διπλών απαιτήσεων γνωστοποίησης σε μία εταιρεία. Έτσι, διασφαλίζεται ότι οι επενδυτές και οι συμμετέχοντες στις χρηματοπιστωτικές αγορές που υπόκεινται στο πεδίο του Κανονισμού SFDR λαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τις επενδύσεις τους.
Το πακέτο βιώσιμης χρηματοδότησης (Sustainable Finance Package)
Το εν λόγω πακέτο αποτελείται από δέσμη μέτρων που ενισχύουν και επεκτείνουν το πλαίσιο διαφάνειας και σαφήνειας, το οποίο η Επιτροπή επιθυμεί να διέπει τη χρηματοδότηση των εταιρειών με βάση κριτήρια βιωσιμότητας. Πρόκειται για τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του Κανονισμού Taxonomy και την πρόταση Κανονισμού για τις αξιολογήσεις των κριτηρίων ESG.
Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του Κανονισμού Taxonomy
Ο Κανονισμός Taxonomy εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να θεσπίζει κριτήρια τεχνικού ελέγχου μέσω κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων. Η πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η οποία εφαρμόζεται από τον Ιανουάριο του 2022, καθορίζει τα κριτήρια τεχνικού ελέγχου για τις οικονομικές δραστηριότητες που μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Μια δεύτερη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η οποία εφαρμόζεται επίσης από τον Ιανουάριο του 2022, καθορίζει το περιεχόμενο, τη μεθοδολογία και την παρουσίαση των πληροφοριών που πρέπει να δημοσιοποιούν οι μεγάλες χρηματοπιστωτικές και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις σχετικά με το ποσοστό των περιβαλλοντικά βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων στις επιχειρηματικές, επενδυτικές ή δανειοδοτικές τους δραστηριότητες. Μια τρίτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που ισχύει από τον Ιανουάριο του 2023 περιλαμβάνει, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, συγκεκριμένες δραστηριότητες πυρηνικής ενέργειας και ενέργειας φυσικού αερίου στον κατάλογο των οικονομικών δραστηριοτήτων που καλύπτονται από τον Κανονισμό Taxonomy.
Τον Ιούνιο του 2023 εγκρίθηκε από την Επιτροπή μια νέα δέσμη κριτηρίων για τις οικονομικές δραστηριότητες που συμβάλλουν ουσιαστικά σε έναν ή περισσότερους από τους περιβαλλοντικούς στόχους που θέτει ο Κανονισμός Taxonomy. Επιπλέον, έγιναν στοχευμένες τροποποιήσεις στην πρώτη κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σχετικά με τις οικονομικές δραστηριότητες που μπορούν να συμβάλουν ουσιαστικά στον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και στην προσαρμογή σε αυτήν, έτσι ώστε να επεκταθεί ο κατάλογος των εν λόγω οικονομικών δραστηριοτήτων. Με τη συμπερίληψη δώδεκα νέων δραστηριοτήτων και την επικαιροποίηση υφιστάμενων δραστηριοτήτων προσφέρονται περισσότερες ευκαιρίες χρηματοδότησης των εταιρειών με βιώσιμες επενδύσεις.
Γενικότερος στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο, αξιόπιστο και λεπτομερές πλαίσιο, το οποίο θα αναγάγει τον Κανονισμό Taxonomy σε βασικό εργαλείο που θα διέπει τις επενδύσεις για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη. Καθορίζοντας με σαφήνεια τι είναι ευθυγραμμισμένο με τους περιβαλλοντικούς στόχους της ΕΕ, ο Κανονισμός και οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του επιδιώκουν να ενθαρρύνουν τις εταιρείες να δρομολογήσουν νέα έργα ή να αναβαθμίσουν τα υφιστάμενα, ώστε να πληρούν αυτά τα κριτήρια. Παράλληλα, η δημοσιοποίηση από τις εταιρείες των δραστηριοτήτων που είναι ευθυγραμμισμένες με τη νομοθεσία έχει ως αποτέλεσμα την εύκολη σύγκριση των πληροφοριών, οι οποίες είναι διαθέσιμες στην αγορά για τους επενδυτές. Οι εταιρείες θα μπορούν, εφόσον το επιθυμούν, να χρησιμοποιούν αξιόπιστα την Ταξινομία της ΕΕ, για να σχεδιάσουν την πράσινη μετάβασή τους και να αντλήσουν χρηματοδότηση για τη μετάβαση αυτή, ενώ οι συμμετέχοντες στη χρηματοπιστωτική αγορά μπορούν να χρησιμοποιούν το ίδιο πλαίσιο, για να σχεδιάζουν αξιόπιστα πράσινα χρηματοπιστωτικά προϊόντα.
Αξιολογήσεις κριτηρίων ESG
Το προσφάτως δημοσιευθέν από την Επιτροπή πακέτο βιώσιμης χρηματοδότησης περιλαμβάνει και πρόταση Κανονισμού σχετικά με τη διαφάνεια και τη λειτουργία των παρόχων αξιολογήσεων για τα κριτήρια ESG. Στόχος είναι να διασφαλιστεί ότι οι αξιολογήσεις ESG θα αποτελέσουν ένα πιο αξιόπιστο εργαλείο στη συμβουλευτική σχετικά με τη βιώσιμη χρηματοδότηση.
Οι αξιολογήσεις των κριτηρίων ESG παρέχουν μια εκτίμηση σχετικά με τα χαρακτηριστικά ESG, την έκθεση σε συναφείς κινδύνους και τις επιπτώσεις που έχει η δράση μιας οντότητας, μέσου ή προϊόντος. Τέτοιου είδους αξιολογήσεις παρέχονται από εξειδικευμένους συμβούλους, όμως υπάρχει μεγάλη ποικιλομορφία στους τύπους και τις κατηγορίες των αξιολογήσεων ανάλογα με το τι αξιολογούν (όλα τα κριτήρια ESG ή μεμονωμένα τους περιβαλλοντικούς ή κοινωνικούς παράγοντες ή τους παράγοντες της εταιρικής διακυβέρνησης), ποια προοπτική αξιολογούν (κίνδυνοι για την εταιρεία, επιπτώσεις στο περιβάλλον, συμμόρφωση με τη νομοθεσία κλπ), αλλά και το πώς διεξάγουν την αξιολόγηση.
Στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα ολοκληρωμένο, αξιόπιστο και λεπτομερές πλαίσιο, το οποίο θα αναγάγει την Ταξινομία της ΕΕ σε βασικό εργαλείο που θα διέπει τις επενδύσεις
Πρόκειται για μια αγορά που χαρακτηρίζεται από έλλειψη διαφάνειας όσον αφορά τη μεθοδολογία, τις πηγές των στοιχείων και τον τρόπο λειτουργίας, με αποτέλεσμα επί του παρόντος να μη μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη μέθοδο αξιολόγησης, ώστε οι επενδυτές και οι αξιολογούμενες οντότητες να λάβουν τεκμηριωμένες αποφάσεις. Επομένως, η βασική στόχευση της πρότασης Κανονισμού είναι η βελτίωση της αξιοπιστίας, της συγκρισιμότητας και της διαφάνειας αυτών των αξιολογήσεων, η διασφάλιση της ακεραιότητας των παρόχων τους και η πρόληψη σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ τους και μεταξύ των αξιολογούμενων εταιρειών.
Υπό αυτό το πρίσμα, η πρόταση δεν αποσκοπεί στην εναρμόνιση των μεθοδολογιών, αφού οι πάροχοι αξιολογήσεων ESG θα εξακολουθήσουν να έχουν τον πλήρη έλεγχο των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούν και θα συνεχίσουν να είναι ανεξάρτητοι, ώστε να διασφαλίζεται ότι στη συγκεκριμένη αγορά υπάρχει ποικιλία προσεγγίσεων. Θα δοθεί, όμως, έμφαση στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των εταιρειών.
Για να επιτευχθεί αυτό, εισάγεται μια σειρά απαιτήσεων σχετικά με τις δραστηριότητες των παρόχων αξιολογήσεων ESG. Καταρχάς, θα πρέπει αυτοί να αδειοδοτούνται και να εποπτεύονται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών. Περαιτέρω, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μεθοδολογίες αξιολόγησης που είναι αυστηρές, συστηματικές, αντικειμενικές και επικυρώσιμες, και οι οποίες θα επανεξετάζονται σε συνεχή βάση και σε κάθε περίπτωση ετησίως. Οι νέοι κανόνες εισάγουν και οργανωτικές απαιτήσεις που διασφαλίζουν την πρόληψη και τον μετριασμό πιθανών συγκρούσεων συμφερόντων. Όσον αφορά τη διαφάνεια, οι πάροχοι αξιολογήσεων ESG θα πρέπει να γνωστοποιούν στο κοινό πληροφορίες σχετικά με τις μεθοδολογίες, τα μοντέλα και τις βασικές παραδοχές αξιολόγησης που χρησιμοποιούν.
Πάντως, αν και οι απαιτήσεις αδειοδότησης και διαφάνειας στις δραστηριότητες ESG είναι ένα καλό πρώτο βήμα, το γεγονός ότι δεν θα υπάρξει εναρμόνιση των ιδεολογιών είναι κάτι που δεν ενδεχομένως θα δημιουργήσει προβλήματα. Όπως εξηγεί η Κωνσταντίνα Μαργαρίτη, Δικηγόρος, Associate, Moussas & Partners Law Firm, «στο μέτρο που κάθε πάροχος αξιολόγησης ESG εφαρμόζει δική του μεθοδολογία και βασίζεται σε ετερόκλητα, μη τυποποιημένα κριτήρια, είναι πιθανό για την ίδια εταιρεία ή προϊόν να υπάρχουν τελείως διαφορετικές βαθμολογίες από διαφορετικούς παρόχους, προκαλώντας σύγχυση στους επενδυτές και πλήττοντας έτσι την αξιοπιστία των αξιολογήσεων ESG. Γι’ αυτό, κρίνεται σκόπιμη η καθιέρωση ελάχιστων προτύπων ποιότητας καθώς και δημοσίευσης συγκεκριμένων δεδομένων ESG από τις αξιολογούμενες εταιρείες, στοιχεία που θα συμβάλουν στη βελτίωση της πληρότητας -και ποιότητας- των αξιολογήσεων ESG και των βάσει αυτών επενδυτικών αποφάσεων».
Ευρωπαϊκό Πρότυπο Πράσινων Ομολόγων
Τα πράσινα ομόλογα διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο για τη χρηματοδότηση των εταιρειών που αναζητούν πόρους για την πράσινη μετάβασή τους. Πρόκειται για εργαλεία χρηματοδότησης επενδύσεων που σχετίζονται με πράσινες τεχνολογίες, βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και της αποδοτικότητας των πόρων καθώς και με βιώσιμες υποδομές.
Η πρόταση Κανονισμού αποσκοπεί στη βελτίωση της αξιοπιστίας, της συγκρισιμότητας και της διαφάνειας των αξιολογήσεων ESG
Με τον Κανονισμό για το Ευρωπαϊκό Πρότυπο Πράσινων Ομολόγων (EU Green Bond Standard), ο οποίος εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2023, η ΕΕ στοχεύει να θέσει ένα σαφές πρότυπο για αυτά τα ομόλογα, το οποίο θα διασφαλίζει υψηλά επίπεδα διαφάνειας και μια συνεπή προσέγγιση. Το πρότυπο, το οποίο είναι εθελοντικό, βασίζεται στα λεπτομερή κριτήρια της Ταξινομίας της ΕΕ για τον ορισμό των πράσινων οικονομικών δραστηριοτήτων, ενσωματώνει τις βέλτιστες πρακτικές της αγοράς και θεσπίζει την εποπτεία των ελεγκτών από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών.
Η συνοχή και η συγκρισιμότητα στην αγορά των πράσινων ομολόγων έχει οφέλη τόσο για τους εκδότες τους όσο και για τους επενδυτές. Οι εκδότες είναι πλέον σε θέση να αποδείξουν ότι χρηματοδοτούν νόμιμα πράσινα έργα που ευθυγραμμίζονται με την Ταξινομία της ΕΕ, ενώ από την άλλη η εμπιστοσύνη των επενδυτών στις πράσινες επενδύσεις θα ενισχυθεί χάρη σε αυτό το πλαίσιο που αναμένεται να αποδυναμώσει το «πράσινο ξέπλυμα».
Συμπερασματικά
Είναι απόλυτα ξεκάθαρο ότι όλη η διεθνής τάση τόσο σε νομοθετικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο επιχειρήσεων είναι να υπάρχει έντονη κινητικότητα στα κριτήρια ESG ως παράγοντες προσέλκυσης χρηματοδότησης. Αυτό είναι κάτι που πλέον το βλέπουμε ολοένα εντονότερα και στην Ελλάδα, όπως το σκιαγραφεί η Ελένη Χριστογιάννη, ESG Manager Ομίλου Quest: «Στην Ελλάδα, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν αναγνωρίσει ότι το ESG διευρύνει την έννοια της Εταιρικής Ευθύνης και έχουν υιοθετήσει κριτήρια ESG στη λειτουργία τους, αναγνωρίζοντας ότι η σωστή ενσωμάτωσή τους συνδέεται άμεσα και με ένα καλό “ESG rating score”, που συνεπάγεται πιο ευνοϊκή πρόσβαση σε χρηματοδότηση και κεφαλαιακές ροές».
Βέβαια, ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί είναι ακόμα μακρύς. Τόσο τα ζητήματα ομοιομορφίας στην εφαρμογή των κριτηρίων ESG, όπως τέθηκαν παραπάνω, όσο και μια ευρύτερη προοπτική που να επιτρέπει την ουσιαστική και στρατηγική αναγνώριση όλων των πυλώνων ESG και όχι μόνο του περιβάλλοντος πρέπει να ληφθούν υπόψη με σοβαρότητα, ειδικά στα πλαίσια της Ελλάδας, όπου υπάρχει έλλειψη σε εξειδικευμένους εργαζόμενους, ενώ παράλληλα η εταιρική διακυβέρνηση είναι ακόμα σε εξελισσόμενο στάδιο.
Η συνοχή και η συγκρισιμότητα στην αγορά των πράσινων ομολόγων έχει οφέλη τόσο για τους εκδότες τους όσο και για τους επενδυτές
Όπως τονίζει εμφατικά η Ε. Χριστογιάννη, «απέναντι στους πολυδιάστατους κίνδυνους της κλιματικής αλλαγής, η μεγαλύτερη σημασία έχει δοθεί στον πυλώνα «Εnvironment». Ωστόσο, και στον πυλώνα «Social» δίνεται ολοένα και μεγαλύτερη έμφαση σε θέματα, όπως η διασφάλιση της υγείας και ασφάλειας, αλλά και η επένδυση σε εξειδικευμένους εργαζόμενους, που είναι καίριας σημασίας για τη μελλοντική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Στον πυλώνα «Governance» υπάρχει συμμόρφωση, ιδιαίτερα από τις εισηγμένες ελληνικές επιχειρήσεις στα κανονιστικά θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, ενώ δεν πρέπει να αγνοήσουμε τα μηνύματα ότι για να προσελκύσουμε περισσότερες επενδύσεις στην Ελλάδα χρειάζεται πιο ουσιαστική στρατηγική αναγνώριση και διαχείριση ρίσκων αλλά και ευκαιριών γύρω από τα θέματα ESG».