Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία τους εάν προστατεύσουν αποτελεσματικά τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας τους, όμως οι προκλήσεις μιας τέτοιας ολιστικής προσέγγισης αποτελούν τροχοπέδη. Η παροχή σαφών πληροφοριών και η υποστήριξη των επιχειρήσεων για την εφαρμογή μιας αποδοτικής στρατηγικής είναι κομβικής σημασίας, ιδιαίτερα με τις απαιτήσεις της ψηφιακής εποχής.
Στο ανταγωνιστικό πλαίσιο της σύγχρονης αγοράς, η αύξηση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας επιβάλλει την αποτελεσματική προάσπιση του συνόλου των δικαιωμάτων μιας επιχείρησης. Υπό αυτό το πρίσμα, η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας είναι ζωτικής σημασίας για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που θέλουν να επιβιώσουν σε δύσκολες αγορές και να επεκταθούν. Ειδικότερα στη σημερινή παγκοσμιοποιημένη αγορά, όπου ο ανταγωνισμός εκτείνεται πλέον σε διεθνές επίπεδο, η αποτελεσματική προάσπιση των άυλων περιουσιακών στοιχείων είναι μονόδρομος.
Όμως, λίγες μικρομεσαίες επιχειρήσεις δίνουν έμφαση σε αυτό. Οι λόγοι που η διανοητική ιδιοκτησία θεωρείται ακόμα, ειδικότερα στην Ελλάδα, προνόμιο των μεγάλων και ισχυρών επιχειρήσεων είναι πολλοί. Από την ελλιπή ενημέρωση έως την πολυπλοκότητα της έννομης προστασίας, παρατηρείται η τάση οι επιχειρήσεις να βασίζονται στην αυτόματη απόκτηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, χωρίς την απαραίτητη παρακολούθηση για πιθανές παραβιάσεις.
Με δεδομένο, όμως, ότι σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), μια μικρομεσαία επιχείρηση, της οποίας η διανοητική ιδιοκτησία έχει παραβιαστεί, έχει 34% λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει, δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε λόγο για επιλογή, αλλά για προϋπόθεση επιτυχίας μιας επιχείρησης, Μάλιστα, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις αποτελούν την πλειονότητα των επιχειρήσεων στην ΕΕ (99%) και αντιπροσωπεύουν περίπου τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας, όμως σύμφωνα με την ίδια έρευνα μόνο το 9% κατέχει ένα από τα τρία κυριότερα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (ευρεσιτεχνία, εμπορικό σήμα και σχέδιο ή υπόδειγμα), όταν το αντίστοιχο ποσοστό στις μεγάλες επιχειρήσεις αγγίζει το 60%. Συνεπώς, γίνεται σαφές ότι η προστασία τέτοιων άυλων περιουσιακών στοιχείων αποτελεί ένα ζήτημα που αφορά την ευρωπαϊκή οικονομία στο σύνολό της και χρήζει άμεσης διαχείρισης και εκσυγχρονισμού.
Το Lawyer συνομιλεί με φορείς της αγοράς, νομικούς συμβούλους και δικηγόρους με ειδίκευση στη διανοητική ιδιοκτησία και αποτυπώνει το τοπίο που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και τα best practices που ακολουθούν οι επιχειρήσεις.
Μια μικρομεσαία επιχείρηση, της οποίας η διανοητική ιδιοκτησία έχει παραβιαστεί, έχει 34% λιγότερες πιθανότητες να επιβιώσει
Τα οφέλη των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Καθώς, λοιπόν, έχει προ πολλού καταρριφθεί ο μύθος ότι η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας είναι προνόμιο των μεγαλύτερων επιχειρήσεων, γίνεται ολοένα φανερότερο ότι η προστασία της έχει ξεκάθαρα οφέλη ακόμα και για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις. Αν θέλαμε να το εκφράσουμε με μια πρόταση, θα λέγαμε ότι τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας συγκεκριμενοποιούν την αξία ενός άυλου περιουσιακού στοιχείου, έτσι ώστε αυτό να καθίσταται εμπορεύσιμο και να μπορεί να επιφέρει έσοδα μέσω αδειοδότησης, εξαγοράς ή τιτλοποίησης. Με λίγα λόγια, η διανοητική ιδιοκτησία μπορεί να προσελκύσει επενδύσεις και ευκαιρίες χρηματοδότησης και συνεπώς να συμβάλλει στην κερδοφορία της εταιρείας αλλά και στην περαιτέρω έρευνα και ανάπτυξη. Για μια μικρή επιχείρηση που δεν διαθέτει ίδια κεφάλαια για αυτό, η καταχώριση δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας μπορεί να είναι καταλυτική.

«Εκτός από τα ευρέως γνωστά Δικαιώματα Διανοητικής Ιδιοκτησίας (σήματα, ευρεσιτεχνίες), υφίσταται μεγάλος αριθμός και άλλων δικαιωμάτων με διαφορετικό αντικείμενο και προϋποθέσεις προστασίας. Ιδέες, επινοήσεις, απόρρητα, τεχνογνωσία, λογότυπα, μέθοδοι, σχέδια αποτελούν πολύτιμη περιουσία μιας μικρομεσαίας, όπως και κάθε επιχείρησης, και δεν πρέπει να κοινολογούνται πριν την κατοχύρωση των σχετικών δικαιωμάτων.»
Η προώθηση της καινοτομίας και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που αυτή συνεπάγεται δεν έχουν μόνο άμεσα οικονομικά οφέλη, αλλά και έμμεσα. Γιατί δημιουργούν και ενισχύουν ένα ακόμα άυλο περιουσιακό στοιχείο, τη φήμη της επιχείρησης που με τη σειρά της οδηγεί στην αυξημένη εμπιστοσύνη των πελατών και την αποκλειστικότητα στην αγορά. Για μια μικρομεσαία επιχείρηση που προσπαθεί συνεχώς να διαφοροποιηθεί από τους ανταγωνιστές της, να αποκτήσει ισχυρή ταυτότητα και να καθιερώσει ένα πιστό κοινό, η φήμη είναι το βασικότερο μέσο για αυτόν τον σκοπό.
Γίνεται, επομένως, ολοφάνερο ότι χωρίς τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας οποιαδήποτε επένδυση για την ανάπτυξη νέων προϊόντων ή ακόμα και η απλή επινόηση νέων ιδεών κινδυνεύει. Κινδυνεύει ακόμα και η ίδια η ταυτότητα του brand, εφόσον η παραβίαση αφορά το εμπορικό του σήμα. Και αν ένας τέτοιος κίνδυνος για μια μεγάλη επιχείρηση ενδεχομένως να μπορεί να απορροφηθεί από τις εκτεταμένες δραστηριότητές της και τις αποδόσεις τους, στις μικρότερες επιχειρήσεις η επίδρασή του είναι πολύ μεγαλύτερη.

«Η προστασία της καινοτομίας, των ιδεών, και των προϊόντων, ιδίως στο ψηφιακό περιβάλλον, αποτελεί το όχημα για την εξέλιξη και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.»
Όπως εμφατικά το αποτυπώνει η Ειρήνη Ζαγκλανίκα, Senior Associate, POTAMITIS VEKRIS, «κάθε πτυχή της δραστηριότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων ενσωματώνει δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Το όνομα της επιχείρησης και των προϊόντων, διασχηματισμοί προϊόντων, domain names, σλόγκαν, ευρεσιτεχνίες, know-how και εμπορικά μυστικά, software, δημιουργικά έργα κοκ, όλα αυτά ενσωματώνουν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, που προστατεύονται κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο.»
Ωστόσο, πολύ δύσκολα μπορεί μια μικρή εταιρεία να εντοπίσει τα σημαντικά σημεία καινοτομίας ή ευρείας χρησιμότητας των επινοήσεών της, πολλώ δε μάλλον να καταστρώσει μια αποτελεσματική στρατηγική έννομης προστασίας τους. Αυτή η ανάγκη εξειδικευμένης νομικής βοήθειας αποτελεί τον κυριότερο λόγο δισταγμού, όμως ταυτόχρονα είναι και η μοναδική λύση διαχείρισης ενός περίπλοκου ζητήματος και μάλιστα υπό το καθεστώς των προκλήσεων που φέρνει μαζί της η ψηφιοποίηση.
Οι προκλήσεις στην ψηφιακή εποχή
Η κοινή αντίληψη τόσο στους νομικούς όσο και στους εμπορικούς κύκλους είναι ότι η κυριαρχία της τεχνολογίας αποτέλεσε εχθρό για τη διανοητική ιδιοκτησία. Η προφανής συνέπειά της ήταν βεβαίως ότι με την ευκολία της αντιγραφής και της διανομής ψηφιακού περιεχομένου η πειρατεία έχει καταστεί ανεξέλεγκτος εχθρός της πνευματικής ιδιοκτησίας, όσο τουλάχιστον δεν έχουν επινοηθεί νέες μέθοδοι για τον εντοπισμό και την πρόληψη της πειρατείας.
Ένας άλλος αντίκτυπος της ψηφιοποίησης στο δίκαιο της διανοητικής ιδιοκτησίας ήταν η άνοδος της οικονομίας διαμοιρασμού. Διαδικτυακές πλατφόρμες, όπως η Airbnb και η Uber, έχουν διαταράξει τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα και έχουν αμφισβητήσει τα συμβατικά δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, επιτρέποντας στους χρήστες να μοιράζονται και να αξιοποιούν περιουσιακά στοιχεία που κατέχουν. Τα ερωτηματικά που αναδύονται από τέτοιες πρακτικές τονίζουν την ανάγκη διεύρυνσης των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ώστε να συμβαδίσουν με τα νέα επιχειρηματικά μοντέλα, αλλά και να προστατεύσουν αποτελεσματικά τα παλαιά.
Ωστόσο, η ψηφιακή εποχή δεν έχει μόνο αρνητικές επιπτώσεις στον τομέα αυτό. Η εξαιρετικά εύκολη διάδοση της πληροφορίας έχει βοηθήσει σημαντικά στην κατοχύρωση και προστασία των σχετικών δικαιωμάτων. Η κατάρτιση στρατηγικής για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων είναι ευκολότερη από ποτέ, καθώς ο προσδιορισμός των περιουσιακών στοιχείων της επιχείρησης και η χαρτογράφηση των άυλων περιουσιακών στοιχείων των ανταγωνιστών μπορεί να γίνει γρηγορότερα και πληρέστερα σε σχέση με παλαιότερα. Αυτή η σαφήνεια της διαδικασίας επιτρέπει και την αποφυγή άσκοπων διαδικασιών, αφού συχνά η κατοχύρωση ορισμένων δικαιωμάτων (κυρίως ευρεσιτεχνίας) δεν συμφέρει την επιχείρηση, αν αναλογιστεί κανείς τον χρόνο διάθεσης στην αγορά και τη διάρκεια ζωής του προϊόντος.
Η ψηφιοποίηση έχει, επίσης, αξιοπρόσεκτο αντίκτυπο στην επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Με την άνοδο του διαδικτύου, οι κάτοχοι αυτών των δικαιωμάτων μπορούν πλέον εύκολα να παρακολουθούν και να επιβάλλουν τα δικαιώματά τους σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό έχει καταστήσει ευκολότερο τον εντοπισμό και την πρόληψη της παραβίασής τους, αν και έχει δημιουργήσει και προβληματισμό σχετικά με τη δικαιοδοσία και τη διασυνοριακή επιβολή τους.
Υπό αυτό το πρίσμα, ζητούμενο είναι να εκσυγχρονιστεί σε διεθνές επίπεδο η νομοθεσία που διέπει τη διαχείριση και αδειοδότηση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Με την άνοδο των ψηφιακών πλατφορμών και των υπηρεσιών που βασίζονται στο υπολογιστικό νέφος, οι κάτοχοι των δικαιωμάτων μπορούν πλέον εύκολα να αδειοδοτήσουν τα δικαιώματά τους σε ένα παγκόσμιο κοινό, διευκολύνοντας την αξιοποίηση των άυλων περιουσιακών τους στοιχείων. Όμως, από την άλλη, παραμένει ασαφές το πεδίο εφαρμογής και η εγκυρότητα αυτής της κατοχύρωσης υπό το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο στην ΕΕ και άλλες χώρες.
Τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας συγκεκριμενοποιούν την αξία ενός άυλου περιουσιακού στοιχείου, έτσι ώστε αυτό να καθίσταται εμπορεύσιμο
Εργαλεία που αναπτύσσονται στα πλαίσια της ΕΕ
Είναι σαφές ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να ωφεληθούν από το πλαίσιο προστασίας της διανοητικής ιδιοκτησίας, εφόσον τους παρασχεθεί υποστήριξη σε κεντρικό επίπεδο. Σε αυτό το πλαίσιο, το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO), από κοινού με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα Εθνικά και Περιφερειακά Γραφεία Διανοητικής Ιδιοκτησίας της ΕΕ, έχει δρομολογήσει σειρά πρωτοβουλιών σε αυτόν τον τομέα, συμπεριλαμβανομένου ενός Ταμείου για τις ΜμΕ (SME Fund) που παρέχει χρηματοδοτική στήριξη σε μικρές επιχειρήσεις για την προστασία των δικαιωμάτων τους.
Η δράση αυτή αποτελεί μέρος του Στρατηγικού Σχεδίου 2025, του προγράμματος για τις ΜμΕ υπό το εμπορικό σήμα Ideas Powered for business, το οποίο στοχεύει στην υποστήριξη και ενδυνάμωσή τους στο επιχειρηματικό τους ταξίδι μέσω διάφορων πρωτοβουλιών. Πέρα από το SME Fund, στα πλαίσια της δράσης παρέχονται και δωρεάν εξατομικευμένες συμβουλές για τη διανοητική ιδιοκτησία. Η υπηρεσία αυτή αφορά συνήθη θέματα που ανακύπτουν στον τομέα της διανοητικής ιδιοκτησίας, όπως η προετοιμασία της αίτησης για την κατοχύρωση σήματος ή διπλώματος ευρεσιτεχνίας, η χρήση αυτών από τρίτους χωρίς την άδεια της επιχείρησης και οι αγωγές για προσβολή διανοητικής ιδιοκτησίας, και καταλήγει στη δωρεάν παροχή νομικών συμβουλών από εμπειρογνώμονα του Γραφείου ή συμβεβλημένες εταιρείες.
Συναφής είναι και η συνεργασία του EUIPO με τον ευρωπαϊκό σύνδεσμο για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις SMEunited, έτσι ώστε να παρέχεται στοχευμένη βοήθεια στα μέλη του. Αν, μάλιστα, αναλογιστεί κανείς ότι ο εν λόγω σύνδεσμος αριθμεί 22,5 εκατομμύρια επιχειρήσεις που απασχολούν σχεδόν 82 εκατομμύρια εργαζομένους, αλλά και κλαδικές οργανώσεις, γίνεται σαφές ότι η συνεργασία του με το EUIPO μπορεί να επιφέρει τομή στον τρόπο, με τον οποίο αντιμετωπίζεται η διανοητική ιδιοκτησία από τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ευρώπη.
Η κατάσταση στην Ελλάδα και οι πρακτικές των επιχειρήσεων
Ποιο είναι, όμως, το τοπίο στην Ελλάδα ως προς την αξιολόγηση και την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας των επιχειρήσεων; Ποιοι είναι οι κυριότεροι παράγοντες που συμβάλλουν στη μέγιστη αξιοποίηση των άυλων περιουσιακών στοιχείων και ποια πρακτική κρίνουν ως σημαντικότερη οι in-house νομικοί σύμβουλοι αλλά και οι δικηγόροι που ειδικεύονται σε αυτόν τον τομέα;

«Η αποτυχία πλήρους αναγνώρισης και εκµετάλλευσης της διανοητικής ιδιοκτησίας µπορεί να σηµαίνει για την επιχείρηση σηµαντική απώλεια εισοδήµατος.»
Το πρώτο βήμα για κάθε επιχείρηση, όπως τονίζει η Χριστίνα Κιόρτση, Δικηγόρος, Δικηγορικό Γραφείο Κιόρτσης και Συνεργάτες, είναι «κατ’ αρχήν να προσδιορίσει το διανοητικό της κεφάλαιο και κατόπιν να το αξιολογήσει». Πρόκειται όχι απλώς για μια προπαρασκευαστική διαδικασία, αλλά για την αφετηρία και την προϋπόθεση των επόμενων βημάτων, αφού κάθε συνεπαγόμενη ενέργεια κατοχύρωσης βασίζεται σε αυτή τη χαρτογράφηση.
Γιατί συμβαίνει αυτό; «Για την αποτελεσματική προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας, το πρώτο και βασικότερο βήμα είναι η ορθή χαρτογράφηση και κατανόηση του είδους των δικαιωμάτων, διότι, ανάλογα με το είδος του δικαιώματος, απαιτούνται διαφορετικές ενέργειες», εξηγεί η Ε. Ζαγκλανίκα. «Για παράδειγμα, για την προστασία εμπορικού σήματος και ευρεσιτεχνιών, πρέπει να γίνει διαδικασία ενώπιον των εκάστοτε αρμόδιων αρχών (ΟΒΙ, EUIPO, European Patent Office κοκ). Για την εκμετάλλευση software, θα πρέπει να συνάπτονται με τους πελάτες κατάλληλες συμβάσεις παραχώρησης άδειας χρήσης λογισμικού κοκ.» συμπληρώνει η ίδια.
Σε δεύτερη φάση έπεται φυσικά η κατοχύρωση των δικαιωμάτων, με ιδιαίτερη έμφαση στη διάκριση μεταξύ βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας που έχει εντελώς διαφορετικό τρόπο κατοχύρωσης, όπως επισημαίνει η Χ. Κιόρτση: «Το επόμενο βήμα είναι η κατοχύρωση των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, όπως τα εμπορικά σήματα, τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας, ενώ όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (πρωτότυπα λογοτεχνικά, µουσικά ή καλλιτεχνικά έργα), όπου δεν απαιτείται η τήρηση κάποιας τυπικής διαδικασίας για την κατοχύρωσή τους, σκόπιμη είναι η κατάθεση των συγκεκριμένων έργων με αντίστοιχη περιγραφή τους σε συμβολαιογράφο, ο οποίος θα δώσει βέβαιη χρονολογία και θα καταγράψει τον δημιουργό τους».
Στη φάση της κατοχύρωσης και γενικότερα σε κάθε δημοσιοποίηση των άυλων περιουσιακών στοιχείων σε τρίτους, η έγκαιρη κατάθεση, η σαφήνεια, η πληρότητα και ιδανικά ο έγγραφος τύπος που συνεπάγεται τις ιδιότητες αυτές είναι βασικές προϋποθέσεις της διαδικασίας σύμφωνα με τον Γιώργο Ρισβά, Δικηγόρο, DEA, Εταίρο Δικηγορικής Εταιρείας Παπακωνσταντίνου: «Κάθε ιδέα, επινόηση ή δημιουργία θα πρέπει να τεκμηριώνεται όσο το δυνατόν πληρέστερα και εγγράφως. Συνιστάται η κατάρτιση συμβάσεων εμπιστευτικότητας με προσωπικό ή τρίτους συνεργάτες, ενώ οι παραχωρήσεις δικαιωμάτων χρήσης σε τρίτους πρέπει να γίνονται βάσει γραπτών συμβάσεων με ξεκάθαρη αποτύπωση των σχετικών όρων. Επιπλέον, όπου προβλέπεται τυπική διαδικασία κατάθεσης (π.χ. σήματα, ευρεσιτεχνίες, domain names) πρέπει αυτή να ολοκληρώνεται το συντομότερο δυνατό».

«Τα οφέλη της προσέγγισης της Upstream για ανάπτυξη εταιρικής κουλτούρας όσον αφορά τη διανοητική της ιδιοκτησία φαίνονται στην πράξη, καθώς δεν έχουμε αντιμετωπίσει ιδιαίτερα ζητήματα σε αυτό το επίπεδο. Το πρόβλημα θα ήταν ενδεχομένως η τυχόν αμέλεια των ομάδων να εφαρμόσουν τέτοιες καλές πρακτικές.»
Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι η αξιοποίηση και η περιφρούρηση των άυλων περιουσιακών στοιχείων μιας επιχείρησης αποτελεί μια πολύπλοκη διαδικασία που δεν μπορεί να εξαντληθεί στην καταγραφή και την κατοχύρωση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας. Ιδίως όταν η φύση της δραστηριοποίησης έχει ως αποτέλεσμα πλήθος διαφορετικών δικαιωμάτων, η ανάπτυξη υπεύθυνης εταιρικής κουλτούρας είναι μονόδρομος. Όπως αναφέρει η Ελένη Σταθάκη, Head of Legal, Upstream, «η διανοητική ιδιοκτησία της Upstream προστατεύεται κυρίως με βάση τις διατάξεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας και με τις διατάξεις περί προστασίας τεχνογνωσίας και εμπορικού απορρήτου, αυτές περί εμπορικών σημάτων, σπανιότερα δε έχουμε και περιπτώσεις εφαρμογών που προστατεύονται και με χορήγηση διπλώματος ευρεσιτεχνίας. Ανεξάρτητα με το είδος της προστασίας, ως πρώτο βήμα δίνουμε έμφαση στην ανάπτυξη εταιρικής κουλτούρας η οποία διαφυλάττει την ιδιοκτησία αυτή. Στις συναντήσεις ένταξης των νεοπροσληφθέντων εργαζομένων, δίνουμε πολλή έμφαση στο πόσο πολύτιμο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα είναι η διανοητική ιδιοκτησία της εταιρίας και στους πρακτικούς τρόπους προστασίας της: ενδεικτικά, υπογραφή συμφωνητικών εχεμύθειας, αναγραφή στα εμπορικά υλικά σημείωσης περί copyright και εμπιστευτικού περιεχομένου».

«Ορισμένες βέλτιστες πρακτικές για την προστασία των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας είναι: • Η γνώση των υφιστάμενων επιλογών μεταξύ των πνευματικών και βιομηχανικών δικαιωμάτων καθώς και οι μεταξύ τους διαφορές ή αλληλοεπικαλύψεις. • Η εκτεταμένη και καταγεγραμμένη έρευνα ύπαρξης όμοιων ή παρόμοιων δικαιωμάτων (knock-out search/ similarity search) και η νομική εκτίμηση πιθανής συγκρούσεως ή συγχύσεως βάσει αυτών (clearance of rights). • Η καταγραφή της συγκεκριμένης ημερομηνίας τυχόν αποκαλύψεως εφεύρεσης ή βιομηχανικού σχεδίου στο κοινό. • Η τήρηση αρχείου με τα πνευματικά δικαιώματα της εταιρείας, έτσι ώστε να διενεργείται η έγκαιρη ανανέωσή τους. • Η συμβατική διασφάλιση της ΜμΕ, ως προς την μεταβίβαση των πνευματικών δικαιωμάτων για τις περιπτώσεις των υπεργολάβων και των εργαζομένων, που συμβάλλουν στην ανάπτυξή της. • Η συμβατική διασφάλιση της ΜμΕ ως προς τα πνευματικά δικαιώματα και το εμπορικό απόρρητο, σε περίπτωση αποχώρησης μισθωτού και πρόσληψής του από ανταγωνιστή. • Η συνεχής παρακολούθηση, μέσω τεχνολογικών εργαλείων, της ύπαρξης ανταγωνιστών που προσβάλλουν τα πνευματικά δικαιώματα της επιχείρησης»
Φυσικά, «η πρακτική που οφείλει να ακολουθεί μια μικρομεσαία επιχείρηση ως προς την προστασία των δικαιωμάτων της ποικίλει ανάλογα με τον τομέα όπου αυτή δραστηριοποιείται», μας υπενθυμίζει ο Μάριος Σιούφας, Αναπληρωτής Διευθύνων Εταίρος/Deputy Managing Partner, Σιούφας και Συνεργάτες Δικηγορική Εταιρεία. Για παράδειγμα, οι εταιρείες τεχνολογίας αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες προκλήσεις που είναι διαφορετικές από τους υπόλοιπους τομείς και αυτό επηρεάζει και τη στόχευσή τους ως προς κάθε άυλο περιουσιακό στοιχείο.
Όπως περιγράφει η Όλγα Καπελλάκη, Νομικός Σύμβουλος, Primer Software, «στον χώρο του λογισμικού, η τεχνολογία τρέχει πιο γρήγορα από το δίκαιο και είναι σημαντικό να βρίσκουμε τρόπους, για να καλύπτουμε τα κενά. Γι’ αυτό, στην Primer πρωταρχική σημασία έχει η προστασία του πηγαίου κώδικα των εφαρμογών μας, η οποία ξεκινάει από πρακτικές, όπως κρυπτογράφηση (encoding), data integrity, κλπ., την απαρέγκλιτη εφαρμογή των οποίων διασφαλίζουμε τηρώντας το πρότυπο ασφάλειας πληροφοριών ISO 27001. Εξ’ ίσου σημαντική για τα έργα μας που εντάσσονται στο πλαίσιο της τεχνολογικής εφεύρεσης είναι και η εμπορική προστασία τους με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας από τον ΟΒΙ, κάτι το οποίο έχουμε επιτύχει ήδη δύο φορές εξασφαλίζοντας τα αντίστοιχα διπλώματα για εφαρμογές μας. Πιστεύουμε στην πρωτογενή ασφάλεια του πηγαίου κώδικα, επενδεδυμένη με την ασφάλεια της εμπορικής εκμετάλλευσής του μέσω διπλώματος ευρεσιτεχνίας, όπου αυτή είναι δυνατή».
Άλλωστε, στον τομέα της τεχνολογίας οι εξελίξεις είναι τόσο ταχείς που καθορίζουν εν πολλοίς τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει η επιχείρηση. Χαρακτηριστικά η Ε. Σταθάκη εξηγεί ότι «στο επίπεδο του νομικού τμήματος, εξετάζουμε πάντοτε τι νομικά εργαλεία έχουμε στη διάθεσή μας για την προστασία μιας εφαρμογής ή ενός εμπορικού σήματος, αλλά και τις προοπτικές εξέλιξης του σχετικού προϊόντος. Αυτό επειδή, ώσπου να ολοκληρωθεί η διαδικασία κατοχύρωσης πατέντας ή σήματος, ενίοτε αυτή καθίσταται άνευ αντικειμένου διότι οι εμπορικές εξελίξεις τρέχουν».
Κατά γενική ομολογία, πάντως, η παρακολούθηση και η άμεση αντιμετώπιση πιθανών παραβιάσεων, χωρίς να γίνονται ούτε ελάχιστα ανεκτές, είναι κομβικής σημασίας. Το ζήτημα, όμως, είναι πώς αυτή η παρέμβαση μπορεί να γίνει αποτελεσματικά και ποιες είναι οι ορθότερες πρακτικές επ’ αυτού, καθώς συχνά η κωλυσιεργία των αρχών δημιουργεί μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που λύνει, οπότε η σωστή επιλογή των κατάλληλων εργαλείων επηρεάζει τελικά ουσιωδώς το αποτέλεσμα.

«Δραστηριοποιούμενη στον τομέα της τεχνολογίας, η Primer Software αναπτύσσει εφαρμογές λογισμικού για την ολοκληρωμένη κάλυψη των λογιστικών αναγκών των επιχειρήσεων. Έχοντας σταθερή προσήλωση στην καινοτομία των λύσεων που παρουσιάζουμε, τέθηκε εξ αρχής για εμάς το ζήτημα της προστασίας των αποτελεσμάτων των διανοητικών προσπαθειών μας.»
Σκιαγραφώντας αυτή την προβληματική, η Ιωάννα Κόμπου, Επικεφαλής Νομικής Υπηρεσίας, Optima Group, επισημαίνει ότι «πέραν της κατοχύρωσης εμπορικών σημάτων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο ιδανικά πριν την κυκλοφορία του εκάστοτε προϊόντος, παρακολουθούμε επίσης συστηματικά και παρεμβαίνουμε στις περιπτώσεις όπου υπάρχει ή επίκειται κίνδυνος σύγχυσης των προϊόντων μας με αυτά άλλης επιχείρησης λόγω της ομοιότητας της εμπορικής σήμανσης. Συνυπολογίζοντας όλα τα δεδομένα ανά περίπτωση, προβαίνουμε σε δικαστικές ή εξωδικαστικές διαδικασίες ή άλλες παρεμβατικές δράσεις που αρκετές φορές οι τελευταίες κρίνονται αποτελεσματικότερες λόγω της αμεσότερης επίλυσης της διαφοράς, καθώς η καθυστέρηση των δικαστικών και άλλων διοικητικών Αρχών είναι από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε. Για την επίτευξη των παραπάνω, το νομικό τμήμα συνεργάζεται με λοιπά τμήματα του οργανισμού μας (π.χ. marketing, πωλήσεις), στοχεύοντας στη διατήρηση και ενίσχυση της δύναμης των brands των προϊόντων μας».
Όλοι, πάντως, οι δικηγόροι που μίλησαν στο Lawyer συμφωνούν ότι η κατάστρωση και υλοποίηση της κατάλληλης στρατηγικής για την προστασία και ανάπτυξη της διανοητικής ιδιοκτησίας της επιχείρησης απαιτεί τη συνεργασία με εξειδικευμένους νομικούς συμβούλους, έτσι ώστε να αποφευχθεί ο κίνδυνος ζημίας της επιχείρησης. Άλλωστε, η διανοητική ιδιοκτησία είναι ένα σημαντικότατο περιουσιακό στοιχείο, με το οποίο μόνο κερδισμένη θα βγει η επιχείρηση, αν το περιφρουρήσει αποτελεσματικά.