Hχώρα μας, σημειώνοντας πρωτοφανή αλματώδη εξέλιξη στην οικονομική της πορεία τα τελευταία χρόνια, κατόρθωσε να εισέλθει δυναμικά και στον παγκόσμιο χάρτη των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων. Στο γεγονός αυτό συντέλεσε ουσιαστικά και η σύγχρονη προσέγγιση στις φορολογικές και μεταναστευτικές πολιτικές, αναδεικνύοντας την Ελλάδα ως μία ακόμη πιο ελκυστική επιλογή για επιχειρήσεις με βασική εγκατάσταση εκτός της Ε.Ε., οι οποίες σχεδιάζουν τη διεύρυνση της οικονομικής δραστηριότητάς τους στον Ευρωπαϊκό χώρο.
Συγκεκριμένα, στο σύγχρονο, διαρκώς μεταβαλλόμενο, διεθνές επιχειρηματικό περιβάλλον, η Ελλάδα παρουσιάζει μια προοδευτική νομοθεσία που προωθεί την ίδρυση υποκαταστημάτων εταιριών με κύρια εγκατάσταση σε τρίτες, μη κοινοτικές χώρες. Σύμφωνα με το άρθρο 17 παρ. 1α του Ν. 4251/2014 (Κώδικας Μετανάστευσης), πολίτες τρίτων χωρών μπορούν να αποκτήσουν άδεια διαμονής στην Ελλάδα ως μέλη διοικητικών συμβουλίων, μέτοχοι, διαχειριστές, νόμιμοι εκπρόσωποι, και άλλα ανώτατα διευθυντικά στελέχη ημεδαπών υποκαταστημάτων και θυγατρικών εταιρειών αλλοδαπών νομικών προσώπων, που ασκούν νόμιμα εμπορική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Αυτή η νομοθετική διάταξη και ειδικότερα η ίδρυση υποκαταστήματος αλλοδαπής εταιρίας στην Ελλάδα αποδεικνύεται ιδιαιτέρως σημαντική για αλλοδαπές εταιρείες που επιθυμούν να δραστηριοποιηθούν στην ελληνική αγορά. Κι αυτό διότι με τον τρόπο αυτό δίνεται η ευκαιρία σε αλλοδαπά νομικά πρόσωπα να δραστηριοποιούνται στην ελληνική επικράτεια, ενώ παράλληλα οι διαχειριστές ή νόμιμοι εκπρόσωποι αυτών αποκτούν δικαίωμα διαμονής και εργασίας στη χώρα και ελεύθερη μετακίνηση στον χώρο Schengen.
Παράλληλα, δεν υφίσταται κανένας περιορισμός στο ύψος της επένδυσης που θα πραγματοποιήσει η μητρική εταιρεία για την ίδρυση της Ελληνικής θυγατρικής της. Με τον τρόπο αυτό η μητρική εταιρεία διαθέτει απόλυτη ευελιξία στον καθορισμό του επιχειρηματικού της σχεδίου χωρίς εκ του νόμου οικονομικούς περιορισμούς, ενώ δύναται να βελτιστοποιήσει τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού της, εκμεταλλευόμενη τον ιδιαίτερα ευέλικτο τρόπο χορήγησης αδειών διαμονής στα στελέχη της. Επίσης, για την ανανέωση των εν λόγω αδειών παραμονής δεν υπάρχει κάποια οικονομική προϋπόθεση για τον κύκλο εργασιών της μητρικής εταιρείας ή του υποκαταστήματος.
Τέλος, ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα αυτού του μηχανισμού είναι η μη αναγκαιότητα ίδρυσης νέας ελληνικής εταιρείας, η οποία σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Κώδικα Μετανάστευσης συνοδεύεται για την απόκτηση άδειας διαμονής των στελεχών της από την προϋπόθεση απασχόλησης τουλάχιστον 25 εργαζομένων.
Αφού λοιπόν ολοκληρωθεί η διαδικασία ίδρυσης του υποκαταστήματος της αλλοδαπής εταιρίας στην Ελλάδα, τα άτομα που κατέχουν τις προαναφερόμενες θέσεις (μέλη διοικητικών συμβουλίων, διαχειριστές, νόμιμοι εκπρόσωποι και ανώτατα διευθυντικά στελέχη) έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν αίτηση για τη χορήγηση εθνικής θεώρησης εισόδου (Visa-Tύπου D). Με το συγκεκριμένο είδος θεώρησης, επιτρέπεται η είσοδός τους στην Ελλάδα, συνοδευόμενοι φυσικά από τα μέλη της οικογενείας τους, ενώ στη συνέχεια δικαιούνται να υποβάλουν αίτηση για την έκδοση άδειας διαμονής, η οποία ισχύει για διάστημα δύο ετών, ενώ στη συνέχεια ανανεώνεται ανά διετία.
Εν προκειμένω, αξίζει να σημειωθεί πως ο νέος Κώδικας Μετανάστευσης (Ν. 5038/2023) που μέλλεται να ισχύσει από 1η Απριλίου 2024, εισάγει νέες διαδικασίες και προϋποθέσεις για την είσοδο και διαμονή πολιτών τρίτων χωρών στην Ελλάδα, ειδικά όσον αφορά στην ως άνω προβλεπόμενη άδεια διαμονής.
Στην ουσία, καταργείται η άδεια διαμονής για μέλη διοικητικών συμβουλίων, μετόχους, διαχειριστές, νόμιμους εκπροσώπους και διευθυντικά στελέχη εταιριών και στη θέση της, εισάγεται νέα άδεια διαμονής για επενδυτικούς σκοπούς.
Κάτοχοι της νέας αυτής άδειας διαμονής μπορούν να είναι είτε μέτοχοι ημεδαπής εταιρείας με ύψος καταβληθέντος κεφαλαίου ή αξία μετοχών τουλάχιστον 500.000€, είτε μέλη διοικητικών συμβουλίων, νόμιμοι εκπρόσωποι και διαχειριστές (άνευ αμοιβής) ημεδαπών εταιρειών ή νόμιμοι εκπρόσωποι υποκαταστημάτων αλλοδαπών εταιριών, που έχουν ενεργητικό ή κύκλο εργασιών τουλάχιστον 4.000.000 ευρώ.
Η προϋπόθεση αυτή αναμένεται να συμβάλει στην ενίσχυση της ελληνικής οικονομίας, καθώς αναμένεται να προσελκύσει εύπορους επενδυτές (High Net Worth Individuals) και επιχειρηματικά στελέχη που θα συμβάλουν στην ανάπτυξη της χώρας.
Για όσους δε, κατέχουν ήδη άδεια διαμονής ως στελέχη εταιριών, μετά τη λήξη της έχουν τη δυνατότητα να την ανανεώσουν στην κατηγορία άδειας διαμονής για ενδοεταιρική μετάθεση, ή άδειας διαμονής ως εργαζόμενοι ειδικού σκοπού ή άδειας διαμονής για εργασία υψηλής ειδίκευσης (μπλε κάρτα ΕΕ).
Από τις ανωτέρω επιλογές, ενδιαφέρον για την οικονομία της χώρας μας παρουσιάζει η μετάβαση στην κατηγορία άδειας διαμονής για εργασία υψηλής ειδίκευσης, γνωστή και ως “Μπλε Κάρτα ΕΕ”. Παρόλο που δεν υπάρχει σαφής καθορισμός στη νομοθεσία, γίνεται αποδεκτό ότι για τον υπήκοο τρίτης χώρας που επιθυμεί να αναπτύξει οικονομική δραστηριότητα που απαιτεί υψηλή ειδίκευση, απαιτείται να διαθέτει ορισμένα προσόντα. Η πιστοποίηση αυτών των προσόντων επιτυγχάνεται με την κατοχή αποδεικτικών τίτλων σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή εναλλακτικά, λαμβάνεται υπόψη και η επαγγελματική εμπειρία, με την προϋπόθεση ότι αυτή έχει διαρκέσει τουλάχιστον πέντε έτη και έχει ασκηθεί με νόμιμο τρόπο.
Η άδεια διαμονής για εργασία υψηλής ειδίκευσης ανοίγει νέους ορίζοντες για τους εργαζόμενους που ήδη έχουν ενταχθεί στο ελληνικό εργασιακό περιβάλλον. Είναι μια προηγμένη και καινοτόμος προσέγγιση που επιτρέπει τη συνέχιση της παρουσίας πολιτών τρίτων χωρών στη χώρα, επιδιώκοντας ταυτόχρονα την προσέλκυση εργατικού δυναμικού υψηλής ειδίκευσης.
Όσον αφορά τη διαδικασία μετάκλησης εργαζομένων αυτής της κατηγορίας άδειας διαμονής, αυτή πραγματώνεται κατόπιν έγκρισης μέσω ειδικής διαδικασίας, κατά την οποία οι ενδιαφερόμενοι εργοδότες θα πρέπει να καταθέσουν αιτήματα στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις των Περιφερειών για την συγκεκριμένη ειδικότητα που ζητούν και εν συνεχεία να διεξαχθεί ενδελεχής έλεγχος από τη ΔΥΠΑ ως προς την ύπαρξη εγχώριου εργατικού δυναμικού. Για τους εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης προβλέπεται επίσης ότι η αμοιβή δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη από 1,5 φορά το ύψος του μέσου ακαθάριστου ετήσιου μισθού στην Ελλάδα, όπως αυτός προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής.
Αξίζει να σημειωθεί πως τον Απρίλιο του 2023 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης (ΦΕΚ Β 2189/3.4.2023) η Κοινή Υπουργική Απόφαση με την οποία καθορίζεται ο ανώτατος αριθμός αδειών διαμονής πολιτών τρίτων χωρών για εργασία για τα έτη 2023 και 2024, με τον αριθμό των θέσεων εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης να ορίζεται σε 600, έναντι των 292 θέσεων που προέβλεπε η σχετική ΚΥΑ για τα έτη 2021-2022.
Η επιλογή αυτή δεν είναι μόνο ένας τρόπος να διατηρηθεί η παρουσία του υψηλά εξειδικευμένου προσωπικού στη χώρα, αλλά επίσης αντανακλά τη στρατηγική στοχευμένης προσέλκυσης ταλέντων. Με τη «Μπλε Κάρτα ΕΕ», η Ελλάδα επιδιώκει όχι μόνο την προσέλκυση, αλλά και την κατοχύρωση των υψηλής ειδίκευσης εργαζομένων, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας στη διεθνή αγορά.
Με τον τρόπο αυτό, η Ελλάδα αντιμετωπίζει την πρόκληση της διατήρησης του ανώτατου επιπέδου ειδίκευσης στο εργατικό δυναμικό της, προωθώντας την οικονομική ανάπτυξη και την καινοτομία.
Εν κατακλείδι, όλες οι προαναφερθείσες κατηγορίες αδειών διαμονής ενισχύουν την εικόνα της Ελλάδας ως έναν προορισμό που υποστηρίζει και επενδύει στο μέλλον. Η ως άνω αναφερόμενη νομοθεσία αναδεικνύεται ως καθοριστικό εργαλείο για τη δημιουργία ευκαιριών και τη στήριξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας στη χώρα μας.